-Κεφάλαιο Τέταρτο-

266 47 0
                                    

Ο Στάιλς σηκώθηκε αμέσως και έτρεξε και ο ίδιος έξω.
"Στιλίνσκι" ακούστηκε να αντηχεί η αυστηρή φωνή της καθηγήτριας. Ο Στάιλς την αγνόησε...
Αντίκρισε την Χάνα να κάθεται στο έδαφος και να κλαίει με λυγμούς. 
"Χάνα;" είπε σοκαρισμένος
"Χάνα..." επανέλαβε καθώς κάθισε δίπλα της.
"Τι έγινε; Τι έπαθες;" ενδιαφέρθηκε ο νέος, αλλά η Χάνα δεν απάντησε. Αυτή κάλυπτε το πρόσωπότης, με τις παλάμες της. Ο Στάιλς δεν ήξερε τι να πει, τι να κάνει...Άνοιξε τα χέρια του και την αγκάλιασε σφιχτά -αυτό ήταν το μόνο που μπορούσε να κάνει- [...]

"Δεν ήμουν πάντα έτσι...έτσι κατάντησα" είπε παίζοντας αμήχανα με τα χέρια της.
Ο Στάιλς την είχε ηρμήσει και τώρα περπατούσαν στο πεζοδρόιο, πιο κάτω απο το σχολείο.
"Και τι άλλαξε;"
"Βλέπεις, όλοι με αποφεύγουν-"
"όλοι;" την διέκοψε.
"Ο-όχι εσύ..." ψέλισσε.
"Εσύ διαφέρεις απο τους άλλους. Είσαι ο μόνος που δεν τρέχει να ξεφύγει την χοντρή Χάνα, την μόνη-χωρίς κανέναν Χάνα...πως λοιπόν να είμαι καλά..;"
Ο Στάιλς σταμάτησε, σταμάτησε και η κοπέλα.
"Εγω όμως, δεν βλέπω καμία χοντρή Χάνα. Καμία <<ατελής Χάνα>>... ξέρεις εγώ τι βλέπω; Ένα όμορφο κορίτσι, με ένα υπέροχο χαμόγελο και δυο μάτια που λάμπουν. Είσαι υπέροχη έτσι όπως έισαι Χάνα...και δεν είσαι μόνη! Εγώ είμαι εδω, για σένα"
Την αγκάλιασε. Η λύπη της αποχωρούσε σιγά σιγά...Ήταν ωραία εκεί, μακάρι να έμενε. Εκεί, στην αγκαλιά του -για πάντα-.
Το κουδούνι του σχολείου χτύπησε...η Χάνα κοίταξεπρος το σχολείο.
"Δεν θα έρθεις;" την ρώτησε
"Εεμ..όχι. Προτιμώ να πάω σπίτι, να ξεκουραστώ"
"Εσύ ξέρεις.." είπε με την λύπη στην φωνή του και διασχίζοντας τον δρόμο, μπήκε ξανά στο προαύλιο του σχολείου...

Η Χάνα μπήκε στο σπίτι, πέταξε την τσάντα της κάτω, δίπλα στον διθέσιο καναπέ. Οι γονείς της έλειπαν. Η ίδια ανέβηκε πάνω, πήγε στο δωμάτιό της.
Καθως πήγε να ξαπλώσει, πέρασε απέναντι απο τον καθρεφτη. Πήγε λίγα βήματα πίσω και κοίταξε ξανά τον εαυτό της πάνω σε αυτόν. Κοίταξε τα πόδια της, μετά, κοίταξε την κοιλιά της. Σιγανά σήκωσε την μπλούζα, αλλά μετά το κατέβασε γρήγορα -ντρεπόταν απο τον εαυτό της- Τέλος, κοίταξε το πρόσωπό της. Έμεινε εκεί. Κοίταζε ταμάτια της...
"Ξέρεις εγώ τι βλέπω; Ένα όμορφο κορίτσι με ένα υπέροχο χαμόγελο και δυο μάτια που λάμπουν"
η φωνή του Σταιλς αντηχούσε μέσα στο κεφάλι της. Χαμογέλασε για να δει -αν όντως-
"Καμαρώνεις την 'κορμάρα' σου;" ακούστηκε ο Τζάκσον που πέρσα απ'έξω.
"Γελοία!" ακούστηκε ξανά η σαρκαστική φωνή του, που ερχόταν -μάλλον- απο το μπάνιο.
Η Χάνα έτρεξε έτρεξε και κλείδωσε την πόρτα του δωματίου της με φορα. Αυτήν την φορά, δεν στάθηκε απέναντι απο τον καθρέφτη. Αυτήν την φορά, κάθισε κατ'ευθείαν κάτω, Ανάμεσα στην μπαλκονόποτρα και το κρεβάτι της.

Ήταν μόνη της. Απο πάντα. Συχνά χάνονταν στις σκέψεις του ονειροπόλου μυαλού της. Ήταν τόσο απομονομένη, δεν είχε φίλους -ή τουλάχιστον έτσι νόμιζε-

Πολλές φορές αποφάσιζε να ζωγραφίσει. Λάτρευε την ζωγραφική. Μόνο που το έκανε λίγο διαφορετικά... -ζωγράφιζε πάνω στο δέρμα της-
Της άρεσε. Ένιωθε το σώμα της να γινόταν έργο τέχνης. Έπαινρε τις λεπίδες, που τις είχε κρυμμένες δτο χαριτωμένο κουτάκι, κάτω απο το κρεβάτι της. Ζωγράφιζε.
Σχημάτιζε πολλές -πάρα πολλές- καλλιτεχνικές γραμμές. Είχε ταλέντο, ένιωθε όμορφα.
-ίσως τελικά, να ήταν καλή μόνο σε αυτό-
Σαν να έφευγε η μοναξιά απο μέσα της. Όλη η λύπη, αναχωρούσε απο το σώμα της -αλλά πιο πολύ απο τα μάτια της- Δεν έκλαιγε όταν ζωγράφιζε.
Απλά αφαιρούσε την μοναξιά, καθώς οι λεπίδες -σαν πινέλα- διέσχιζαν το ανοιχτόχρωμο της δέρμα...

I am not a hero #AACDonde viven las historias. Descúbrelo ahora