Ακούω ψυθίρους πίσω από τα θαμνάκια. Γυρνώ το κεφάλι μου και συνειδητοποιώ πως δεν είμαι μόνη, βλέπω τα πόδια κάποιων που είναι καθισμένοι στο πεζούλι ακριβώς από πίσω που πριν δεν τους είχα παρατηρήσει. Αρχίζω να περπατώ πιο γρήγορα όταν ακούω σφυρίγματα. Δεν δίνω σημασία συνηθίζουν να συγκεντρώνονται ηλίθιοι σ'αυτό το παρκάκι. Είναι ένας λόγος που δεν θέλω να έρχομαι μόνη μου τα βράδια. Άαα ρε Τζίμη! Τα σφυρίγματα συνεχίζουν και ξαφνικά ακούω τη φωνή ενός να μου φωνάζει "Έϊ κούκλα!". Δεν γυρνώ να κοιτάξω αλλά... "Ωπ η Γιαννούλη! Γιαννούλη μωρό!" η φωνή αυτή μου είναι εντελώς γνώριμη. Στρέφω το βλέμμα μου προς τα εκεί και αντικρίζω έκπληκτη το Βαγγέλη... και δίπλα οι φίλοι του! Είναι κι αυτός που προσπέρασα πριν χωρίς να δώσω σημασία. Έπρεπε να το είχα καταλάβει. Νομίζω έχουν καταλάβει από το ύφος μου την έκπληξη και ταυτόχρονα την αμηχανία. Κάνω να φύγω όσο αυτά τα λιγούρια σχολιάζουν συγκεκριμένα μέρη του σώματός μου. Ήξερα ότι φέρεται απαίσια όταν θέλει να το παίξει σκληρός αλλά δεν περίμενα τέτοια κατάντια. Επιταχύνω το βήμα μου, σχεδόν τρέχω. Ένα χέρι στον ώμο μου όμως με σταματά. Με γυρνά και με εγκλωβίζει στα χέρια του. Σηκώνω το βλέμμα μου στο πρόσωπό του. Η όψη του είναι θλιβερή. Η ανάσα του μυρίζει έντονα αλκοόλ και τα μάτια του έχουν αντικαταστήσει την συνηθισμένη έντασή τους με ένα αποχαυνωμένο κοίταγμα. Μου προκαλεί αηδία. "Δεν θα κάτσεις να μας κάνεις παρέα;" ψυθιρίζει και πλησιάζει απειλητικά τα χείλη του. Δεν προλαβαίνει όμως. Τελείως αυθόρμητα τον χαστουκίζω και εκείνος απομακρύνει τα χέρια του από πάνω μου. Το βλέμμα του σταδιακά αποκτά ξανά την έντασή του σαν το τράνταγμα να τον ξύπνησε. Τώρα με αντικρίζει με οργή και ταραχή. Κάνει δυο βήματα πίσω ενώ ακούγονται τα κοροϊδευτικά επιφωνήματα των φίλων του (οοοοοο) . Εγώ τον κοιτώ σαστισμένη και έντρομη. Ναι έντρομη! Φοβάμαι. Φοβάμαι γιατί έχει πιει και δεν ξέρει τι κάνει. Φοβάμαι την επιθετικότητά του όταν είναι νηφάλιος πόσο μάλλον τώρα. Έχει γίνει κατακόκκινος, ιδρωμένος, τα μάτια του είναι κόκκινα και γουρλωμένα και τόσο πιο πολύ γουρλώνουν όσο τα επιφωνήματα των άλλων συνεχίζουν να τον εξοργίζουν, νομίζεις πως θα βγουν απ'τη θέση τους. Μαζεύει φόρα και πλησιάζει απειλητικά προς το μέρος μου. Σηκώνει τα χέρια του για να με αρπάξει. Και τώρα Μελίνα έχεις δύο δευτερόλεπτα να αποφασίσεις. Ο χρόνος κυλάει αντίστροφα! Θα φύγεις σαν κυνηγημένο κοριτσάκι, παραδίδοντας τα όπλα και αφήνοντας τον εαυτό σου έτσι απλά να προδωθεί ή θα μείνεις να παλέψεις; Να παλέψεις με ένα χείμαρο έτοιμο να ξεχυλίσει, ένα ηφαίστειο έτοιμο να εκραγεί και να κάψει τα πάντα.
