Κεφάλαιο 18

59 3 0
                                    

Κάθομαι ξαπλωμένη στο κρεβάτι και Κοιτάζω το ταβάνι. Ο Χάρης κάθεται στην καρέκλα του γραφείου μου σιωπηλός. Είμαστε έτσι για πολύ ώρα. Οι σκέψεις γυρνάνε στο μυαλό μου και μου τρυπάνε το κεφάλι. Κλείνω σφιχτά τα μάτια μου.

"Αγγελίνα μου." Λέει ήσυχα αλλά δεν παίρνει απάντηση
"Θέλεις να μιλήσουμε;" ρώτησε
"Τι να πούμε ρε Χάρη; είναι τόσο μα τόσο δύσκολο." Είπα ανοίγοντας τα μάτια μου τα οποια έχουν βουρκωσει
"Ρε ψυχή μου, να πάρουμε από κοινού μια απόφαση." Είπε και ήρθε κοντά μου. Κάθισε κοντά μου κι εγώ ανασηκώθηκα λίγο.
"Τι θα κάνουμε;" τον ρώτησα
"Είναι ρίσκο. Είτε το κρατήσουμε είτε όχι, υπάρχει κίνδυνος." Είπε
"Μόνο ρίσκο; Έχεις σκεφτεί τις αντιδράσεις των δικό μας; Θα μας σκοτώσουν αν το μάθουν. Θα μας αποκληρώσουν και μετά θα μας αφήσουν στους πέντε δρόμους." Είπα
"Μην γίνεσαι υπερβολική τώρα... επειδή όμως θεωρώ ότι εσύ είσαι σε θέση να πάρεις την σωστότερη απόφαση, θέλω να ξέρεις πως εγώ θα το δεχτώ και θα είμαι εδώ για να σε στηρίξω και οικονομικά αλλά κυρίως  ψυχικά και πνευματικά." Είπε και χάιδεψε το χέρι μου που ήδη κρατούσε. Πήρα μια βαθιά ανάσα.
"Καλό θα ήταν να διακόψουμε το συντομότερο. Έχουμε μια ζωή που τώρα χτίζεται. Ένα μέλλον που μας περιμένει και τόσα όνειρα που θέλουν να πραγματοποιηθουν." Είπα κι εκείνος έδειχνε να προβληματιζεται με όλα όσα ανέφερα
"Όπως νομίζεις. Αν το έχεις αποφασίσει, το επόμενο βήμα είναι να ενημερώσουμε τον γιατρό." Είπε και συμφώνησα

Πήρε εκείνος τηλέφωνο και τα κανόνισε με τον γιατρό. Το ραντεβού είναι σε τρεις μέρες. Έδωσε και κάποιες συμβουλές για το πώς πρέπει να προετοιμαστώ. Ο Χάρης κάθισε αρκετή ώρα στο σπίτι πάρα τις επίμονες προσπάθειές μου να τον διώξω.

"Πήγε έντεκα η ώρα. Δεν πηγαίνεις σιγά σιγά;" ρώτησα
"Εντάξει. Δεν πρέπει να κινησουμε και υποψίες." Απάντησε και σηκώθηκε να φύγει
"Θα σε συναντήσω μεθαύριο πίσω από το φροντιστήριο για να πάμε να..." ούτε να το πει δεν μπορούσε. Έσκυψε το βλέμμα
"Εντάξει. Καληνύχτα." Είπα
"Καληνύχτα. Και προσοχή." Είπε

Έμεινα μόνη μου στο σπίτι και πραγματικά ήταν από τις πιο δύσκολες στιγμές της ζωής μου. Όπως ακριβώς και οι δύο επόμενες μέρες. Τα βράδια το ίδιο κακό όνειρο, ο ίδιος εφιάλτης.

Να ξυπνάω σε ένα σπίτι πολυτελείας μες την χλιδή και την αίγλη κι εγώ μες τα λαμπρά σκεπάσματα και τα ακριβά τα ρούχα μου. Κοιτάζω γύρω μου μα κανείς δεν υπάρχει. Το σπίτι μεγάλο γεμάτο έπιπλα και δόξα, μα δεν υπάρχει ψυχή. Μόνο ένας ήχος, το γελάκι ενός μωρού και η μεταβολή της ψυχολογίας του αφού το γέλιο γίνεται κλάμα όσο προσπαθώ να το σταματήσω. Η παρουσία του μωρού έντονη μα δεν υπάρχει πουθενά μωρό. Τρέχω πάνω κάτω πανικόβλητη αλλά το κλάμα αντί να ηρεμεί γίνεται χειρότερο ώσπου με σηκώνει από τον ύπνο.

Πετάγομαι ιδρωμένη από τον ύπνο. Κάνω ένα χλιαρό ντουζάκι και φοράω καθαρά ρούχα. Στην κουζίνα βρίσκω τους γονείς μου.

"Έκανες τέτοια ώρα μπάνιο;" με ρώτησαν παραξενεμένοι
"Ναι γιατί έχω αρκετό διάβασμα μετά. Ξέρετε με βολεύει καλύτερα το βράδυ. Οπότε κοιμήθηκα κι έκανα μπάνιο τώρα." Είπα
"Την νύχτα μέρα έχετε κάνει." Είπε η μαμά
"Μπαμπά πάμε;" ρώτησα
"Αν είσαι έτοιμη." Είπε και με πήγε ως το φροντιστήριο. Τον χαιρέτησα και κατέβηκα από το αμάξι. Μέχρι να βεβαιωθώ ότι έχει φύγει, έμεινα από κάτω. Μετά από πέντε λεπτά πήγα προς το σημείο συνάντησης με τον Χάρη. Εκεί δίπλα ήταν και το ιατρείο. Σε αυτή την μικρή απόσταση, μέσα σε δύο λεπτά με έπιασε μια ζαλάδα και μια έντονη ταχυκαρδία. Νιώθω σα να μου κόβεται η ανάσα. Έχω κοκαλωσει. Ο Χάρης το καταλαβαίνει και έρχεται κοντά μου.

"Κορίτσι μου, τι έγινε; Τι έπαθες; Τρέμεις ολόκληρη." Διαπίστωσε
"Νιώθω σαν να σβήνουν όλα." Λέω και με την βοήθειά του πάμε μέχρι το ιατρείο. Με ξαπλώνουν την σε ένα ιατρικό κρεβάτι και μετά όλα σβήνουν.

Μαζί Donde viven las historias. Descúbrelo ahora