~ 17 ~

3K 151 0
                                    

Alex pov

Έχει περάσει αρκετή ώρα από τότε που βγήκε ο γιατρός από το χειρουργείο. Τους έπρεπε πολύ ώρα για να τη μεταφέρουν και για να μην χάσω τα λογικά μου πήρα τηλέφωνο έναν γνωστό μου που μένει εδώ αυτή την περίοδο και έχω να δω χρόνια. Τον γνώρισα στο Λονδίνο αλλά ήταν Ιταλός και είχαμε κρατήσει κάποιες επαφές. Πατάω πάνω στην επαφή του και περιμένω να πατήσει.

«Chi diavolo è stamattina?»
(Ποιός στο διάβολο είναι πρωί πρωί;)

«Ναι και εγώ χαίρομαι που σε ακούω φίλε.» δεν κατάλαβα τίποτα εκτός από το διάβολο αλλά δεν έδωσα σημασία αφού ξέρω ότι τον ξύπνησα και δεν είναι και ο πιο φιλικός ανθρώπους στον κόσμο.

«Alex?»

«Ναι εγώ είμαι Ivan. Θέλω μια χάρη.»

«Ναι τι είναι;»

«Είσαι ακόμα Ελλάδα έτσι;»

«Ναι ακόμα σε αυτό το χωριό που με έπρηξε να έρθω η Isa.»

«Ποια;»

«Άσε μεγάλη ιστορία. Θα στην πω μια άλλη μέρα. Τι ήθελες;»

«Έχω αφήσει το αυτοκίνητο μου σε ένα χωριό και δεν έχω μέσο να πάω να το πάρω. Μπορείς αν έρθεις να με πάρεις;»

«Ναι. Απλά πες μου που είσαι.»

«Σε ένα νοσοκομείο. Περίμενε να ρωτήσω πως το λένε.»

«ΣΕ ΝΟΣΟΚΟΜΕΊΟ;;!!»

«Σταμάτα να φωνάζεις.»

«Είσαι καλά;;»

«Ναι εγώ καλά είμαι. Απλά έλα να με πάρεις. Θα σου στείλω τη διεύθυνση.»

«Εντάξει έρχομαι.»

«Α! Ivan! Φέρε και μια μπλούζα μαζί σου!»

«Εντάξει. Έρχομαι.»

~•~

Αφού ήρθε ο Ivan πήρα το αυτοκίνητο και έβαλα επιτέλους μια μπλούζα πάνω μου. Του εξήγησα λόγο πως έχει η κατάσταση και πως κατέληξα εδώ. Βέβαια δεν θα σταματούσε αν δεν του έλεγα τίποτα. Πήρα το αυτοκίνητο και γύρισα πίσω στο νοσοκομείο αλλά ο Ivan επέμενα να μείνει και αυτός.

Όταν επέστρεψα ρώτησα σε ποιο δωμάτιο την είχαν μεταφέρει και ξεκίνησα για εκεί με τον Ivan να με ακολουθεί.

Βρήκα το δωμάτιο της και μπήκα μέσα.

Ήταν ξαπλωμένη στο κρεβάτι με σωληνάκια στα χέρια της και μάσκα οξυγόνου. Κάθησα δίπλα της και της έπιασα το χέρι. Δεν ήταν όμως η Gabi μου αυτή. Ναι της έμοιαζε εξωτερικά αλλά είχε χάσει όλη τη ζεστασιά και τη ζωντάνια της. Της το φίλησα απαλά και χωρίς να το καταλάβω άρχισα να κάνω κουκλάκια με τον αντίχειρα μου πάνω στο δέρμα της.

«Gabi. Σε παρακαλώ ξύπνα. Γυρνά πίσω. Ξέρω ότι μπορείς να τα καταφέρεις.» δεν ξέρω γιατί άρχισα να της μιλάω αλλά απλά το έκανα. Ξέρω ότι δεν με ακούει αλλά δεν μπορώ να κάνω και τίποτα περισσότερο αυτή τη στιγμή.

Σηκώθηκα και άφησα ένα φιλί στο μέτωπο της και της χάιδεψα το μάγουλο. Ήταν τόσο χλωμή, λες και η ζωή έφυγε από μέσα της. Ο μόνος ήχος αυτή τι στιγμή στο δωμάτιο είναι ο ήχος του μηχανήματος που καταγράφει τη λειτουργία της καρδιάς της. Όμως ενώ την κοιτάω και ακούω τον ήχο, αυτός όλο και πιο πολύ αρχίζει να μην είναι σταθερός. Μέχρι που σηκώνω τα μάτια μου και κοιτάω το μηχάνημα. Οι παλμοί της είναι τόσο εξασθενημένοι και όταν αυτή η απαίσια ίσια γραμμή διαγράψετε στη οθόνη ακούγεται και ο εξίσου απαίσιος ήχος που έχω ακούσει αρκετές φορές στη ζωή μου. Τα έχω χάσει και το μόνο που κάνω είναι να φωνάζω το όνομα της ενώ δάκρυα τρέχουν στα μάτια μου χωρίς να τα ελέγχω. Οι γιατροί μπαίνουν μέσα και προσπαθούν να με απομακρύνουν από κοντά της όμως αντιστέκομαι. Σχεδόν τα είχα καταφέρει. Είχα φτάσει και πάλι κοντά της αλλά ο Ivan ήρθε και με τράβηξε μακριά βγάζοντας με και πάλι σε αυτόν τον απαίσια διάδρομο στον οποίο κατέρρευσα για μια ακόμα φορά.

Ο όρκοςWhere stories live. Discover now