Μένω εκεί. Με πιάνει από τους ώμους και με τραντάζει. Εγώ τοποθετώ τα χέρια μου στο στέρνο του και τον πιέζω προς τα πίσω. "Εμένα κανείς δεν..." μου φωνάζει αλλά δεν τον αφήνω να ολοκοληρώσει την πρότασή του. Ο θυμός με καθοδηγεί. Ο τρόπος που μου φέρεται με εξοργίζει, με φτάνει στα όριά μου. Πως τολμά να απλώνει χέρι πάνω μου! "Εσένα κανείς τι;" του φωνάζω. "Κανείς δεν με έχει χτυπήσει! Πόσο μάλλον ένα κοριτσάκι!" λέει ενώ εξακολουθεί να με κρατάει σφιχτά πιέζοντας τα μπράτσα μου. "Μάλλον ήρθε η ώρα!" του λέω και γελώ ειρωνικά. "Σκάσε!" φωνάζει και ετοιμάζεται να ανταποδώσει το προηγούμενο χτύπημα. Του σταματώ το χέρι, τον κοιτώ αυστηρά κι έπειτα στρέφομαι προς τους φίλους του. "Τι έγινε; Σε τσούζει η ταπείνωση! Και τώρα προσπαθείς να το παίξεις αντράκι σ'εμένα μπροστά στους φίλους σου για να φαίνεσαι μάγκας;" του λέω με θάρρος. "Δεν το παίζω άντρας. Είμαι! Άντε και τώρα πήγαινε στο σπιτάκι σου, μην τα βάζεις μαζί μου! Αν μείνεις θα τις φας!"είπε. "Δεν μου λες εσύ που θα μας δείρεις κιόλας, ξέρουν άραγε οι φίλοι σου ότι τα βράδια κάθεσαι και γράφεις ερωτικά στοιχάκια;" είπα κοιτάζοντας μία εκείνον και μία τους άλλους. Εκείνος σαστίζει. Τραβά απότομα τα χέρια του από πάνω μου. Ξαφνιάστηκε. Η οργή είχε φύγει, το πρόσωπό του πλέον είναι ανέκφραστο. Μέσα από τα χείλη του ψέλισε ένα ψυχρό, κοφτό "τι;" καθώς με κοιτούσε. Ώσπου ξέσπασε σε ένα δυνατό, ψεύτικο γέλιο προσπαθώντας να κρύψει την αμηχανία. Είναι φανερό ότι προσποιείται. "Τι βλακείες είναι αυτές! Ακούς τι λες κοπέλα μου; Τίποτα άλλο θα βγάλεις από το μυαλό σου;" λέει. Εγώ δεν αντιδρώ κι εντελώς ψυχρά προχωρώ για το επόμενο χτύπημα "Μήπως ξέρουν οι φίλοι σου ότι σου αρέσει να διαβάζεις ποίηση, ότι το κορίτσι των ονείρων σου θες να σε κοιτά αληθηνά στα μάτια, ότι...". "Πως το...! Ψέματα! Ψέματα! Δεν είναι δυνατόν να την πιστεύετε;" με διέκοψε και γυρνά τώρα προς τους φίλους του που χαχανίζουν "Σκάστε!"τους λέει. Εγώ συνεχίζω για το τελειωτικό χτύπημα, σ'αυτό θα λυγίσει και θα ξεφτυλιστεί μπροστά τους! Για να μάθει με ποια τα βάζει! Αρχίζω και σιγοτραγουδώ το τραγούδι του. Εκείνος πλέον έχει μείνει άφωνος. Τα μάτια του έχουν γουρλώσει και το στώμα του είναι μισάνοιχτο. Πλέον έχει χάσει κάθε ίχνος δυναμικότητας και βρίσκεται ανίσχυρος μπροστά μου. "Εσύ..." λέει σιγανά "εσύ είσαι... Τώρα εξηγούνται όλα..." συνεχίζει με εμφανή την απογοήτευση στο πρόσωπό του. Εγώ δεν μιλώ. "Ψεύτρα! Ψεύτρα!" ξεσπά " Διπρόσωπή! Δεν μπορεί! Δεν μπορεί να την πάτησα έτσι! Τα έκανες όλα αυτά για να με ξευτιλήσεις!" φώναξε. "Όχι!"