«Τι;» είπε και με κοιτούσε με μάτια ορθάνοιχτα από την έκπληξη.
«Πες μου ότι δεν είσαι ανακατεμένος στη μαφία! Πες μου ότι είσαι ένας φυσιολογικός, καθημερινός άνθρωπος! Πες μου ότι δεν ήξερες για τον τρόπο που πέθαναν οι γονείς μου ενώ εγώ έκλαιγα στην αγκαλιά σου! Πες μου ότι δεν σε έβαλε ο θείος μου να με παντρευτείς για να με προστατέψεις από αυτόν που έχει σκοπό να με σκοτώσει! Πες μου ότι το πρώτο άτομο που εμπιστευτικά δεν είναι κάποιος άλλος! Ότι ο Alex που αγάπησα αυτούς τους τρείς μήνες δεν είναι κάποιος που σκοτώνει και δεν είναι ανακατεμένος με ναρκωτικά! Πες μου ότι ο Alex που μου στέλνει "Καληνύχτα" κάθε βράδυ είναι κάπου εκεί μέσα!» είπα και έδειξα την καρδιά του, με τη φωνή μου να σπάει στο τέλος και τα δάκρυα αν τρέχουν χωρίς σταματημό από τα μάτια μου.
Εκείνος όμως δεν είπε τίποτα. Απλά με κοιτούσε χωρίς να ξέρει τι να πει. Πήγε να με πλησιάσει και να με βάλει στην αγκαλιά του αλλά του ξέφυγα και άρχισα να τρέχω προς το αυτοκίνητο μου. Φώναζε το όνομα μου ενώ πατούσα το γκάζι για να φύγω και έτρεχε πίσω από το αυτοκίνητο αλλά δεν μπορούσα να τον κοιτάξω, δεν μπορούσα να σταματήσω. Έπρεπε να φύγω. Έπρεπε να πάω κάπου που να μην με βρει κανείς.
~•~
Είμαι στο αεροδρόμιο. Και ετοιμάζομαι να μπω στην πρώτη πτήση που θα μου αρέσει. Είχα περάσει από το σπίτι και είχα πάρει κάποια απαραίτητα. Όπως ρούχα και το πορτοφόλι μου. Δεν ήταν κανένας όταν πήγα οπότε το έκαναν πιο εύκολο για εμένα. Λογικά θα με έψαχναν, αλλά είχα αφήσει το αυτοκίνητο στο σπίτι και είχα έρθει με ταξί. Δεν μπορούσα να κοιτάξω κανέναν. Μου έκρυβαν όλοι τόσα πολλά, που δεν μπορούσα να τους αντικρίσω. Απλά έπρεπε να φύγω. Και αυτό έκανα.
Καθώς κοιτούσα τον πίνακα με τις πτήσεις που έφευγαν σε λίγο επέλεξα και τον προορισμό μου. Ελλάδα. Εκεί θα πάω. Είναι ένα μέρος που δεν θα σκεφτόταν να με ψάξουν. Επίσης η μαμά μου πάντα ήθελε να πάει εκεί. Έτσι έβγαλα εισιτήριο, πέρασα από τον έλεγχο και ανέβηκα στο αεροπλάνο για Ελλάδα.
~•~
Επιτέλους προσγειώθηκα. Βρίσκομαι στην Αθήνα, όμως δεν έχω σκοπό να μείνω εδώ. Όσες ώρες ήμουν πάνω στο αεροπλάνο έψαξα διάφορα μέρει της Ελλάδας αλλά αυτό που μου άρεσε παραπάνω είναι η Θεσσαλονίκη. Έτσι αποφάσισα ότι θα πάω εκεί. Είναι ένα υπέροχο μέρος με όλα τα στοιχεία που μου αρέσουν. Δηλαδή μεγάλες πόλεις και θάλασσα. Ανέβηκα στο λεωφορείο που περνούσε από το αεροδρόμιο και έβγαλα εισιτήριο για τη Θεσσαλονίκη. Έπειτα από αρκετές ώρες έφτασα και πήγα σε ένα όμορφο ξενοδοχείο και έκλεισα ένα δωμάτιο για μια βδομάδα. Δεν ξέρω πόσο καιρό θα μείνω. Είμαι μόνο με έναν σάκο με ρούχα αλλά δεν με ενδιαφέρει και πολύ αυτή τι στιγμή. Αφού πήρα το κλειδί για το δωμάτιο μου μπήκα στο ασανσέρ και βρήκα το δωμάτιο. Ήταν όμορφο για δωμάτιο ξενοδοχείου. Όμως δεν με ενδιέφερε τίποτα. Το μόνο που έκανα ήταν ένα μπάνιο γιατί ένιωθα βρώμικη από τις πολλές ώρες ταξιδιού και έπεσα στο κρεβάτι κοιτώντας το ταβάνι για τουλάχιστον μία ώρα πριν με πάρει ο ύπνος από την εξόντωση και το κλάμα.
