Vangelis' POV
Ακούω το κουδούνι της εξώπορτας να χτυπά και κρύβω πρόχειρα το κουτάκι που κρατάω στα χέρια μου, πίσω από το κουτί με τα ξυριστικά μου. Ρίχνω λίγο νερό στα χέρια μου για ξεκάρφωμα και βγαίνω βιαστικά από το μπάνιο για να δω ποιος ήρθε.
Νομίζω πως όταν άκουσα τον Μάρκο να φωνάζει «μαμά», έχασα το χρώμα μου και τη γη κάτω από τα πόδια μου!
Αντικρίζω έντρομος τη μοναδική γυναίκα που μισώ και αποφεύγω όπως ο διάολος το λιβάνι να στέκεται στη πόρτα του σπιτιού μου και να αγκαλιάζει τον γιο της. Λίγο πιο δίπλα, η Μαρίλια στέκει παγωμένη και χλωμή να κοιτάζει αυτή τη, θα μπορούσε να πει κάποιος που δεν γνωρίζει, τρυφερή στιγμή...
Τρέχω προς το μέρος της Μαρίλιας και την αγκαλιάζω απαλά από τους ώμους, «Μωρό μου, πηγαινε να ξαπλώσεις σιγά-σιγά και έρχομαι, ναι;» λέω τρυφερά. Μοιάζει να αγνοεί την ύπαρξη μου καθώς, κυριολεκτικά, αρπάζει τον Μάρκο από τα χέρια της Χρύσας.
«Μην τον αγγίζεις.» λέει ψυχρά. Γυρίζω πίσω μου για να βρω τον Άγγελο και τον βλέπω να μας κοίτα φανερά σοκαρισμένος λίγο πιο πίσω.
«Μην είσαι μαλακας! Συνελθε!» Του φωνάζω εκτός εαυτού. Φαίνεται να βρίσκει την αυτοκυριαρχια του καθώς πλησιάζει προς το μέρος μας και παίρνει τον Μάρκο στην αγκαλιά του.
«Πάμε μέσα, μικρέ.» σχεδόν τον διατάζει. Η Χρύσα κοιτάζει εξοργισμένη τον Άγγελο να σηκώνει στην αγκαλιά του τον Μάρκο που προσπαθεί απεγνωσμένα να ξεφύγει για να πάει στη μαμά του.
Μικρός και αθώος, που να 'ξερε πόσο επικίνδυνη είναι και πως όλο αυτό γίνεται καθαρά για τη δική του ψυχική υγεία και ηρεμία...
«Τι στον διαολο θες εδώ;!» προσπαθώ με χίλια ζόρια να κρατήσω τη φωνή μου χαμηλή ενώ την τραβάω έξω από το σπίτι. Αντιστέκεται και τα νεύρα μου με ξεπερνούν. «Έξω από το σπίτι μου. Τώρα!» φωνάζω εκτός εαυτού. Νιώθω την Μαρίλια να προσπαθεί να με συγκρατήσει και απομακρύνομαι αμέσως, σχεδόν σέρνοντας τη Χρύσα μαζί μου.
«Μαρίλια, πήγαινε μέσα σε παρακαλώ πολύ!» προσπαθώ να ακουστώ όσο πιο τρυφερός γίνεται.
«Βαγγέλη...» προσπαθεί να με προσεγγίσει, αλλά αυτή τη στιγμή τα βλέπω όλα κόκκινα. Νιώθω σαν μαινόμενος ταύρος σε γυαλοπωλειο!
«Χρύσα, τι κάνεις εδώ;» επιμένω ακάθεκτος. Εκείνη στηρίζεται όλο αέρα στον τοίχο και κλείνει τη πόρτα πίσω της. Χριστέ μου, θα την χτυπήσω αν συνεχίσει έτσι!
Και όχι, δεν είναι του στυλ μου να χτυπάω γυναίκες, όμως η συγκεκριμένη θέλει ένα γερό χέρι ξύλο για να έρθει στα καλά της.
«Ήρθα για να διεκδικήσω ό,τι μου ανήκει.» λέει όλο θράσος. «Και να καταστρέψω ό,τι αγαπάς.» συνεχίζει. Χριστέ μου, είναι πραγματικά άρρωστη. Γελάει αρρωστημένα καθώς την κοιτάζω με γουρλωμένα ματιά.