ασ'το δεν το σώζεις με τίποτα. "Τι όχι! Εγώ σε εμπιστεύτηκα τόσο βλάκας! Πως το έκανα αυτό; Κι εσύ μου έσκαβες το λάκο! Εντάξει τώρα πήρες την εκδίκησή σου για το βρισίδι που σου έριξα;" είναι έξω φρενών, νομίζω πως... Δεν μπορεί! Έχει βουρκώσει! "Δεν είχα σκοπό... Ηρέμησε λίγο!" προσπαθώ να κατευνάσω το θυμό του. Ένας από τους φίλους του βρίσκει κι αυτός ώρα να πεταχτεί! "Για κάτσε! Αλήθεια λέει αυτή;" τόση ώρα ήταν θεατές όσων γίνονταν. "Μάλλον ναι..." απαντά ο άλλος κιαι σκάνε σε δυνατά γέλια. "Φλώρε Βαγγέλη!" κοροϊδεύουν "Ξεφτύλα! Φτου σου!" συνεχίζουν. Ο Βαγγέλης είναι κατακόκκινος από θυμό και ντροπή, ιδρώτας και δάκρυα μούσκευαν το πρόσωπό του. Δεν πίστευα σ'αυτό που έβλεπα. Κλαίει; Δεν περίμενα ότι θα αντιδρούσε έτσι! Δεν έπρεπε να... "Φύγετε! Να πάτε να γαμηθείτε όλοι σας! Ωραίοι φίλοι είστε!" η φωνή του στρίγκλιζε. "Κλάψε λίγο ακόμα σαν κοριτσάκι! Χαχαχα" " Γκέι! Χαχαχα" κοροιδεύουν όλοι μαζί. "Μην τολμίσεις και μας ξαναμιλήσεις! Δεν ανήκεις πλέον στην παρέα!" λέει εκείνος με τα μακριά μαλλιά και νεύει στους άλλους να τον ακολουθήσουν. Φεύγουν. Ο Βαγγέλης κατευθύνεται προς τα εκεί που κάθονταν εξοργισμένος, αρπάζει δύο άδεια μπουκάλια μπύρας από αυτά που έπιναν και τα πετάει σ'αυτούς καθώς φεύγουν. Σκάνε ακριβώς πίσω τους κι ο τόπος γεμίζει θριμματισμένα γυαλιά. "Να πάτε στο διάολο μαλάκες!"φώναξε. Τα θραύσματα που πετάχτηκαν έχουν τραυματήσει το χέρι του που στάζει αίματα. Βρίσκεται σε κατάσταση παραφροσύνης. Γυρνά προς το μέρος μου και με κοιτά γεμάτος μίσος ενώ από τα μάτια του τρέχουν ακόμα κάποια δάκρυα. "Με πρόδωσες! Είσαι η χειρώτερη πουτάνα απ'όλες!"ξεστομίζει κι εγώ ξεσπώ σε κλάματα. "Άσε τα ψεύτικα δάκρυα! Είσαι μια κακομαθημένη τσούλα! Σ'αρέσει να παίζεις με τα αισθήματα των άλλων σαν να είναι το παιχνιδάκι σου! Σκύλα! Πόσο εύκολο σου είναι να λες ψέματα; Έχεις κάνει πολύ εξάσκηση φαίνεται." κάθε λέξη του πονά ακόμα πιο πολύ. "Σταμάτα!" του φωνάζω μέσα στα δάκρυά μου. Θέλω να πάψει! Με πληγώνει. Με πληγώνει γιατί έχει δίκιο. "Εσύ σταμάτα να προσποιήσαι! Γιατί τα ψεύτικα κλάματα σου μου τη δίνουν στα νεύρα!". "Άσε με να σου εξηγήσω..." προσπαθώ να βελτιώσω τη θέση μου. "Δεν χρειάζεται... Σε μισώ!" λέει και κάνει να φύγει.
Φεύγω τρέχοντας από εκεί. Κλαίω και τρέχω ταυτόχρονα. Ανεβαίνω τις σκάλες, μπαίνω στο σπίτι και κλειδώνομαι στο δωμάτιό μου. Παρατώ τα πράγματά μου, τρέχω κι ανοίγω τη μουσική. Βάζω τέρμα ένα καταθλιπτικό τραγούδι και κλαίω όσο πιο δυνατά μπορεί να βγει η φωνή μου. Έχει δικιο. Τον πλήγωσα. Είμαι σκύλα. Πως μου φέρθηκε έτσι! "Σε μισώ!". Σκέψεις... Δεν θέλω να θυμάμαι! Η μαμά μου ανήσυχη χτυπά την πόρτα και φωνάζει να της ανοίξω. Δυναμώνω πιο πολύ τη μουσική.Θα γίνει επιτέλους το μίσος πάθος; Ποια σιγανά ποταμάκια θα ξεχυλίσουν; Όλες οι εξελίξεις στα παρακάτω κεφάλαια! KEEP READING και αν θέλετε ψηφίστε ή γράψτε μου τη γνώμη σας.
VOCÊ ESTÁ LENDO
Η χροιά του σκοταδιού σου
Ficção AdolescenteΗ 17χρονη Μελίνα γνωρίζει για πρώτη φορά την αγάπη σε ένα μυστηριώδες αγόρι, τον Βαγγέλη που κρύβεται πίσω από την εικόνα του σκληρού, απόμακρου και μοναχικού τύπου. Παρά τις προειδοποιήσεις των γύρω της αφήνει τον εαυτό της να τον ερωτευτεί ελπίζον...