~ 21 ~

2.8K 147 0
                                    

Gabi's pov

Ξύπνησα από τις δυνατές ακτίνες του ήλιου που έπεφταν στο πρόσωπο μου. Προσπάθησα να ανοίξω τα μάτια μου αλλά τα έκλεισα κατευθείαν από το δυνατό φώς. Έφερα το χέρι μου στο πρόσωπο μου για να το καλύψω αλλά ένας διαπεραστικός πόνος κατέκλυσε όλο το κορμί μου.

Προσπάθησα να δώ που βρίσκομαι. Μέσα στη θολούρα μου κατάφερα να αναγνωρίσω το δωμάτιο μου. Πώς βρέθηκα εδώ; Το τελευταίο πράγμα που θυμάμαι είναι ο Alex και εγώ στην παραλία. Να είμαι μέσα στην σφιχτή αγκαλιά του και να τον φιλάω. Αχ αυτό το φιλί!

Προσπάθησα να κουνηθώ αλλά ο πόνος στο στήθος μου ήταν υπερβολικός και δεν ένιωθα το αριστερό μου χέρι. Γιατί δεν το ένιωθα;

Γυρνώντας να κοιτάξω το χέρι μου βλέπω έναν Alex κοιμισμένο πάνω του. Καθόταν στην καρέκλα του γραφείου μου κρατώντας μου το χέρι και είχε αποκοιμηθεί πάνω του.

Η εικόνα του δεν ήταν η καλύτερη όμως. Δεν ήταν ο Alex μου. Τα κατάμαυρα μαλλιά του είχαν μακρύνει. Το πρόσωπο του είχε μεγάλους μαύρους κύκλους από την έλλειψη ύπνου και είχε αφήσει μούσι! Και σαν να μην έφταναν αυτά είχε αδυνατίσει αισθητά. Μπορούσες να νιώσεις την κούραση του. Και είμαι σίγουρη πως ο τρόπους που κοιμάται αυτή τη στιγμή δεν είναι και ο πιο βολικός στον κόσμο.

Παρά τον πόνο μου κατάφερα να φέρω το χέρι μου στο πρόσωπο του.

«Alex.» είπα και συνέχισα να τον χαϊδεύω.

Εκείνος άνοιξε αργά τα μάτια του και με κοίταξε που του χαμογελούσα. Εκείνος έκρυψε το πρόσωπο του στη λακούβα του χεριού μου δυσανασχετόντας.

«Όχι πάλι.» είπε με το παράπονο εμφανές στη φωνή του.

«Alex.» του είπα για να με προσέξει χαιρετώντας τον ξανά.

Εκείνος όμως πετάχτηκε σαν ελατήριο πάνω και με κοιτούσε σαν να ήμουν φάντασμα. Είχες ασπρίσει. Τα χέρια του έτρεμαν και τα μάτια του είχαν γεμίσει με δάκρυα.

«Όχι!! Κοιμάμαι για ακόμα μία φορά!! Δεν είσαι εδώ. Δεν είσαι ξύπνια. Η φαντασία μου με κάνει να υποφέρω πάλι!» έλεγε ενώ έκανε βόλτες πάνω κάτω στο δωμάτιο.

«Έλα εδώ!» είπα και τέντωσε το χέρι μου για να τον πιάσω, αλλά με αυτή την κίνηση ο πόνος ήταν αφόρητος.

Βλέποντας με να πονάω έτρεξε κοντά μου.

«Μην κουνιέσαι. Μείνε ακίνητη.» είπε και με έβαλε να ξαπλώσω ξανά πίσω.

Με κοίταξε στα μάτια σαν να μην μπορούσε να πιστέψει ότι είμαι μπροστά του.

«Πες μου ότι είναι αλήθεια γιατί δεν θα αντέξω άλλο. Πες μου ότι έναν κλείσω και ανοίξω τα μάτια μου θα είσαι ακόμα εδώ. Ξύπνια. Μαζί μου.» έλεγε με δάκρυα να τρέχουν από τα μάτια του.

«Δεν θα πάω πουθενά.» τον διαβεβαίωσα σκουπίζοντας τα δάκρυα του.

Σε αυτή μου την κίνηση έκλεισε τα μάτια του και έγειρε στην παλάμη μου απολαμβάνοντας το χάδι μου. Έμοιαζε να έχει ανάγκη αυτά τα λόγια. Ήταν εμφανές ότι δεν ήταν καλά ψυχολογικά.

Άνοιξε τα μάτια του και με πλησίασε. Ακούμπησε το μέτωπο του πάνω στο δικό μου ενώ τα χείλια μας απείχαν μόνο μερικά εκατοστά.

Δεν ξέρω πόσος καιρός πέρασε από το φιλί μας στην παραλία αλλά θέλω αν τον ξανά φιλήσω. Έτσι ακούμπησα τα χείλη του απαλά με τα δικά μου. Δεν ήξερα εάν το θέλει ή εάν έχει μετανιώσει, αλλά εγώ το ήθελα. Μπορεί να είναι λίγο εγωιστικό αλλά το ήθελα. Τον ήθελα. Μπορεί να πονάω και να είμαι μπερδεμένη με τα πάντα. Αλλά για ένα πράγμα είναι απόλυτα σίγουρη. Ότι τον έχω ερωτευτεί και δεν υπάρχει γυρισμός.

Εκείνος ανταποκρίθηκε κατευθείαν στο φιλί μου. Ήταν σαν να έπαιρνε πρώτη φορά ανάσα μέσα από αυτό το φιλί. Ήταν σαν να το έχει ανάγκη. Και κατά κάποιον τρόπο και εγώ το είχα ανάγκη. Εκείνος όμως το είχε πιο πολύ. Δεν μου άρεσε που τον έβλεπα σε αυτή την κατάσταση. Ήταν εξαντλημένος. Δεν ήταν ο εαυτός του.

Δεν ξέρω πόση ώρα μείναμε έτσι. Με τα χείλη μας κολλημένα το ένα πάνω στο άλλο. Με τις ανάσες μας στον ίδιο ρυθμό και τις καρδιές μας να χτυπούν μαζί. Ήταν λες και ο χρόνος είχε σταματήσει και δεν είχε σημασία τίποτα άλλο εκτός από εμάς.

Όμως ποτέ τα πράγματα δεν πηγαίνουν όπως τα θέλουμε. Εκείνη τη στιγμή ανοίγει η πόρτα και μπαίνει μέσα ο Tony.

Ο όρκοςWhere stories live. Discover now