Αυτό το κεφάλαιο είναι αφιερωμένο σε όλους εσάς τους σιωπηλός αναγνώστες που είτε ντρέπεστε να σχολιάσετε (φταίω και εγώ που μερικές φορές δαγκώνω😂) είτε δεν το βρίσκεται σκόπιμο. Αυτό δεν σημαίνει πως η γνώμη σας δεν είναι τρομερά σημαντική και θα το εκτιμούσα να άκουγα την άποψή σας.
Δικό σας ❤
***
O Zerachiel περπατούσε ανάμεσα στα πλακόστρωτα σοκάκια του βασιλείου. Δεν ήθελε να πετάξει, δεν βιαζόταν να φτάσει στο σημείο συνάντησης, ακόμα και αν αυτό σήμαινε πως η κατάσταση του Ραφαήλ θα χειροτέρευε. Και ήταν σχεδόν σίγουρος πως θα γινόταν.
Οι δρόμοι σ'αυτό το μέρος ήταν τόσο διαφορετικοί από αυτούς της γης. Μόνο άλογα ακούμπαγαν τις οπλές τους εδώ. Ούτε αυτοκίνητα, ούτε μηχανές. Ήταν ευγνώμον που οι άγγελοι απαξιούσαν για την γήινη τεχνολογία. Τα πλάσματα της γης έβρισκαν παρηγοριά στο να περπατάνε και έτσι έκανε και αυτός, τους βοηθούσε να σκεφτούν και ο Zerachiel χρειαζόταν λίγο χρόνο να τακτοποιήσει τις σκέψεις του, πριν δημιουργήσουν μια μαύρη τρύπα στο κεφάλι του, που θα κατάπινε τα πάντα.
Τον πονούσε η κατάσταση στην οποία βρισκόταν και ο φόβος τον ακινητοποιούσε. Φόβος πως σε όλο το μεγαλείο της αιωνιότητάς του, δεν είχε αγαπήσει άλλη γυναίκα, πέραν της Νάντια. Φόβος πως δεν θα βρει ξανά αυτό που είχε. Η οικειότητα που είχαν αποκτήσει ήταν η παρηγοριά του, σε αυτόν τον σκληρό κόσμο. Εξαιτίας της είχε λατρέψει ότι βρισκόταν τριγύρω της, αλλά πλέον ήξερε πως ολόκληρη γη δεν θα τον χωρούσε, θα του ήταν αδιάφορη, όταν αυτή δεν θα ήταν εκεί να την φωτίζει.
Τον είχε αγαπήσει, το ήξερε, το ένιωθε και το κορμί του μούδιαζε όταν σκεφτόταν πως δεν θα βρεθεί άλλο άτομο στο σύμπαν να το κάνει. Ήταν μόνος του, ολομόναχος. Αυτός και οι καταστροφικές του σκέψεις.
Φτάνοντας στα τείχη, φόρεσε το γοητευτικό του ύφος, κρύβοντας την οδύνη πίσω από το χρονιά σμιλεμένο προσωπείο του αδιάφορου Νάρκισσου.
Ανέβηκε τα σκαλοπάτια που οδηγούσαν στο υψηλότερο σημείο του τείχους. Από εκεί θα άνοιγαν μια μικρή πύλη, που θα του επέτρεπε να περάσει εκτός πόλης, για να συναντήσει του Λούσιφερ.
Όσο και αν δεν το έδειχνε τον πλήγωνε το γεγονός ότι δεν ενδιέφερε κανέναν αν πάθει κάτι. Τον έδωσαν στεγνά, στέλνοντάς τον μόνο και εκτεθειμένο. Κανένας δεν διαμαρτυρήθηκε, δεν αντιστάθηκε. Φυσικά ήξερε πως του άξιζε αυτή η συμπεριφορά. Αντιμετώπιζε τα πάντα με ψυχρότητα, χωρίς να δίνει σε κανέναν την ευκαιρία να τον πλησιάσει. Όμως πλέον δεν είχε σημασία.
YOU ARE READING
Η Τελευταία Ζωή
ParanormalΗ ζωή της Νάντια φαίνεται ένας μικρός παράδεισος. Ότι λάμπει όμως δεν είναι χρυσός. Αν και έχει μόλις περάσει σε ένα από τα καλύτερα πανεπιστήμια της Ιρλανδίας, έχοντας το αγόρι των ονείρων της και πολλούς φίλους να την περιτριγυρίζουν, πάντα κάτι...