Κεφάλαιο 39

4.6K 467 57
                                    

Ξαφνικά παρατηρώ τον Ματέο να έχει στηρίξει το σώμα του στην πόρτα του δωματίου, με σταυρωμένα χέρια κοιτώντας με, με πονηρό βλέμμα.

"Πόση ώρα είσαι εδώ?" τον κοιτάζω κοκκινισμένη από την ντροπή μου.

Με παρατηρούσε όση ώρα πόζαρα στον καθρέφτη, σαν χαζοχαρούμενο.

"Πολύ ώρα." σφίγγει τα χείλη του κοιτώντας με.

"Πώς πήγε η δουλειά?" σταυρώνω τα χέρια μου αποφεύγοντας το βλέμμα του.

"Καλά." σηκώνει τους ώμους του ενώ ταυτόχρονα γέρνει το κεφάλι του σουφρώνοντας τα χείλη του. Μπορώ να χαρακτηρίσω αυτή τη σκηνή αρκετά χαριτωμένη. 

"Θέλω να σου ζητήσω κάτι..." κάνω ένα βήμα προς το μέρος του.

Μουγκρίζει, στενεύοντας τα φρύδια του περίεργος και φτιάχνει τη στάση του σώματος του. Χώνει τα χέρια του στις τσέπες του παντελονιού του περιμένοντας με.

"Βρήκα δουλειά σε μια καφετέρια..."

"Ούτε να το σκέφτεσαι!" αμέσως με διακόπτει πριν προλάβω να ολοκληρώσω την πρόταση μου. Η έκφραση του προσώπου του ήταν αρκετά ήρεμη, σαν να είχε πάρει την απόφαση πριν καν του μιλήσω. 

"Για ποιον λόγο?" τον ρωτάω απορημένη.

"Αν θες λεφτά, ζήτα μου και θα σου δώσω."

"Δεν θέλω να ζητάω συνέχεια λεφτά από εσένα. Βαρέθηκα!" προσπαθώ να του εξηγήσω εκνευρισμένη.

"Κάνε τις δουλειές του σπιτιού..." αλλάζει το βλέμμα του ανασηκώνοντας ξανά τους ώμους του. Τον πλησιάζω.

"Θέλω να πάω." τον κοιτάζω επίμονα στα μάτια προσπαθώντας να τον πείσω. Αναστενάζει.

"Έλι δεν ξέρω." κουνάει το κεφάλι του αρνητικά.

Παραιτούμαι και πλησιάζω το κρεβάτι, βάζοντας το μαύρο κολάν που είχα στα χέρια μου.

"Αύριο θέλω να ντυθείς καλά." απομακρύνεται από το δωμάτιο.

"Για ποιο λόγο?" ρωτάω απορημένη και σηκώνομαι από το κρεβάτι αλλά είχε ήδη φύγει. 

"Πολλά ρωτάς." ακούω τα βήματα του να απομακρύνονται προς τη σκάλα. Αναστενάζω.  

Κι όμως, αύριο ήταν η ημέρα Χριστουγέννων και δεν το είχα πάρει καθόλου είδηση. Πόσο μου είχε λείψει. Πόσο καιρό είχα να γιορτάσω τα Χριστούγεννα... Πόσο καιρό έχω να νιώσω μια τόσο μεγάλη ευχαρίστηση.


--------------------


Μόλις ανοίξω τα μάτια μου το επόμενο πρωί, παρατηρώ δίπλα στο κρεβάτι μου δύο μακρόστενα, μαύρα κουτιά με φούξια κορδέλα.

Ο ΚΑΣΤΑΝΟΞΑΝΘΟΣ • 𝐒𝐞𝐜𝐨𝐧𝐝 𝐁𝐨𝐨𝐤 •Where stories live. Discover now