Κεφάλαιο 10

98 6 1
                                    

<<Πως και είσαι έξω με τέτοιο κρύο>> με ρωτάει και αρχίζω να νιώθω αμηχανία δεν γίνεται να του πω ότι βγήκα για να σιγουρευτώ ότι δεν έχω σαλέψει <<Να πάρω λίγο αέρα ήθελα, εσύ;>> ρωτάω αν και ξέρω ήδη την απάντηση <<Βγήκα να κάνω ένα τσιγάρο>> μου απαντάει και σηκώνει το χέρι του για να μου δείξει το τσιγάρο<<κακώς>> του λέω επιδεκτικά και εκείνος σοβαρεύει με τη μία <<Είμαι φανατική αντικαπνίστρια, όσο περίεργο και αν σου φαίνεται>> συνεχίζω και εκείνος γίνεται ακόμη πιο σοβαρός <<Ότι πεις>> μου λέει και σβήνει το τσιγάρο στο διπλανό τασάκι. Μένουμε και οι δύο σιωπηλοί για λίγο, μέχρι που αρχίζει να ψιχαλίζει. <<Πάω μέσα έχω διάβασμα>>του λέω και εκείνος μου κάνει νεύμα χαιρετώντας με. Το αποφάσισα αύριο θα του παραδώσω και το βιβλίο της μαμάς του, θα ξενυχτίσω λίγο αλλά θα τα καταφέρω.

Πέφτω για ύπνο, γιατί χρειάζομαι ξεκούραση και μόλις ξυπνάω αρχίζω να διαβάζω Ιστορία για ένα τρίωρο και στην συνέχεια κάνω της ασκήσεις της γραμματικής και των Λατινικών. Βάζω φόρμες για να κατέβω στην παραλία να τρέξω, αλλά τελικά αποφασίζω να μείνω μέσα και να καταπιαστώ με το βιβλίο του Ερμή. Το βγάζω από την βιβλιοθήκη μου και για λίγη ώρα το παρατηρώ, την θαυμάζω αυτή τη γυναίκα,έχει κάνει απίστευτη δουλειά. Το ανοίγω και ψάχνω τα σημεία που είναι γραμμένα στα Λατινικά, είναι αρκετά αλλά δεν πτοούμαι. Ανοίγω το λάπτοπ και ψάχνω για Λατινικά λεξικά, βρίσκω ένα που φαίνεται έμπιστο και αρχίζω να πληκτρολογώ τις λέξεις μία-μία, μέχρι που κατά τις μία η ώρα το βράδυ τελειώνω με την μετάφραση.

Μετά αρχίζω με τα ποιήματα γιατί ο Ερμής δεν μπορούσε να καταλάβει τίποτα, ακόμα και από αυτά που ήταν γραμμένα στα Ελληνικά. Είναι πολύ ενδιαφέροντα, αγγίζουν την ψυχή μου και ταυτίζομαι μαζί της, σκέφτομαι τον Άλεξ η μητέρα του είχε πεθάνει στην γέννα και ο πατέρας του ήταν στις φυλακές του Πόρτλαντ και είχε πεθάνει ήδη όταν ο Άλεξ έμαθε την ύπαρξη του. Δεν θέλω να τον σκέφτομαι άλλο δεν υπάρχει, είναι χαρακτήρας βιβλίου και δεν θα τον γνωρίσω ποτέ.

Κατά τις δύο και τέταρτο τελείωσα και πριν πέσω για ύπνο κοίταξα έξω από το παράθυρο, ο Ερμής δεν ήταν εκεί. Νομίζω ότι αν δεν σταματήσω να συμπεριφέρομαι έτσι με αυτόν τον άνθρωπο θα έχω μεγάλο πρόβλημα.

Ανοίγω τα μάτια μου και βλέπω την ώρα, τέσσερις και είκοσιτρία. Αλλάζω πλευρά και τα ξανά κλείνω, αλλά ο ύπνος δεν μου κάνει τη χάρη σηκώνομαι και πάω στην κουζίνα,βάζω λίγο νερό και ξανά μπαίνω στο δωμάτιο μου. Κάθομαι στο κρεβάτι μου και κοιτάω το πάτωμα, από τότε στο τροχόσπιτο τα πράγματα έχουν αλλάξει,το κεφάλι μου είναι πιο βαρύ, τα μαγουλά μου κοκκινίζουν ανά διαστήματα και η καρδιά μου πολλές φορές φεύγει από την θέση της χωρίς λόγο.

Όταν ο ουρανός συννεφιάζειTahanan ng mga kuwento. Tumuklas ngayon