9

176 9 2
                                    


Ίσως δεν έπρεπε να το πω αυτό.

Απομακρύνομαι από την πόρτα και τρέχω στο κρεβάτι.

Η πόρτα πλέον έχει ανοίξει εντελώς και ακριβώς μπροστά της στέκεται ένας άντρας.

Δεν μπορώ να ηρεμήσω τον εαυτό μου.

Προσπαθώ να μην κλάψω.

Προσπαθώ να φανώ θαρραλέα και ψύχραιμη.

«Είσαι τόσο ηλίθιος! Είσαι δειλός που το κάνεις αυτό»

Ίσως δεν πρέπει να τον προκαλώ αλλά ο θυμός βγαίνει από μέσα μου. Οι λέξεις στάζουν σαν φαρμάκι από τα χείλη μου.

Κλείνει την πόρτα από πίσω του.

Δεν απαντάει.

Απλούστατα με κοιτάζει και με πλησιάζει.

Τα βήματα του είναι βαριά.

Με την πρώτη ευκαιρία πρέπει να ορμήξω προς την πόρτα και να τρέξω έξω.

«Μην έρχεσαι κοντά μου»

Λέω απότομα αλλά τρομαγμένα.

Αρπάζω το σεντόνι από το κρεβάτι και τρέχω στην άλλη πλευρά του δωματίου.

Δεν μπορεί να βοηθήσει την κατάσταση μου το σεντόνι αλλά
με κάνει να αισθάνομαι πως δεν
είμαι εντελώς μόνη μου πως έχω
μια προστασία, μια αγκαλιά
στην οποία μπορώ να χαθώ,να κλάψω,να αφεθώ ελεύθερη.

Δεν είναι κατάλληλη στιγμή να πάω στην πόρτα γιατί είναι αυτός εκεί.

Περπατάει προς το μέρος μου, βήμα βήμα μέχρι να είναι μια ανάσα μακριά μου.

Είμαι ακίνητη.

Αδυνατώ να τρέξω.

«Αν με απήγαγες για χρήματα να ξέρεις πως η οικογένεια μου δεν έχει. Ούτε εγώ έχω»

Μην κλαίς Άννα.

Αγκάλιασα το σεντόνι και το έσφιξα ανάμεσα στο στήθος μου.

Πόσο θα ήθελα να ονειρεύομαι.

Πόσο θα ήθελα να έρθει ο Άλεξ και να με ξυπνήσει.

Ο άντρας αρπάζει το σαγόνι μου και το σφίγγει με απίστευτη δύναμη. Με αναγκάζει να τον κοιτάξω.

Αφήνω το σεντόνι από την λαβή μου.

Δεν μπορεί.

Αποκλείεται.

Είναι ο ίδιος άντρας που είχε έρθει στο μαγαζί, ο άντρας που μου προκάλεσε τόσο φόβο.

«Εδώ που σε έφερα κανένας δεν μπορεί να ακούσει τα ουρλιαχτά σου. Είμαστε μόνο εγώ και εσύ. Κανένας δεν θα σε ακούσει να κλαίς ή να με βρίζεις ή να εύχεσαι να ήσουν νεκρή»

Η φωνή του βγαίνει ψυχρά σχεδόν μηχανικά μέσα από τα χείλη του και τα λόγια του με χτυπάνε σαν χαστούκι.

Το στομάχι μου τυλίγεται στα δύο.

«Η αστυνομία θα σε βρει. Έχω ανθρώπους που νοιάζονται για εμένα και θα ψάξουν μέχρι να βρεθώ»

Ούτε εγώ δεν το πιστεύω αυτό. Έχω μόνο τον Άλεξ και αυτός ίσως δεν με ψάξει ποτέ. Ίσως με ξεχάσει τελείως.

«Αν αυτό σε κάνει να αισθάνεσαι καλύτερα»

Αφήνει το σαγόνι μου και χωρίς να το σκεφτώ παραπάνω τον φτύνω στο πρόσωπο.

Τον σπρώχνω και τρέχω προς την πόρτα.

Σηκώνεται, με ακολουθεί και με απίστευτη ταχύτητα αρπάζει το πόδι μου και με τραβάει προς το μέρος του με αποτέλεσμα το κεφάλι μου να συγκρουστεί στον τοίχο και η όραση μου να θολώσει για ελάχιστα δευτερόλεπτα.

Βρίσκομαι πεσμένη στο πάτωμα και πλήρως ανίκανη.

Δάκρυα πέφτουν από τα μάτια μου σαν καταρράκτες.

Είναι καυτά και αλμυρά.

Με το χέρι του καρφώνει τα χέρια μου πάνω από το κεφάλι μου.

«Όσο πιο πολύ αντιστέκεσαι τόσο πιο πολύ θα τραυματίζεις τον εαυτό σου»






















Άννα Hikayelerin yaşadığı yer. Şimdi keşfedin