Μαρία 1

391 60 2
                                    

"Μπορείς να σταματήσεις να έχεις αυτά τα μούτρα;Πως θα εμφανιστούμε έτσι μπροστά στα πεθερικά σου;" η μητέρα της για άλλη μια φορά προσπαθούσε να την επαναφέρει στη τάξη ενώ η Μαρία το μόνο που ήθελε ήταν να παραμείνει στη Θεσσαλονίκη και να μη φύγει για αυτές τις καταραμένες διακοπές.
Οι γονείς της της το είχαν ξεκαθαρίσει. Έπρεπε να παντρευτεί τον Παύλο Δραμούλη. Την ήθελε σαν τρελός από εκείνη τη φορά που την πρωτοείδε όταν ήρθε στο σπίτι των θείων της για τα γενέθλια του ξάδερφου της του Μιχάλη.
Πριν αποφασίσει όμως να προχωρήσει σε κάποια πρόταση, βολιδοσκόπησε την κατάσταση μέσω των θείων της.
Οι θείοι της Μαρίας, Άννα και ο Ματθαίος Σπύρου ήταν πολύ φίλου του θείου του Παύλου και έτσι ανέλαβαν να μιλήσουν στους γονείς της για τα προξενιά.
Η μητέρα της μόνο που δεν ετοίμασε γιορτή από την χαρά τους. Επιτέλους μια εξαιρετική περίπτωση για τη μεγάλη της κόρη. Τη μικρή, τη Δόμνα δε τη φοβόταν. Ήρεμη και υπακοή στα 16 της, την είχε του χεριού της.
Αλλά η Μαρία ήταν άλλη περίπτωση.
"Μακάρι να τη παντρευτεί προτού καλά καλά καταλάβει τι αγύριστο κεφάλι είναι η κόρη μου. Δεν είναι κορίτσι αυτό Άννα μου. Είναι σκέτη επαναστάτρια" γκρινιαξε στην κουνιάδα της και εκείνη συμφώνησε με ένα κούνημα του κεφαλιού. Εκείνη ευτυχώς είχε δύο αγόρια και δεν είχε τέτοιους μπελάδες στο κεφάλι της.
Οι γονείς της χωρίς να της πουν τίποτα, συμφώνησαν με τους θείους της για το προξενιό και έτσι, μια εβδομάδα μετά φορέσανε όλοι τα καλά τους για να υποδεχτούν τον Παύλο μαζί με τον θείο του, τον μεγαλέμπορο υφασμάτων.
Η Μαρία υποχρεώθηκε να παραστεί πάρα τη θέληση της και ήταν ολοφάνερο πόσο αρνητική ήταν στην προοπτική ενός γάμου.
Δεν κοίταξε καθόλου τον Παύλο όλο το απόγευμα και κάθε φορά που κάποιος της απηύθυνε τον λόγο απαντούσε μονολεκτικά. Λίγη ώρα πριν φύγουν οι καλεσμένοι και αφού άκουσε όλους τους γύρω της να κανονίζουν για τη ζωή της, προφασίστηκε πονοκέφαλο και ανέβηκε στο δωμάτιο της.
Ο Παύλος το κατάλαβε πως η Μαρία δεν τον ήθελε. Κι αυτό τον θυμωνε αλλά ταυτόχρονα τον ιντρίγκαρε. Είχε μάθει όπου κι αν πήγαινε να είναι ο Παύλος Δραμούλης, ο γιος του Λεωνίδα, ο ανιψιός του Κωνσταντίνου. Πάντα τον σέβονταν και τον καλόπιαναν. Και τα κορίτσια τον γλυκοκοίταζαν. Όλα εκτός από αυτήν.Γι' αυτό την ήθελε. Γιατί όταν το βλέμμα της πέρασε από πάνω του στα γενέθλια του Μιχάλη, δεν σταμάτησε καθόλου. Ήταν η πρώτη φορά που ήταν τόσο αόρατος για μια γυναίκα και ειδικά αφού έριξε το βλέμμα του επάνω της.
Κι έτσι είχε αποφασίσει να την παντρευτεί. "Η γυναίκα πρέπει να μάθει να θέλει αυτό που θέλει ο άντρας" έλεγε ο πατέρας του και είχε δίκιο. Αν άρχιζαν να σηκώνουν το κεφάλι οι γυναίκες στο τέλος θα γίνονταν όλες φεμινίστριες και σουφραζέτες.

Τα φτερά του έρωτα Where stories live. Discover now