25

149 6 0
                                    

Το βλέμμα μου ήταν καρφωμένο στον αναπτήρα που κρατούσε στα χέρια του.

Τον έβλεπα που έπαιζε με αυτόν στα δάχτυλα του και ένιωθα όλο μου το σώμα να τρέμει.

Αισθανόμουν πως η καρδιά μου είχε ανεβεί στο λαιμό μου και το κεφάλι μου γύριζε μαζί με το ταβάνι του δωματίου το οποίο ευχόμουν να πέσει και να με πλακώσει.

Ήθελα να με κάνει χίλια κομμάτια και να με βγάλει από την μιζέρια μου.

Ο αναπτήρας βρισκόταν τώρα στο πρόσωπο μου..τον είχε φέρει τόσο κοντά στα μάτια μου.

«Κοίταξε εμένα, όχι την φλόγα»

Μου ήταν τόσο δύσκολο να κοιτάξω μέσα στα μάτια του.

Το μοναδικό πράγμα που μπορούσα να σκεφτώ είναι οτι θα με κάψει ξανά αφήνοντας σημάδια πάνω μου αλλά ότι και να έκανα δεν θα τελείωνε καλά για εμένα.

Αν ήθελε θα με τραυμάτιζε όπως και να έχει.

Τον κοίταξα μέσα από θολά μάτια.

«Πες μου τι έκανες και σε έφερε σε αυτή την θέση»

«Φώναξα για βοήθεια »

Του το είχα πει ήδη αλλά δεν έδειχνε να ενδιαφέρεται.

Δεν μπορούσα να σκεφτώ τι άλλο έκανα για να τον νευριάσω και να
τον προκαλέσω σε τόσο μεγάλο βαθμό.

Ένα χαμόγελο σχηματίστηκε στο πρόσωπο του και ένιωσα το αίμα
μου να κόβεται στιγμιαία.

Δεν ήταν αυτό που ήθελε να ακούσει.

Η σιωπή στο δωμάτιο με έκανε να ανακατεύομαι.

Δεν μπορούσα να το αντέξω άλλο.

Δεν ήταν η σιωπή που συνοδεύεται από μια ήρεμη και χαρούμενη στιγμή αλλά η σιωπή που ακολουθεί έναν καβγά ή μια από τις χειρότερες στιγμές της ζωής ενός ανθρώπου όπως να αντιληφθεί ότι ο άνθρωπος του είναι νεκρός και δεν θα τον ξαναδεί ποτέ στην ζωή του.

«Άλλο ένα λάθος και καίγεσαι»

Δεν μπορούσα να σκεφτώ τίποτα άλλο να του πω.

«Δ-Δεν ξέρω»

Έκλεισα τα μάτια μου και ένιωσα την καρδιά μου να σφυροκοπά από απόλυτο τρόμο.

Ο χτύπος της με κατάπινε ολόκληρη.

«Άνοιξε τα μάτια σου. Θέλω να κοιτάς»

Άνοιξα τα μάτια μου αλλά τα δάκρυα μου κάλυπταν το οπτικό μου πεδίο.

Δεν ήθελα να βλέπω.

Περίμενα να με βασανίσει για κάτι που δεν ήξερα τι είναι.

Έσβησε τον αναπτήρα και το χέρι του άγγιξε το πρόσωπο μου.

«Πες μου τι έκανα λάθος»

Είπα σιγανά.

Η φωνή μου ακουγόταν ξένη στα αυτιά μου.

Άναψε τον αναπτήρα ξανά και το χέρι του μετακινήθηκε από το πρόσωπο μου στο στόμα μου.

«Αν ακούσω έστω και ένα ουρλιαχτό θα σε σκοτώσω»

Τον κοίταζα μα ένιωθα πως δεν ήμουν εκεί.

Ένιωθα σαν παρατηρώ κάποιον άλλο άνθρωπο από μακριά και όχι τον εαυτό μου.

















Άννα Donde viven las historias. Descúbrelo ahora