Κεφάλαιο 13

83 4 0
                                    

Ράνια       

                                                                                                                                                                              22/11/2009

Υπάρχουν κάποιες μέρες που είναι τελείως ασήμαντες και κάποιες μέρες που είναι χαραγμένες στο μυαλό μας. Συνήθως οι δεύτερες δεν είναι ευχάριστες, καθώς τα έντονα, δυσάρεστα συναισθήματα επιλέγουν από μόνα τους να μην μας εγκαταλείπουν ποτέ.Έτσι λοιπόν αυτή η μέρα δεν θα με εγκαταλείψει ποτέ.

Ήταν μια Κυριακή σαν όλες τις άλλες, ήμασταν καθισμένοι στο τραπέζι και τρώγαμε μακαρόνια παστιτσάδο. Όλα κυλούσαν ομαλά και οικογενειακά, μέχρι που χτύπησε το τηλέφωνο. Τι τραγικό; ακόμα θυμάμαι εκείνο τον ήχο του τηλεφώνου, σαν να ήθελε να μας προειδοποιήσει για την δυσάρεστη κατάσταση και την σημασία του. Ήταν δυνατός και ήρεμος και μας ανάγκασε να σταματήσουμε το φαγητό. 

Η μαμά σηκώθηκε από το τραπέζι και σήκωσε το τηλέφωνο. Από αυτό και μόνο έπρεπε να καταλάβω, ότι ήταν ξεχωριστό εκείνο το τηλεφώνημα. Την παρακολούθησα για λίγο να μιλάει  χωρίς να ξέρω ποιος μας καλούσε. Μετά από τις τυπικές πρώτες λέξεις που ανταλλάσσουν δύο άνθρωποι, η μαμά κοκάλωσε και απομακρύνθηκε από την κουζίνα. Αμέσως όλοι κοιταχτήκαμε ύποπτα, ακόμα και εγώ που ήμουν τότε 10-11 χρονών αντιλήφθηκα την αναστάτωση που επικρατούσε. <<Αυτό δεν είναι καλό τηλεφώνημα>> είπε ο μπαμπάς μου και ο αδερφός μου ένευσε καταφατικά, εγώ από την άλλη συνέχισα να τρώω το αγαπημένο μου φαγητό λίγο ανήσυχη αλλά πολύ αμέριμνη.

Ύστερα από πέντε λεπτά περίπου, η μαμά εμφανίστηκε σκυθρωπή και κάθισε στο τραπέζι, σήκωσε το βλέμμα της και κοίταξε τον μπαμπά, ζητούσε την βοήθεια του σιωπηλά. Ύστερα κοίταξε εμένα. <<Με πήρε τηλέφωνο η κυρία Σούλα>> μας είπε και σταμάτησε ζυγίζοντας τις λέξεις που έπρεπε  να πει <<Έγινε κάτι πολύ δυσάρεστο>> συνέχισε και γουρλώσαμε όλοι τα μάτια μας περιμένοντας να αποκαλύψει το δυσάρεστο γεγονός που τάραξε το οικογενειακό μας τραπέζι. <<Έλενα θα πάμε στο σπίτι της Ράνιας σήμερα>> είπε και εγώ την κοίταξα περίεργα <<Γιώργο έλα λίγο μέσα>> απευθύνθηκε στον μπαμπά και εκείνος σηκώθηκε αμέσως από το τραπέζι ακολουθώντας την στον υπνοδωμάτιο τους. Εγώ με τον αδερφό μου παραμείναμε στην κουζίνα και βάζαμε στο μυαλό μας άσχημα σενάρια.Το πρώτο που μου ήρθε στο μυαλό ήταν ο θάνατος του παππού μου, αλλά αν πέθαινε ο παππούς, η μαμά πρώτον δεν θα ήταν τόσο ήρεμη και δεύτερον δεν θα είχαμε ενημερωθεί από την κυρία Σούλα. Από την άλλη, η ανακοίνωση της για την Ράνια με προβλημάτιζε ακόμα περισσότερο.

Όταν ο ουρανός συννεφιάζειOù les histoires vivent. Découvrez maintenant