~ 4 ~

5K 230 40
                                    

Ξύπνησα στο κρεβάτι μου σκεπασμένη μέχρι πάνω και με ένα τριαντάφυλλο πάνω στο κομοδίνο μου. Κατευθείαν σκέφτηκα τον Tony. Αλλά παραξενεύτηκα γιατί παρόλο που τα τριαντάφυλλα είναι το αγαπημένο μου λουλούδι ο Tony μου τα φέρνει μόνο όταν έχει γίνει κάτι σοβαρό ή όταν θέλει να μου ζητήσει συγγνώμη για κάτι. Αλλά τι να είναι αυτό; Αφού πέταξα το πάπλωμα από πάνω μου πήγα στο μπάνιο του δωματίου μου και πλύθηκα. Μετά πήγα στη ντουλάπα μου και φόρεσα ένα αθλητικό σορτσάκι και ένα μπλουζάκι αφού στο σπίτι είχε πολύ ζεστό παρόλο που ήταν χειμώνας. Αφού τελείωσα άρχισα να κατεβαίνω τις σκάλες για να πάω στον κάτω όροφο πού ήταν η κουζίνα και η τραπεζαρία. Πέρασα πρώτα από την κουζίνα και αφού φίλησα και είπα καλημέρα στην Angela πήγα στην τραπεζαρία που υπήρχε το καθιερωμένο πρωινό μου και καθόταν ο Will με τον Tony. Αλλά αυτό που με εξέπληξε ήταν ότι βρισκόταν και ο Alex στο τραπέζι.

«Τι κάνει αυτός εδώ πρωί πρωί;»

Μόλις το είπα αυτό ο Tony με κοίταξε απολογητικά, ο Will θυμωμένα και ο Alex απλά χαμογέλασε λίγο αμήχανα με την όλη κατάσταση. Αφού κάθησα στη θέση μου δίπλα στον Tony αφού εκεί καθόμουν πάντα ακόμα και όταν εκείνος έλειπε. Ο Will όπως πάντα στην κρυφή του τραπεζιού και ο Alex απέναντι μου αφού κάθομαι ανάμεσα στον Will και τον Tony. Απάντηση βέβαια δεν είχα πάρει ακόμα και έτσι τούς ξανά ρώτησα αλλά ακόμα τίποτα.

«Θα μου πει κανένας επιτέλους;» αφού δεν πειράζει απάντησα ούτε αυτή τη φορά συνέχεια. «Ωραία αφού δεν απαντάται ας πιάσουμε το τριαντάφυλλο.» Είπα και κοίταξα τον Tony δίπλα μου που έμοιαζε πιο ένοχος από πότε.

«Να εγώ...» ξεκίνησε να λέει δειλά και μετά σταμάτησε.

«Ωχ για όνομα του θεού!» πετάγεται ο Alex από απέναντι.«Θα της το πείς εσύ ή θα το πω εγώ;»

«Τι να μου πείτε;»

Ο Will κοιτάει τον Alex και του κάνει νόημα με το κεφάλι να μιλήσει αυτός. Τότε σηκώνεται και έρχεται προς το μέρος μου. Μου πιάνει το χέρι, πράγμα που με κάνει να ξαφνιαστώ λίγο αλλά δεν διαμαρτύρομαι και τον ακολουθώ. Τελικά μπήκαμε στο δωμάτιο μου και με έβαλε να κάτσω στο κρεβάτι μου και κάθησε και αυτός δίπλα μου. Δεν μιλούσε κανένας μας αλλά δεν ήταν άβολη η σιωπή ανάμεσα μας. Δεν μπορώ να το εξηγήσω μα μου έβγαζε μια οικειότητα και μια σιγουριά η παρουσία του πράγμα παράλογο αφού τον ξέρω μόνο δύο μέρες. Ξαφνικά πιάνει το χέρι μου και το ακουμπά πάνω στο πόδι του με το δικού του πάνω στο δικό μου. Γυρνάω και να τον κοιτάξω αλλά αυτός ήδη με κοίταζε. Παίρνει μια βαθιά ανάσα και αρχίζει να μιλάει.

Ο όρκοςWhere stories live. Discover now