ΚΕΦ 7

363 42 10
                                    


Το απόγευμα ήταν ηλιόλουστο, ο Κρις βγήκε από την άμαξα των Κοχέιν και κατευθύνθηκε προς τις αποθήκες της εταιρίας μεταφορών Κέλεαρ. Ανέβηκε με ταχύτητα τη στριφογυριστή κόκκινη μεταλλική σκάλα και βρέθηκε στον πρώτο όροφο, στα γραφεία.

Πλήθος κόσμου πηγαινοερχόταν στον πολύβουο διάδρομο της εταιρίας για να παραλάβει ή να παραδώσει δέματα και να ενοικιάσει άμαξες.

Ο  λογιστής Λένι του έγνεψε από το βάθος της μακρόστενης αίθουσας και ο καπετάνιος κινήθηκε προς το μέρος του.

Είδε τη δεσποινίς Νουράνο να έρχεται από την αντίθετη κατεύθυνση. Παρατήρησε πολλά ζευγάρια αντρικά μάτια να την κοιτούν λαίμαργα. Εκείνη φαινόταν ανυποψίαστη για το ενδιαφέρον που προκαλούσε καθώς προχωρούσε αργά, σχεδόν στα τυφλά, στην άκρη του διαδρόμου έχοντας αφοσιωθεί στο διάβασμα μιας επιστολής. Δεν αντιλήφθηκε ούτε τον βιαστικό αχθοφόρο με το καρότσι που πλησίαζε πίσω της. Τα κιβώτια ήταν πολλά για το μέγεθος του καροτσιού. Είχαν στοιβαχθεί πρόχειρα σε σχήμα πυραμίδας, ισορροπούσαν ανεπαίσθητα και μηδένιζαν το οπτικό πεδίο του νεαρού μεταφορέα.

Είχαν φτάσει αντικριστά, όταν το απότομο σταμάτημα του καροτσιού έκανε το μικρό αλλά βαρύ κιβώτιο της κορυφής να κυλήσει από τη θέση του. Το χέρι του Κρις τινάχτηκε σαν φίδι, τυλίχτηκε σφιχτά γύρω από το μπράτσο της και την τράβηξε προς την πλευρά του, πάνω του.

Η Λίλιαν ύψωσε το κατάπληκτο και συνάμα απορημένο βλέμμα της στο δικό του. Ένα μόλις δευτερόλεπτο μετά ο θόρυβος από το κιβώτιο που έπεσε στο πάτωμα, κέρδισε την προσοχή της. Ο κόσμος συνέχισε να πηγαινοέρχεται απτόητος. Είδε τον αχθοφόρο να αφήνει το καρότσι του, απηυδισμένος, βλαστημώντας σιγανά, δίχως να έχει αντιληφθεί το ατύχημα που θα προκαλούσε. Να παίρνει το κουτί και να το τοποθετεί σε ένα κενό πιο χαμηλά στη στοίβα και μετά να συνεχίζει το δρόμο του.

Αυτή τη φορά τα μάτια της γεμάτα ευγνωμοσύνη αντάμωσαν ντροπαλά τα ανήσυχα δικά του.

- Ευχαριστώ, ψέλλισε.

Το χέρι του Κρις ελευθέρωσε το μπράτσο της.

- Δεσποινίς Νουράνο, είπε σιγανά.

Έκλινε το κεφάλι του ευγενικά, άγγιξε το τρίκοχο καπέλο του για να τη χαιρετήσει και συνέχισε να προχωρά προς τον Λένι. Τρία βήματα αργότερα το στόμα του μισάνοιξε απελευθερώνοντας την κρατημένη από ώρα ανάσα. Γύρισε προς τα πίσω το κεφάλι του για να τη δει. Εκείνη έβγαινε από την κεντρική είσοδο δείχνοντας προβληματισμένη από την επιστολή που κρατούσε στα χέρια της.

ΑΝΑΡΜΟΣΤΕΣ ΣΧΕΣΕΙΣ - ΣΙΡΟΚΟΣWhere stories live. Discover now