Κεφάλαιο 40

80 2 0
                                    

Tα δάκρυα μου δεν μπορούν να σταματήσουν να εμφανίζονται, ενώ στέκομαι μπροστά από το πτώμα της αγαπημένης μου γιαγιάς. Ο Βαγγέλης βρίσκεται ακριβώς απέναντί μου και με παρατηρεί να κλαίω με πολύ θλιβερό βλέμμα. Η μητέρα μου κάθεται δίπλα στην γιαγιά μου και δεν έχει σταματήσει να κλαίει και να μιλάει, να φωνάζει για τον άδικο χαμό της. Έξω από την εκκλησία ακούγονται τα μπουμπουνητά από την καταιγίδα που δεσπόζει όλη μέρα σήμερα. Μέσα σε ένα χρόνο δύο απώλειες!

Παρ'όλο που είναι 13 Ιουνίου βρέχει ακατάπαυστα και όλοι θρηνούμε μέσα στα μαύρα μας ρούχα. Όλα μου φαίνονται πολύ παράξενα πλέον, η γιαγιά πέθανε αλλά όχι εξαιτίας της ασθένειας της. Η αιτία του θανάτου ήταν πνιγμός, μας είπαν ότι αυτοκτόνησε αλλά δεν μου κολλάει.

Κάθε φορά που το σκέφτομαι φουντώνω μέσα μου, δεν θέλω να έχει πεθάνει, δεν θέλω να έχει αυτοκτονήσει, δεν βρίσκω τον λόγο. Οι γιατροί μας είπαν ότι πονούσε και για αυτό το έκανε αλλά εγώ ξέρω πως η γιαγιά μου δεν ήταν δειλή, άντεχε τον πόνο. Ζούσε με αυτόν τον πόνο εδώ και 13 χρόνια, πως ξαφνικά αποφάσισε ότι δεν μπορεί άλλο;

Η διαδικασία μεταφοράς της σορού ήταν ακόμα πιο επίπονη, αναγκάστηκε να μείνει δυο μέρες σε ένα ψυγείο. Ποια είναι η σωτηρία της ψυχής σε αυτό το παραλήρημα, ποια είναι η σωτηρία του σώματος; Για να την βλέπω εδώ μπροστά μου παγωμένη και χλωμή; Εγώ δεν θέλω να θυμάμαι έτσι την γιαγιά μου, θέλω να την θυμάμαι ροδαλή και ζωντανή και ας ζω σε ένα ψέμα.

Το γεγονός ότι ο Βαγγέλης με ακολούθησε μέχρι εδώ μου δίνει πίστη, μετά από αυτό μπορούμε να καταφέρουμε τα πάντα. Ξανά εστιάζω σε εκείνον, τα μάτια του είναι θολά, η επιδερμίδα του ωχρή. Σαφώς και έχει ξενυχτίσει, μαζί ήμασταν χθες και ξέρω ότι με κράτησε στην αγκαλιά του όλο το βράδυ και με άκουγε να κλαίω χωρίς εκείνος να λυγίσει. Την γνώρισε την γιαγιά μου την αγαπούσε και την ένιωθε δικό του άνθρωπο, τουλάχιστον το τελευταίο τετράμηνο. Έχασε τον παππού του και βρήκε την γιαγιά μου. Τώρα έχασε την γιαγιά μου, μαζί και τον παππού του. Πάντα πίστευα ότι δεν είχε καταλάβει το θάνατο του, εξαιτίας της. Ο τρόπος που μιλούσαν οι δυο τους για το παρελθόν, ήταν σαν να τον ζωντάνευαν και να τον ανάγκαζαν να ζήσει από την αρχή μέχρι το τέλος.

Κυριάρχησε το σκοτάδι τελικά, το σκοτάδι της ψυχής, το σκοτάδι της χαράς, το σκοτάδι της λύπης. Πρέπει να καταλάβετε, δεν είμαστε ξεχωριστοί από όλους τους υπόλοιπους ανθρώπους, χαιρόμαστε με τις χαρές και λυπόμαστε με τις λύπες. Πως θα μπορούσαμε να νιώσουμε την χαρά αν δεν υπήρχε η λύπη, δεν θα υπήρχε η ευτυχία αν δεν υπήρχε δυστυχία. Σκεφτείτε το, η δυστυχία μας κάνει δυνατούς και μας προετοιμάζει για την ευτυχία.Έτσι θέλω να θυμάμαι τον θάνατο της γιαγιάς μου και στο μέλλον. Μια στιγμή δυστυχίας που με προετοίμασε για κάτι καλό, για την ευτυχία.

Όταν ο ουρανός συννεφιάζειTahanan ng mga kuwento. Tumuklas ngayon