Κεφάλαιο 59

50 2 0
                                    

Αγγελίνα

Ο Χάρης φεύγει σε λίγες μέρες για Ελβετία και τα πράγματά του είναι σχεδόν έτοιμα. Του ετοιμάζω μια δεύτερη βαλίτσα με ρούχα.
"Είσαι σίγουρη πως δεν θέλετε να έρθετε; Θα είναι δύσκολα αλλά θα συμβιβαστούμε όλοι μαζί." Είπε για μια ακόμη φορά
"Χάρη, τα είπαμε αυτά. Θα πας εσύ και θα τα καταφέρεις και μόνος σου. Εμείς εδώ έχουμε ολόκληρη την οικογένεια άλλωστε." Είπα διπλώνοντας μια ζακέτα. Το τηλέφωνο χτυπούσε και ο Χάρης μίλησε λίγο σε αυτό.

"Τι έγινε; Ποιος ήταν μες την νύχτα;" ρώτησα
"Η μαμά σου. Είπε πως η γιαγιά σου δεν την βγάζει την νύχτα και να πάμε από εκεί. Θέλει να μας δει πριν κλείσει τα μάτια της." Είπε βουρκωμένος
"Πόσο πιο δύσκολες θα μπορούσαν να είναι αυτές οι μέρες;" ρώτησα νιώθοντας τα μάτια μου υγρά. Ο Χάρης μου χάιδεψε τον ώμο ενώ εγώ πήγαινα να ετοιμαστώ με πρόχειρα ρούχα.
Σε λίγη ώρα βρισκόμασταν στο παλιό αρχοντικό που έμενε όλα αυτά τα χρόνια και είχε μεγαλώσει μέσα του τα παιδιά και τα εγγόνια της αλλά και τα δισέγγονα της τα τελευταία 5 χρόνια.
Η γιαγιά ήταν ξαπλωμένη στο κρεβάτι της, λευκή σαν το πανί και πολύ πολύ αδύναμη. Δεν άντεχα να την βλέπω έτσι αλλά δεν μπορούσα να της χαλάσω το χατήρι για τελευταία φορά.
"Σε όλους την έδωσε την ευχή της αλλά εσάς ζητάει τόση ώρα." Είπε η μαμά και μας άφησε μόνους με την γιαγιά
"Ήρθατε" Ακούστηκε η φωνή της
"Ναι γιαγιά μου" Είπα
"Εδώ είμαστε." είπε ο Χάρης και της έπιασε ο καθένας από ένα χέρι
"Αγαπημένα μου παιδιά, ευχαριστώ που ήρθατε" Είπε
"Δεν μπορούσαμε να σε αφήσουμε." Χαμογέλασε ο Χάρης
"Χάρη σε νιώθω σαν πραγματικό μου εγγονό κι ας μου μαγάρισες το κορίτσι." Είπε και την κοιτάξαμε με απορία
"Κι εγώ σαν γιαγιά μου σε αγαπώ." Απάντησε ο Χάρης
"Σας παρακαλώ πολύ να παντρευτείτε, έστω όταν νιώσετε έτοιμοι. Μην μείνετε όμως για πάντα έτσι. Ξέρω ότι δεν έγινε ποτέ γάμος." Είπε και χαμήλωσα το βλέμμα
"Να έχετε την ευχή μου εσείς και τα παιδιά σας. Η οικογένειά σας να είναι ευτυχισμένη και να μην φοβηθείτε να την μεγαλώσετε, τα παιδιά είναι ευτυχία και εσείς το ξέρετε πολύ καλά αυτό. Να προσέχετε και να αγαπάτε ο ένας τον άλλον. Είστε πανέξυπνοι και καλοί άνθρωποι. Την ευχή μου λοιπόν να προοδεύετε πάντα." Είπε
"Σ αγαπάμε γιαγιάκα." Είπα χαϊδεύοντας το χέρι της.
"Κι εγώ κόρη μου και είμαι περήφανη. Πηγαίνετε τώρα και αφήστε με να ησυχάσω." Είπε και βολεύτηκε καλύτερα στο κρεβάτι κλείνοντας τα μάτια.

Πήγαμε προς το χωλ. Η μαμά μπήκε στο δωμάτιο, βγήκε και κάλεσε τον γιατρό. Η γιαγιά είχε ξεψυχήσει.
Πήγαμε σπίτι το βράδυ. Το κλίμα ήταν βαρύ. Ένιωθα πολύ κενή. Από την μία έχασα τον άνθρωπο που με μεγάλωσε και από την άλλη σε λίγες μέρες θα χάσω τον άνδρα μου.
Αφού έκανα ένα μπάνιο, πήγα στο κρεβάτι που βρισκόταν ο Χάρης ήδη ξαπλωμένος. Δεν κοιμόταν όμως. Ξάπλωσα κοντά του. Εκείνος με τράβηξε κοντά του. Με έβαλε στην αγκαλιά του. Αυτό χρειαζόμουν. Καθίσαμε έτσι χωρίς να μιλάμε. Ίσως ξέφυγαν μερικά δάκρυα από τα μάτια μου.

Το επόμενο πρωί σηκωθήκαμε νωρίς. Ίσως δεν είχαμε κοιμηθεί καθόλου όλο το βράδυ. Σιδέρωσα τα ρούχα μας και ντυθήκαμε και οι δύο στα κατάμαυρα. Βοήθησα και την μικρή με το φορεματάκι της και την γκρι ζακέτα της.
"Μαμά η γιαγιά πέθανε;" ρώτησε
"Ναι καρδιά μου. Η γιαγιά μου κοιμήθηκε κι όταν ξυπνήσει, θα είναι στο ουρανό. Για αυτό στην εκκλησία θα κάνουμε ησυχία γιατί η γιαγιά ξεκουράζεται." Εξήγησα κι εκείνη κούνησε θετικά το κεφάλι της.

Πήγαμε με τους γονείς του Χάρη ως την εκκλησία η οποία ήδη είχε γεμίσει στεφάνια. Μπήκαμε και πήγα κοντά στην οικογένειά μου. Η λειτουργία ήταν πολύ φορτισμένη συναισθηματικά. Στο νεκροταφείο πήγαμε μόνοι με τον Μιχάλη, η Ναντια πήρε την Αθηνά στο σπίτι.

Μαζί Tempat cerita menjadi hidup. Temukan sekarang