Κοιτάζω πιο πίσω μου την Μαρίλια. Στέκεται στη γωνία και γλυστρά στον τοίχο, πέφτοντας στο πάτωμα καθώς ακούει την απειλή της Χρύσας.
«Κόψε την κόκα, σου έχει γαμησει το μυαλό και δεν ξέρεις τι λες!» ωρυομαι.
«Εσύ μου έχεις γαμήσει το μυαλό!» ουρλιάζει. Ύστερα φέρνει τον δείκτη της στα χείλη της και με κοιτάζει με το πιο διεστραμμένο βλέμμα που έχω δει ποτέ μου. «Μην φωνάζεις! Θα μας ακούσει ο μικρός!» ψιθυρίζει. Την κοιτάζω σαν να έχει βγάλει δεύτερο κεφάλι. Είναι τελείως τρελή, Χριστέ μου!
«Πως ακριβώς σου γαμησα το μυαλό, Χρύσα;!»
«Γιατί με εκείνη; Γιατί δέχτηκες το δικό της παιδί και όχι το δικό μου; Γιατί ρε;!» φωνάζει.
«Χρύσα, το δικό σου παιδί δεν υπήρξε ποτέ δικό μου. Με απατησες, θυμάσαι; Έμεινες έγκυος από άλλον και προσπάθησες να με κοροϊδέψεις! Ξέχασες κάτι όμως Χρύσα. Δεν ήμουν πια το παιδί που γνώρισες στο Λύκειο. Δεν είμαι πια το κορόιδο που έμπλεξες στο αλκοόλ και τις ουσίες. Γι'αυτό ξεκόλλα τη ζωή σου, φύγε από το σπίτι μου και μην με ξαναενοχλήσεις!»
«Τι δεν υπήρξε ποτέ δικό σου, Βαγγέλη; Ο γιος μου είναι δικός σου!» ουρλιάζει εκτός εαυτού. Προσπαθώ να μην αφήσω τα παιχνίδια του μυαλού της να θολώσουν την κρίση μου.
Γυρίζω να πω στην Μαρίλια για εκατοστή φορά να πάει μέσα, και αντικρίζω το χλωμό πρόσωπο της. Όσο σκέφτομαι πως ταλαιπωρείται εξαιτίας μου για ακόμη μια φορά στη κατάστασή της, τρελαίνομαι!
«Μωρό μου, σε παρακαλώ! Πήγαινε μέσα!» παρακαλάω. Κουνάει το κεφάλι της πέρα δώθε. Φαίνεται ταραγμένη! Κάνω κίνηση να την πλησιάσω, όμως ο τρόμος στο πρόσωπό της με κάνει να παγώσω στη θέση μου.
«Βαγγέλη, πρόσεχε!» βγαίνει δυνατή η ξεψυχισμένη φωνή της. Θυμίζει κραυγή ενός πληγωμένου ζώου...
Κοιτάζω πίσω μου και αντιλαμβάνομαι επιτέλους την πηγή του τρόμου της. Η Χρύσα στέκεται στη πορτα, κοιτώντας με, με ένα διεστραμμένο χαμόγελο στα χείλη της, ενώ με σημαδεύει με ένα πιστόλι.
«Κάνε ένα βήμα πιο κοντά της» λέει «και την τινάζω τα μυαλά στον αέρα!» συνεχίζει καθώς στρέφει τη κάνη του όπλου προς το μέρος της Μαρίλιας.
Γαμωτο μου, τι παράνοια είναι αυτή;!
____________
Γνωρίζω ότι είμαι απαράδεκτη που δεν ανεβάζω. Έχω πολλά στο μυαλό μου αυτή τη περιοδο...συγγνωμη....❤️
أنت تقرأ
Απέναντι. (sequel Πυξίδα)
أدب الهواةΜετά από όλο αυτό το διάστημα κατάλαβα δύο βασικά πράγματα. Ενώ εγώ αναπολούσα, θυμόμουν. Μα εκείνος ενώ αναπολούσε, ξεχνούσε. Γιατί όταν αναπολούσα έκλαιγα, μα εκείνος γελούσε. Γιατί όταν του είπα ''θυμήσου'' εκείνος χαμογέλασε ειρωνικά και κούνησε...