[15]~ Ο πατέρας μου ~

2.3K 244 126
                                    

| How To Forget |

| my dad |

28 days before...

«Μπα-μπα;» ρώτησα με γουρλωμένα μάτια και εκείνος κατευθύνθηκε προς το μέρος μου.

«Πως... Βγήκες από το ίδρυμα;» ρώτησε έντρομος και πήρα μια βαθιά ανάσα.

«Μεγάλη ιστορία...» απάντησα γελώντας λιγάκι και εκείνος μου ενεψε να ανοίξω την πόρτα, με το κλειδί.

«Από εδώ και στο εξής, θα έχω χρόνο.» είπε και πήγε στην βαλίτσα μέχρι το δωμάτιο.

«Η μαμά που είναι;» ρώτησα και πνίγηκε με το σάλιο του.

«Κάτσε στον καναπέ.» είπε σοβαρά και το άγχος όλο και μεγάλωνε.

Έχω ένα κακό προαίσθημα...

Έκατσε και αυτός στο άλλον καναπέ και πήρε μια βαθιά ανάσα.

«Αυτά τα έξι χρόνια Εμίλια μου δεν ήμουν διακοπές... Το ίδιο βράδυ που η μητέρα σου σε έκλεισε στο ίδρυμα, ήρθε στο σπίτι με αυτόν τον γελοίο το αφεντικό της και κάνανε ότι κάνανε. Εγώ ήμουν μεθυσμένος τότε και δεν είχα πολύ καταλάβει την όλη κατάσταση. Άνοιξα την πόρτα του σπιτιού και τους είδα μαζί. Εκείνος της έδινε χρήματα, πολλά χρήματα. "Θα έρθεις μαζί μου;" την είχε ρωτήσει και εκείνη είχε συμφωνήσει. ΕΚΛΕΙΣΕ ΤΟ ΙΔΙΟ ΤΟ ΑΙΜΑ ΤΗΣ ΣΤΟ ΙΔΡΥΜΑ ΚΑΙ ΘΑ ΧΩΡΙΖΕ ΚΑΙ ΕΜΕΝΑ ΓΙΑ ΤΑ ΧΡΗΜΑΤΑ. Σε αγαπούσα Εμίλια, σε είχα σαν παιδί μου αλλά δεν άντεχα όλη αυτήν την κατάσταση που γινόταν.» είπε και γουρλωσα τα μάτια μου.

«Θα σε χώριζε για τα λεφτά; Τι εννοείς, δεν είμαι παιδί σου;» ρώτησα και ξεφυσιξε.

«Άσε με να τελειώσω και θα σου πω μετά.» είπε και εγνευσα καταφατικά.

«Αφότου έφυγε το αφεντικό της, τα έσπασα όλα.... Και όταν λέω ολα, ό,τι πιάτο και ποτήρι υπήρχε. Εκείνη μου φώναζε να σταματήσω και ότι ήταν υπέροχη ευκαιρία και θα βγάζαμε πολλά χρήματα μα δεν άντεχα άλλο την φωνή της. Πήρα ένα μαχαίρι από την κουζίνα και την μαχαίρωσα στην κοιλιά. Δεν το μετάνιωσα καθόλου όμως καθώς αργότερα, έμαθα ότι ήταν μπλεγμένη με ναρκωμανης και ότι το αφεντικό της, σχεδίαζε να την δολοφονήσει.» είπε και ξανά γουρλωσα τα μάτια μου.

Ώστε γι αυτό το μαχαίρι, γι αυτό το κρεβάτι....

«Την μαχαίρωσα και την έβαλα στο κρεβάτι. Εκείνη ακόμα ήταν ζωντανή.
Μου φώναζε να την βοηθήσω και να πάμε στο νοσοκομείο, μα ήξερε πολύ καλά ότι θα έφευγα. Πήρα στα χέρια μου την βαλίτσα με τα χρήματα και την έκανα. Το ίδιο βράδυ πήγα τα λεφτά σε εκείνους που με απειλούσαν και αφού ξεχρεωσα, πήγα και παραδόθηκα στην αστυνομία. Αυτά τα έξι χρόνια, ήμουν στην φυλακή.» είπε πάλι και σηκώθηκα όρθια.

