Κεφάλαιο Τριακοστό δεύτερο,

584 98 3
                                    

Ο Aaron έφτασε στο δωμάτιο της Νάντια, αλλά βρήκε την πόρτα κλειστή. Προσπάθησε να την σπρώξει, αλλά κάτι βαρύ βρισκόταν από πίσω. Από μέσα άκουγε το ισχνό ήχο από την ανάσα της Νάντια, που προσπαθούσε να συνέλθει. Είχε αποτύχει παταγωδώς στο να την κάνει να ξεχαστεί για μερικές μέρες και να θυμηθεί πως ήταν η ζωή της, πριν αυτή αρχίσει να γκρεμίζεται. Έπρεπε να είχε προσπαθήσει περισσότερο, γιατί ο ίδιος ήταν σε θέση να γνωρίζει πως τα πράγματα θα γίνονταν πολύ χειρότερα τα επόμενα εικοσιτετράωρα. Θα μισούσε τον εαυτό του, αν η Νάντια κοιτούσε πίσω, στις ένδοξες μέρες της ζωής της και θυμόταν πως οι ελάχιστες ώρες που είχε περάσει με τους αγαπημένους της ήταν γεμάτες διαμάχες και πόνο. Χτύπησε απαλά την πόρτα, αλλά δεν πηρέ απάντηση.

"Νάντια;" Τίποτα. "Έλα, βγες έξω. Όλα είναι καλά. Δεν έχω χτυπήσει καθόλου."

"Φύγε! Θέλω να μείνω μόνη μου."

"Σε παρακαλώ βγες λίγο έξω να σου εξηγήσω."

"Δεν νομίζεις ότι έχεις να δώσεις περισσότερες εξηγήσεις στον Τζο, παρά σε εμένα;" Του φώναξε πίσω απ'την πόρτα.

"Δεν δίνω αναφορά σε κανένα άλλο εκτός από εσένα. Δεν έκανα τίποτα κακό. Η πιτσιρίκα το ήθελε εξίσου το ίδιο."

Η Νάντια έσπρωξε το έπιπλο που έφραζε την πόρτα και την άνοιξε με φόρα. Τα μακριά μαύρα της μαλλιά ήταν ανακατεμένα και τα μάτια της φάνταζαν πιο κίτρινα από ποτέ. Τώρα έμοιαζε με έναν μικρό, πανέμορφο δαίμονα όσο ποτέ άλλοτε. "Aaron, πόσες φορές θα σου πω να μην λες την κολλητή μου πιτσιρίκα. Το ξέρεις ότι δεν αρέσει καθόλου στην Ειρέν." Τα μάτια της έλαμψαν καθώς η απάντηση της βγήκε εντελώς φυσικά. Ήταν σαν όλα τα κομμάτια να έμπαιναν επιτέλους σε μια σειρά. Είχε κάνει ακριβώς την ίδια συζήτηση, πριν από χρόνια, με κάποιον άλλο. Κάποιον με τον οποίο μοιράζονταν το ίδιο όνομα.

Ο Aaron το παρατήρησε επίσης." Ότι πεις, εγώ είμαι εδώ για να σε προσέχω. Για ότι άλλο προκύψει δεν δίνω αναφορά σε κανέναν." Έκανε μεταβολή και έφυγε, βρίζοντας ασταμάτητα."

Η Νάντια έκλεισε την πόρτα, έχοντας σαστίσει. Δεν μπορούσε να το πιστέψει, αλλά πλέον ήταν σίγουρη. Όσο πιο πολύ το σκεφτόταν, τόσο δεν μπορούσε να αναπνεύσει σωστά. Τα χέρια της έκαιγαν και ο λαιμός της ήταν στεγνός. Είχε μια άγρια επιθυμία να εκραγεί, να σπάσει τα πάντα γύρο της. Το δωμάτιο έκανε κύκλους και το φως έπαιζε παιχνίδια μαζί της. Την μία γινόταν απίστευτα έντονο και την αμέσως επόμενη, αποτραβιόταν και άφηνε τα πάντα στο σκοτάδι. Οι σκιές ήρθαν για να γεμίσουν την μοναξιά της κοπέλας. Την χάιδευαν και της ψιθύριζαν γλυκόλογα όπως κάνουν οι ερωτευμένοι μεταξύ τους και οι δούλοι στους αφέντες τους. Αγκάλιασέ μας, Νάντια, εξουσίασε μας. Κάνε μας δικές σου και εμείς θα σου δώσουμε ότι επιθύμησες περισσότερο στην ζωή σου.

Η Τελευταία ΖωήWhere stories live. Discover now