-Κεφάλαιο ΔέκατοΈβδομο-

147 23 9
                                    

Ξημέρωσε, η ώρα είναι 6:30 περίπου.Οι πρώτες ηλιαχτίδες της ημέρας χτυπάνε το πρόσωπο του Στάιλς που είναι κουρασμένο. Δεν κοιμήθηκε ολόκληρη νύχτα, ίσως ειχε αποκοιμηθεί για μια ώρα περίπου, αλλά δεν μπόρεσε περισσότερο. Σηκώθηκε και κατεβηκε κάτω. Ο Τζάκσον ξάπλωνε στον καναπέ του σαλονιού, διπλα στο παράθυρο.
Ο Στάιλς πηγε κατ'ευθείαν στο ψυγείο, διψούσε. Ύστερα πήρε την ζακέτα του, που ήταν κρεμασμένη στην καρεκλα και βγήκε έξω. Έκανε ψύχρα, αλλά ήθελε να πάρει λίγο αέρα. Κοίταξε για λίγα λεπτά ακόμα το σπίτι δίπλα και βγήκε στον δρόμο...

[...]Δεν πέθανε, δεν μπορεί να πέθανε. Θα λύσω αυτό το θέμα...ή ίσως, πρέπει να δω το πτώμα
Σκεφτόταν καθώς προχωρούσε προς το σπίτι. Για καλή του τύχη, συνάντησε τον πατέρα του που μόλις έβγαινε απο το σπίτι.
"Μπαμπά!" είπε τρέχοντας δίπλα του
"Στάιλς, μα που ήσουν;"
"Είχα πάει για περπάτημα...μπαμπά, θέλω μια χαρη"
"Ότι θες αγόρι μου!" είπε χτυπώντας τον απαλά στην πλάτη
"Θέλω να δω το πτώμα" είπε ξαφνιάζοντάς τον.
Ο Σερίφης δεν απάντησε.
"Λοιπόν;"
"Οχι, όχι αυτό δεν γίνεται" είπε κουνόντας αρνητικά το κεφάλι του
"Μα γιατί; Θέλω να δω αν είναι όντως νεκρή, που δεν είναι"
"Γιέ μου" τον πλησίασε
"Είναι δύσκολο να παραδεχτείς την αλήθεια, σε καταλαβαίνω...όταν πέθανε η μαμά σ-"
"Σταμάτα μπαμπά. Την είδες όταν πέθανε όμως, γιατί πέθανε στα χέρια σου!"
Αυτή η υπενθύμηση ήταν σαν εκατοντάδες μαχαιριές. Ο Σερίφης σήκωσε το χέρι του, κούνησε αρνητικά το κεφάλι του και έφυγε μερικά βήματα πίσω.
"Όχι" παραμίλησε
"Όχι" είπε ξανά καθώς μπήκε στο περιπολικό και πήρε δρόμο για το τμήμα.
"Γαμώτο!" έβρισε και αμέσως δόνησε το κινητό του. Ήταν ο Σκότ.
"Ναι;"
"Άκουσα τα γεγονότα Στάιλς και...λυπάμαι"
"Είναι εντάξει Σκοτ,να σαι καλα"
"Εμμ Στάιλς-" τον πρόλαβε πριν κλείσουν το τηλέφωνο.
"Ναι;"
"Θα ρωτούσα μήπως...αν θες βέβαια και αν μπορείς, απόψε να μαζευτούμε στο σπίτι μου, ή σου και να καθίσουμε σαν φίλοι και.."
"Θα το ήθελα Σκοτ, μα ειμαι πολύ-"
"Θα σου κάνει καλό" τον διέκοψε με την προσπάθεια να τον πείσει
"Εντάξει, που και τι ώρα;"
"Στο δικό μου" ακούστηκε απο δίπλα του ο Λίαμ
"Εντάξει, στις 8 θα είμαι εκεί" είπε καθώς έκλεισε το τηλέφωνο.
Γυρίζοντας αντίκρισε τον Τζάκσον, με έναν καφέ στο χέρι,που μόλις έβγαινε απο το σπίτι.
"Καλημέρα" του είπε
"Καλή;" ρώτησε σαρκαστικά.
"Εντάξει..." Δεν ήξερε τι άλλο να απαντήσει, το ήξερε και ο ίδιος οτι δεν ήταν καλή η μέρα.
Ο Στάιλς τον χτύπησε απαλά στον ώμο
"Παω για ένα ντους" μουρμούρησε καθώς άνοιγε την πόρτα.