«Πώς τα έκανες έτσι...» ψέλλισα και μου έδειξε τον καναπέ.

«Όλον αυτόν τον καιρό στην φυλακή, μιλούσα με έναν ο οποίος ήξερε την μητέρα σου. Εκείνος μου είπε ότι εκείνη πριν από εμένα, τα είχε φτιάξει με έναν γιο πλούσιας οικογένειας, ο οποίος ποτέ του δεν έμαθε ότι εκείνη ήταν έγκυος, εξαιτίας της μητέρας του που την απείλησε να εξαφανιστεί από την ζωή του γιατί ήταν κακή επιρροή. Εκείνος όμως από ότι έμαθα, άρχισε να την ψάχνει τα τελευταία χρόνια. Το μόνο στοιχείο που ξέρω είναι το επίθετο "Αργυροπουλος".» είπε και τα μάτια μου βούρκωσαν.

«Άρα... Δεν είμαι δικό σου παιδί;» ρώτησα και εγνευσε καταφατικά.

«Σου αφήνω το κλειδί Εμίλια, μπορείς να έρθεις όποτε θέλεις εδώ. Εγώ θα μαζέψω τα πράγματα μου και θα φύγω. Βρήκα δουλειά σε άλλη πόλη, μαζί με τον γνωστό της μητέρας σου και θα φύγουμε το πρωί.» είπε και σηκώθηκε όρθιος, πλησιάζοντας με και αγκαλιάζοντας με.

«Να προσέχεις...» είπε και εγνευσα καταφατικά.

«Θα προσέχω.» είπα και με αυτά, βγήκα από το σπίτι και άρχισα να περπατάω μεχρι την εκκλησία της περιοχής.

Δεν με ένοιαζε που είχε βραδιάσει για τα καλά.

Ήθελα να μιλήσω στην μητέρα μου.

"Βερόνικα Ευθυμίου" έγραφε η ταφόπλακα.

Στην φωτογραφία ήταν εκείνη με δύο άντρες.

«Μαμά...» είπα με μάτια δακρυσμένα και άγγιξα την φωτογραφία της.

«Γιατί τα έκανες όλα αυτά;» ρώτησα πάλι και ένιωσα δύο μάτια να με καίνε.

Δεν μπορεί να είναι εδώ...

«Α-Αχιλλεα;» ρώτησα μα δεν πήρα απάντηση.

Γαμω, είμαι σίγουρη ότι ήταν εδώ.

Χωρίς να σκεφτω τίποτα, πήρα το δρόμο για το σπίτι.

«Θα μας πληγώσεις Εμίλια...» η φωνή του έπαιζε σαν κασέτα στο μυαλό μου.

Χτύπησα την πόρτα και ο Ορφέας μου άνοιξε, γεμάτος ταραχή.

«Ηρθες!» φώναξε και με αγκάλιασε.

Αφού φάγαμε το βραδινό μας, ανεβήκαμε στο δωμάτιο μου.

«Πήγες στο σπίτι σου;» ρώτησε και εγνευσα καταφατικά.

«Μπορείς να με βοηθήσεις σε κάτι;» ρώτησα και εγνευσε καταφατικά.

«Μπορείς να ψάξεις πληροφορίες για έναν Αργυροπουλο;.. Αααα και αύριο θα μπορούσες να με πας να πάρω κάτι που ξέχασα;» ρώτησα και μου κράτησε το χέρι.

«Φυσικά.. » είπε και μείναμε να κοιταζόμαστε.

«Κα-καληνύχτα.» είπε και βγήκε γρήγορα από το δωμάτιο μου και αφήνοντας με μόνη, με τις αναμνήσεις.

Με τα μάτια του Αχιλλέα...

Πως Να Ξεχάσεις {HTF}|✓Tempat cerita menjadi hidup. Temukan sekarang