Κεφάλαιο 44

81 4 0
                                    

Μερικές φορές όλα δείχνουν να φτιάχνουν αλλά στην πραγματικότητα το σύμπαν συνωμοτεί για να τα γκρεμίσει όλα και να σε φτάσει στο μηδέν. Κάθε βράδυ κοιμάμαι και τα μάτια μου γεμίζουν δάκρυα πριν με πάρει ο ύπνος. Το παράπονο περαμένει εκεί, ένας κόμπος που με πνίγει και τρυπάει το στομάχι μου. Την αγαπούσα την γιαγιά μου, ακόμη την αγαπάω. Νόμιζα ότι αυτός ο πόνος θα περάσει, ότι δεν θα με βασανίζει κάθε βράδυ. Είναι βράδια που κοιμάμαι με τον Βαγγέλη και με πιάνουν τα κλάματα στα βουβά για να μην τον ξυπνήσω. Κρύβομαι, η γιαγιά είναι ο θάνατος που δεν έχει ξεσπάσει ακόμη και τώρα. Ίσως να κλαίω γιατί κάθε βράδυ επικοινωνεί μαζί μου, μου εμφανίζει συνέχεια αναμνήσεις είτε με τον παππού μου, είτε με τον παππού του Βαγγέλη, είτε μαζί μου.

Ένα χρόνο τώρα σχεδόν έχω ξεχάσει πως έχω την δική μου ζωή. Ζω για το βράδυ που θα κοιμηθώ και θα την ξανά νιώσω, μου λείπει και της λείπω. Ήμουν η αδυναμία της, το ήξερα και τότε αλλά περισσότερο το ξέρω τώρα. Όταν γεννήθηκα ήταν ταυτόχρονα η καλύτερη και η χειρότερη μέρα της ζωής της. Το ήξερε ότι είχα την μετάλλαξη, ήταν πανέξυπνη και είχε συνδέσει τις μέρες από τον θάνατο της γιαγιάς της με την γέννηση μου. Πλέον το ξέρω ότι ο θάνατος της γιαγιάς μου, έφερε τεράστια αμηχανία στην φύση της μετάλλαξης μας. Ειδικά σε συνδυασμό με τον θάνατο του παππού του Βαγγέλη. Μείναμε τέσσερις, ενώ έπρεπε να είμαστε πέντε. Όλοι οι συγγενείς μας υποβλήθηκαν στην εξέταση και βρήκαμε τους άλλους δύο που φέρουν την μετάλλαξη η Κοραλλένια και ο ανιψιός του Βαγγέλη που είναι έξι μηνών μωράκι.

Είμαι και σήμερα ξύπνια και η ώρα έχει πάει τρεις, δεν λέει να με πάρει ο ύπνος. Μακάρι να ήμουν με τον Βαγγέλη τώρα, τουλάχιστον θα τον παρατηρούσα να κοιμάται και θα χαλάρωνα. Όταν είμαι μόνη μου νιώθω μια πίεση να κοιμηθώ που έχει τα αντίθετα αποτελέσματα. Αν έμενα μόνη μου θα έβγαινα μια βόλτα έξω για να ηρεμήσω, δυστυχώς όμως δεν μπορώ να φύγω, θα αναστατωθεί ολόκληρο το σπίτι.

Κλείνω τα μάτια μου και μία μεγάλη ζάλη με κατακλύζει, επιτέλους.

Το γκαζάκι είναι ανοιχτό και ο ελληνικός κοχλάζει μέσα του, το απογευματινό μου καφεδάκι θα είναι έτοιμο σε ένα λεπτό. Σε λίγο θα ξεκινήσει η αγαπημένη μου σειρά και όλα θα είναι έτοιμα, αν ήταν ο Βασίλης εδώ θα πίναμε μαζί τον καφέ μας. Τώρα θα με βλέπει από πάνω και θα με κοροϊδεύει που παρακολουθώ αυτήν την σειρά. Τα δάκρυα μου κάνουν την εμφάνιση τους αλλά δεν τα αφήνω να ξεχειλίσουν, έφυγαν και οι δύο πριν από εμένα. Μακάρι να μπορούσα να είμαι με τον Χρήστο έστω και τώρα στα τελευταία μας. Ο Χρήστος δεν μου λείπει όμως τόσο, επικοινωνεί μαζί μου ανά τακτά χρονικά διαστήματα. Μπορεί να μην ζήσαμε μαζί αλλά ζήσαμε και οι δύο καλά, εκείνος με την οικογένεια του και εγώ με την δική μου. Πιο πολύ μου λείπει ο άντρας μου, δεν τον βλέπω στον ύπνο μου, δεν μπορώ να επισκεφτώ το μνήμα του. Ο Βασίλης ήταν πολύ σημαντικός για μένα. Ήταν ο καλύτερος μου φίλος, ο συνοδοιπόρος μου και το στήριγμα μου. Εκείνος όμως ήταν ό,τι πιο δυνατό και ζωντανό έζησα στην ζωή μου, είναι ακόμη κοντά μου, πάντα ήταν. Τον μίσησα όταν με άφησε και γύρισε πίσω στην Θεσσαλονίκη, τον μίσησα όταν με πρόδωσε και παντρεύτηκε την Εύα. Τον περίμενα ακόμη και πριν παντρευτώ, ήθελα να έρθει και να με αρπάξει.

Όταν ο ουρανός συννεφιάζειWhere stories live. Discover now