~•~
Η βδομάδα στη Θεσσαλονίκη πέρασε γρήγορα. Η πόλη είναι υπέροχη μα για κάποιο λόγο ήθελα κάτι πιο ήσυχο. Ένα μέρος να χαλαρώσω, να σκεφτώ. Πράγματα που κατέληξα πως δεν μπορώ να κάνω εδώ. Έτσι βρήκα ένα μικρό χωριό που ονομάζεται Σταύρος. Είναι απλά υπέροχο. Βρήκα ένα σπίτι στα εκατό μέτρα από την παραλία και έμεινα εκεί. Τα βράδια ήταν μοναχικά. Μου έλειπαν. Όλοι τους αλλά δεν μπορούσα να γυρίσω πίσω. Τόσο καιρό έχω κλειστό το κινητό μου. Δεν είχα το κουράγιο να το ανοίξω. Όπως κάθομαι όμως στην παραλία έχοντας το δίπλα μου αποφάσισα να το ανοίξω. Μπορεί να είναι κακή ιδέα και να αρχίσω πάλι να κλαίω όπως την πρώτη βδομάδα μου στην Ελλάδα αλλά θα το προσπαθήσω. Είμαι σχεδόν έναν μήνα στην Ελλάδα και δεν έχω ανοίξει το κινητό μου για. Όταν άνοιξε είχα τουλάχιστο χίλιες κλίσεις από τον κάθε ένα σε σημείο που ο τηλεφωνητής μου να είναι γεμάτος. Όμως ο Alex δεν είχε σταματήσει μόνο στα τηλεφωνήματα. Είχε στείλει και ένα σωρό μυνήματα. Μπήκα να τα διαβάσω και σε όλα μου έλεγε το πόσο λυπάται για όλα και ότι τα πράγματα δεν είναι πάντα όπως φαίνονται και μου ζητούσε να των πάρω τηλέφωνο όταν διαβάσω κάποιο από αυτά. Δεν ξέρω γιατί αλλά ήθελα τόσο απεγνωσμένα να ακούσω τη φωνή του. Πρίν φύγω του είπα πάνω στην απελπισία μου πως τον αγαπώ. Εκείνη την ώρα ήταν απλά λόγια αλλά όταν έφυγα και έμεινα μόνη κατάλαβα ότι έχω αισθήματα για αυτόν όσο και αν κρατούσα τον εαυτό μου πίσω. Δεν ξέρω πότε τον συνήθισα τόσο στη ζωή μου. Ή ποτέ ακριβός άρχισα να τον αγαπάω. Και μόνο πού τον σκέφτομαι αυτή τι στιγμή έρχονται δάκρυα στα μάτια μου. Μου λείπει υπερβολικά αυτή το στιγμή. Έτσι χωρίς να το πολύ σκεφτώ έβαλα απόκρυψη και πληκτρολόγησα τον αριθμό του και περίμενα να το σηκώσει.
YOU ARE READING
Ο όρκος
Teen FictionΔύο άνθρωποι. Ο καθένας με τα δικά του μυστικά καί το δικό του σκληρό παρελθόν. Όμως ένας κανονισμένος γάμος θα αλλάξει πολλά στη ζωή καί τον δύο. Θα κυριαρχήσει η αγάπη ή το μίσος; Θα καταφέρουν να βγούνε ζωντανοί καί οι δύο; Highest ranking 2/9/1...