Κεφάλαιο 17

138 4 3
                                    

Ευτυχώς οι γονείς μου πήγαν για ένα τριήμερο στην Καβάλα στους φίλους τους και το σπίτι είναι άδειο, γιατί δεν θα μπορούσαμε αλλιώς να βρεθούμε σπίτι μου για να συζητήσουμε για το θέμα της Άνιας. Ο αδερφός μου λείπει και έτσι το σπίτι είναι ότι πρέπει για την συνάντηση που θα ακολουθήσει.

<<Ναι, έλα Ελένη πέρνα από το σπίτι μου όσο πιο γρήγορα μπορείς. Ειδοποίησε και τις άλλες>> της αφήνω μήνυμα στο τηλεφωνητή και γυρίζω και πάλι στο δωμάτιο για να μην αφήσω μόνη την Αναστασία. Την βλέπω ξαπλωμένη στο κρεβάτι μου με κλειστά τα μάτια, είναι εμφανής η θλίψη της και προπάντων η απόγνωση της. Πλησιάζω το κρεβάτι και μόλις κάθομαι ανοίγει τα μάτια της <<Όλα εντάξει;>> με ρωτάει με σπασμένη φωνή και κουλουριάζεται ακόμα περισσότερο στο κρεβάτι, ενώ εγώ νεύω θετικά. Βολεύομαι καλύτερα και της χαϊδεύω το πόδι. <<Γλυκούλα θες κάτι να πιείς, να σου φτιάξω ένα τσαγάκι;>> την ρωτάω και εκείνη νεύει αρνητικά, εισπνέω βαθιά και χαλαρώνω το σώμα μου όσο περισσότερο μπορώ. Η εικόνα μας θα μπορούσε να γίνει έργο τέχνης, με τίτλο η απόλυτη σιωπή.

Ξαφνικά χτυπάει το κινητό μου, το οποίο μας ταρακουνάει και καθώς το έχω στα χέρια μου το σηκώνω όσο το δυνατόν γρηγορότερα. <<Έλα, τι έγινε;>> μου λέει η Ελένη και εγώ ακουμπάω το κεφάλι μου στον τοίχο <<Έλα από εδώ και θα τα πούμε, μίλησες με τις άλλες;>> την ρωτάω και ρίχνω μια ματιά στην Άνια, η οποία με παρακολουθεί με αγωνία. <<Ναι η Ματίνα μου είπε ότι είναι ήδη στο δρόμο όποτε σε δύο λεπτά θα είναι σπίτι σου και η Ράνια ξεκινάει, λογικά σε δέκα λεπτά θα είναι εκεί όσο για μένα άνοιξε την πόρτα, γιατί είμαι από κάτω>> μου λέει και σηκώνομαι απρόθυμα για να ανοίξω την πόρτα και το θυροτηλέφωνο. Η Ελένη ξεπροβάλει μπροστά μου ανήσυχη και με φιλάει σταυρωτά <<Τι έγινε ρε βλάκα; ακουγόσουν τελείως φρικαρισμένη στο τηλέφωνο>> μου λέει και εγώ σφίγγω το πρόσωπο μου. <<Έγινε ότι είμαι έγκυος>> πετάγεται η Άνια από πίσω και δυσανασχετώ λιγάκι <<Δεν είναι σίγουρο ακόμη Άνια, μην είσαι απαισιόδοξη μην μου κλέβεις την δουλειά>> της λέω για να σπάσω λίγο τον πάγο, καθώς εγώ είμαι το πιο απαισιόδοξο πλάσμα στην παρέα. Οι άλλες δεν δείχνουν όμως να το διασκεδάζουν όπως εγώ και αμέσως σοβαρεύω. <<Πως έγινε αυτό ρε παιδιά;>> συνεχίζει η Ελένη να απορεί για αυτά που λέμε <<Ο Μιχάλης έκανε μια βλακεία, που τώρα την πληρώνει η Άνια>> λέω με εκνευρισμό στην χροιά μου και ξανα κάθομαι στο κρεβάτι. <<Έσπασε το προφυλακτικό και δεν μου το είπε, βασικά μου το είπε με τρεις εβδομάδες καθυστέρηση>> λέει η Αναστασία και η Ελένη κάθεται στο πάτωμα με το στόμα ανοιχτό <<Τι βλάκας;>> σχολιάζει και χτυπάει το κουδούνι. Πετάγομαι γρήγορα και ακούω την Ράνια με την Ματίνα να μου φωνάζουν να ανοίξω, υπακούω στις φωνές και εμφανίζονται μπροστά μου το ίδιο ανήσυχες με την Ελένη. <<Έγινε κάτι;>> με ρωτάει η Ματίνα <<Μπες μέσα εγώ πάω να φτιάξω τσάι, θέλει καμία;>> ρωτάω και ταυτόχρονα μου απαντούν πως και αυτές θέλουν. 

Όταν ο ουρανός συννεφιάζειDonde viven las historias. Descúbrelo ahora