2

254 13 13
                                    

Η καρδιά μου χτυπάει σαν τρελή.

Σφίγγω το μαξιλάρι στο στήθος μου ακόμα πιο σφιχτά.

Προσπαθώ να μην αναπνέω δυνατά ώστε να αφουγκραστώ, να αντιληφθώ σε τι κατάσταση βρίσκομαι.

Είναι οπλισμένος ο άνθρωπος που βρίσκεται στο σπίτι μου;

Ψάχνει για χρήματα ή κοσμήματα;

Εάν δεν κουνηθώ μπορεί να πάρει οτιδήποτε επιθυμεί και να φύγει.

Ήρθε να με σκοτώσει;

Με κάθε σκέψη η καρδιά μου χτυπάει όλο και πιο δυνατά. Αισθάνομαι ότι θα  πεταχτεί έξω από το σώμα μου.

Πάντα όταν φοβάμαι προτιμώ να αποφεύγω τον φόβο μου παρά να τον αντικρίζω γι'αυτό κοιμάμαι προς την πλευρά του τοίχου. Νιώθω ασφάλεια. Βέβαια τώρα κάθε αίσθηση ασφάλειας και ζεστασιάς έχει φύγει από μέσα μου.

Καμία αίσθηση δεν είναι πιο δυνατή από την ακοή μου την συγκεκριμένη στιγμή.

Ο αέρας φαίνεται να με κοροϊδεύει. Το τραγούδι του δεν είναι μελωδικό, δεν σου υπόσχεται γαλήνη αλλά τρόμο. Τσιρίζει και ουρλιάζει όπως θα έπρεπε να κάνω και εγώ.

Μακάρι να μπορούσα να κοιμηθώ ώστε να μην χρειάζεται να ζήσω το μαρτύριο που με περιμένει.

Δεν μπορώ να ακούσω τίποτα, κανένα βήμα, μόνο τον αέρα.

Παίζει κάποιος μαζί μου;

Περιμένει πότε θα σηκωθώ ώστε να δει τον τρόμο στο πρόσωπο μου, να απολαύσει την αδυναμία μου και ύστερα να με μαχαιρώσει ή να με πνίξει χωρίς έλεος;

Είναι έξω από την πόρτα μου, γι'αυτό σταμάτησαν τα βήματα.

Είναι σίγουρα έξω από την πόρτα μου.

Δάκρυα καυτά πέφτουν από τα μάγουλα μου, ανεξέλεγκτα.

Η ανάσα μου επιταχύνεται και άθελά μου ένας λυγμός ξεφεύγει από το στόμα μου.

Πρέπει να φύγω από το δωμάτιο μου και να κρυφτώ ή έστω να σκεφτώ πως μπορώ να αποδράσω.

Παίρνω μια ανάσα και αφήνω το μαξιλάρι από το γερό μου πιάσιμο.

Τα χέρια μου πονάνε πολύ από την πίεση που ασκούσα στο μαξιλάρι,
το κρατούσα σαν ένα παιδί κρατάει την μητέρα του γιατί φοβάται μην
το εγκαταλείψει, γερά αλλά γεμάτο φόβο και ανησυχία.

Γυρνάω το σώμα μου και σηκώνομαι από το κρεβάτι πάρα πολύ αργά και ήσυχα.

Σκοπός είναι να φύγω από το σπίτι αθόρυβα ή έστω να κρυφτώ.

Δεν μπορώ να φύγω από το παράθυρο γιατί είναι πολύ ψηλά. Μακάρι να είχα νοικιάσει το ισόγειο ή έστω το υπόγειο.

Το άγχος θολώνει την λογική μου, τις αντιδράσεις μου. Η καρδιά μου δεν έχει σταματήσει ούτε λεπτό να χτυπάει σε αφύσικο ρυθμό.

Δεν έχω το θάρρος να βγω έξω από το δωμάτιο.

Ποιός ξέρει τι με περιμένει εκεί έξω;

Με γρήγορα αλλά σχεδόν αθόρυβα βήματα μπαίνω μέσα στην ντουλάπα.

Κλείνω την πόρτα και βρίζω τον εαυτό μου γιατί έκανα θόρυβο.

Κουλουργιάζομαι και προσπαθώ να ηρεμήσω τον εαυτό μου. Εύχομαι να μπορούσε να με πάρει ο ύπνος ή να με καταπιεί η γη.

Αναμνήσεις ευχάριστες τρέχουν
στο μυαλό μου και αμέσως με πιάνει μια νοσταλγία και μια θλίψη.

Θέλω να ζήσω.

Μπορεί να μην είχα πάντα ευχάριστες αναμνήσεις αλλά δεν θέλω να χάσω την ευκαιρία να δημιουργήσω την δικιά μου ζωή.

Γιατί πάντα το μυαλό μας χειροτερεύει όλες τις καταστάσεις;

Παίρνω ανάσες την μια μετά την άλλη αλλά δεν είναι αρκετός ο αέρας.

Βήματα ακούγονται έξω από την πόρτα μου και έπειτα κάποιος την ανοίγει με δύναμη.

«Αννούλα»

Στο άκουσμα του ονόματος μου βγαίνει από το στόμα μου μια κραυγή τρόμου.





Άννα Où les histoires vivent. Découvrez maintenant