Ο Τζάκσον φορούσε μια μπορντό ζακέτα-φούτερ και κρατούσε τον καφέ του στο χέρι του, καθώς απολάμβανε το πρωινό αεράκι.
Ένα μαύρο αυτοκίνητο, σταμάτησε δίπλα στο απέναντι πεζοδρόμιο που του παρακίνησε την περιέργεια. Σε λίγο κατέβηκε μια κυρία- όχι μεγάλης ηλικίας, γύρω στα 25- με σπαστά μαλλιά και ένα όμορφό χαμόγελο.

Πλησίασε το μέρος του Τζάκσον

¡Ay! Esta imagen no sigue nuestras pautas de contenido. Para continuar la publicación, intente quitarla o subir otra.

Πλησίασε το μέρος του Τζάκσον.
"Καλημέρα, ο  κ.Τζάκσον Μαρίν;"
"Ναι, ο ίδιος"
"Είμαστε απο το γραφείο του κύριου Έικεν"
"Έικεν;"
"Είμαι η ψυχολόγος Θία Κουίν" είπε ευγανική και έδωσε το χέρι της.
"Ψυχολόγος;" ρώτησε απορρημένα.
"Ναι. Μας έστειλε ο κ.Χάρντιν Έικεν"
"Για τι;" πετάχτηκε
η κοπέλα γέλασε κοιτώντας κάτω και ύστερα τον κοίταξε.
"Γνωρίζουμε για το χθεσινοβραδινό συμβάν. Έχετε ανάγκη απο ψυχολογική υποστήριξη, σύμφωνα με τον νομο και την ασφάλειά σας.."
"Με δουλεύετε;" είπε πηγαίνοντας ένα βήμα πίσω.
"Κρατήστε τον νόμο σας για τον εαυτό σας. Εγώ δεν χρειάζομαι καμία ψυχολογική υποστήριξη, κατανοητό;" η κοπέλα γέλασε
"Δεν θα με αναγκάσετε να σας κυνηγάω συνέχεια ,έτσι;" πρόσθεσε.
"Δεν υπάρχει λόγος. Δεν θέλω να με ξαναενοχλήσετε κυρία Κουίν"
η νεαρή τον κοίταξε για μερικά δευτερόλεπτα.
"Απλώς κάνω την δουλειά μου" συνέχισε
"Φύγε.." μουρμούρησε. Η κοπέλα έκυψε το κεφαλι και γύρισε με προορισμό το μαύρο αυτοκίνητο...

~Νιώθει τα άκρα της, μπορεί να τα κουνήσει. Αλλα το κεφάλι της είναι πιασμένο, δεν μπορεί να αντιληφθεί αν τα μάτια της είναι ανοιχτά ή όχι. Παντού σκοτάδι. Προσπαθεί να πάρει μια βαθιά ανάσα, αλλά νιώθει ασφυξία. Μια μαύρη σακούλα είναι περασμένη στο κεφάλι της, δυσκολεύεται να αναπνεύσει. Αρχίζει να αντιλαμβάνεται οτι είναι ξαπλωμένη και όχι καθισμένη. Κουνάει με δυσκολία τα χέρια και τα πόδια της, είναι δεμένα. Προσπαθεί να φωνάξει, μα δεν μπορεί.
"Μάλλον ξύπνησε αφεντικό" ακούει μια αντρική φωνή αρκετά κοντά της και ανοίγει διάπλατα τα μάτια της -μα παραμένει τυφλή- . Χτυπιέται για λίγο ακόμα ώσπου νιώθει έναν δυνατό πόνο στην μέση της και φεύγει όλη η δύναμή της, κλείνει τα μάτια της για άλλη μια φορά~

___

Λοιπον γιατί δεν είμαι κακιά: σκεφτόμουν να μην σας δώσω ακόμα στοιχεία οτι η Χάνα δεν πέθανε αλλά όπως είπα, δεν είμαι κακιά. (στο κάτω κάτω το έλεγε και την περιγραφή) λοιπόν, πάρτε μια μικρή γεύση και περιμένετε νεξτ ;)

Vote&Comment <3

I am not a hero #AACDonde viven las historias. Descúbrelo ahora