16. Αχιλλέας 🔥

869 83 41
                                    

Αχιλλέας

" Σε θέλω τόσο πολύ." Της ψιθύρισα πάνω στα χείλη όσο τα φιλούσα με μανία και όργωνα το κορμί της με τα χέρια μου. " Από την πρώτη μέρα."

" Μμ. Περίμενε, περίμενε..." Με σταμάτησε για δεύτερη φορά και ξεφυσηξα έξαλλος από τα νεύρα και τον πόθο. Ήθελε να με βασανίσει αλλά εγώ ήμουν ηφαίστειο έτοιμο να εκραγω.

" Τι είναι πάλι;"

" Είσαι πολύ άγριος. Μου μελάνιασες τα χείλη. Άσε με να σου δείξω εγώ."

Πήρε με ευλάβεια τα μάγουλα μου στα χέρια της και πίεσε ένα φιλί εκεί. Έπειτα συνέχισε προς την μύτη μου, μετά κατέβηκε στο σαγόνι και τελικά έφτασε εκεί που την ήθελα.

Παράδεισος.

Η καρδιά μου χτυπούσε τόσο δυνατά, τόσο ρυθμικά που ήμουν σίγουρος ότι την άκουγε. Τα μάτια της ήταν κλειστά, με φιλούσε αργά και με ρυθμό. Τα χείλη της ήταν απαλά ενώ η γεύση της ήταν συνδυασμός σαμπάνιας και κανέλας από την καραμέλα που της είχα δώσει.

Έπλεξα τα δάχτυλα μου στα μεταξένια της μαλλιά και έβρισα νοερά που ποτέ πιο πριν δεν είχα την ευκαιρία να το κάνω. Φίλησα τα κλειστά μάτια της και όλο το πρόσωπο της. Εξερεύνησα κάθε σημάδι και ατέλεια που την έκαναν ιδιαίτερη και το ίδιο είχα σκοπό να κάνω και με το κορμί της. Σπιθαμή προς σπιθαμή.

Έσπασα την φυσική επαφή και την κοίταξα. Ανασαινε πολύ γρήγορα και το δέρμα της ήταν ζεστό από το άγγιγμα μου. Μείναμε έτσι για πολλή ώρα. Μέσα στην ησυχία των τεσσάρων τοίχων αυτής της μικρής αποθήκης ήμασταν μόνο δύο άνθρωποι που απολάμβαναν τη στιγμή. Δεν υπήρχε κανείς να μας παρακολουθεί, κανείς να μας κρίνει για το ποιοι είμαστε. Δεν υπήρχε ανταγωνισμός ούτε λόγος να μαλώσουμε.

Ήθελα να την σφίξω στα χέρια μου και να μείνει για πάντα εκεί. Να μείνουμε μαζί για πάντα κλειδωμένοι μέσα στο σκοτάδι παρά να απολαμβάνουμε μόνοι το φως της ημέρας. Ήθελα πολλά πράγματα μαζί της, αλλά αυτή δεν ήθελε τίποτα από αυτά μαζί μου.

"Κύριε Αχιλλέα, είστε καλά;" Ακούστηκε μια οικεία φωνή έξω από την πόρτα.

Ήταν θέμα χρόνου να μας βρουν.

" Στέλιο; Στέλιο, άνοιξε μας. Κλειδωθηκαμε και δεν μπορούμε να ανοίξουμε."

" Ποιοι δεν μπορείτε; Είναι κι άλλοι μέσα;"

" Εεε...ναι. Είναι η δεσποινίς Ιωάννου μαζί μου. Είναι εύκολο να ανοίξεις την πόρτα τώρα;"

" Μάλιστα, αμέσως."

Η Αριάδνη σηκώθηκε άγαρμπα από το πάτωμα και ισιωνοντας το ρούχο της βγήκε έξω από την αποθήκη αφήνοντας μια μεγάλη ανάσα να βγει από μέσα της. " Σε ευχαριστούμε Στέλιο. Δεν ξέρω αν θα άντεχα λεπτό ακόμη εκεί μέσα."

" Παρακαλώ κα. Αριάδνη. Είστε καλά; Χρειάζεστε να σας φέρω κάτι;" Ρώτησε ανήσυχος ο μεσήλικας επιστάτης.

" Λίγο νερό χρειάζομαι. "

" Μάλιστα. Επιστρέφω αμέσως. Θέλετε να ενημερώσω κάποιον να έρθει εδώ;"

" Όσο γίνεται περισσότερη διακριτικότητα , θα σε παρακαλέσω." Διάλεξε προσεκτικά τις λέξεις της.

" Θα συμφωνήσω", πήρα τον λόγο. Γύρισα να την κοιτάξω αλλά όλη η μαγεία της προηγούμενης ώρας είχε χαθεί. Η Αριάδνη απέφευγε το βλέμμα μου όπως ο διάολος το λιβάνι και κάπου εκεί ήταν που κατάλαβα ότι ό χώρος δεν με χωρούσε. Επέστρεψα πίσω στην αίθουσα και πλησίασα την συνοδό μου.

" Αχιλλέα, πού ήσουν; Νόμιζα ότι έφυγες αλλά το παλτό σου ήταν εδώ." Με ρώτησε λίγο ταραγμένη ή μάλλον καλύτερα λίγο έξαλλη.

" Θα σου εξηγήσω στο δρόμο. Νομίζω πως ήρθε η ώρα να φύγουμε. Είμαι εξαντλημένος."

Ψυχικά διαλυμένο θα με χαρακτήριζα καλύτερα.

" Ναι. Να φορέσω το πανωφόρι μου και φεύγουμε."

Κατευθυνθηκαμε προς την έξοδο όπου ο υπάλληλος μας έδωσε το παλτό της και την βοήθησα να το βάλει. Κλείδωσε τα χέρια της στον λαιμό μου και μου άφησε ένα φιλί δίπλα από τα χείλη. Η κοπέλα που είχα απέναντι μου ήταν διαφορετική από αυτές που συνήθιζα να βγαίνω. Ήταν όμορφη και εξωτερικά και εσωτερικά από το λίγο που την είχα γνωρίσει. Είχε μια παιδική αθωότητα, μια πραότητα αλλά δεν ήταν η Αριάδνη.

Της χαμογέλασα γλυκά και της έτεινα το χέρι να περάσει πρώτη. Έριξα μια τελευταία ματιά πίσω μου στο πλήθος και την είδα να στέκεται σε μια άκρη με τις φίλες της. Τα μάτια της ήταν καρφωμένα στην ξανθιά γυναίκα δίπλα μου και έπειτα σε εμένα. Τα χείλη της ήταν ερμητικά κλειστά σε ευθεία γραμμή ενώ το ψυχρό βλέμμα της δεν μαρτυρούσε κανένα συναίσθημα.

Γύρισα να φύγω απογοητευμένος. Αυτή το διάλεξε να κυλήσει με αυτόν τον τρόπο η βραδιά. Αν το ήθελε, θα μπορούσε αυτή να βρίσκεται στην θέση της. Να με αγγίζει μόνο αυτή, ξανά και ξανά, και να με κατακτά δικό της. Όλο δικό της.

Office 322Donde viven las historias. Descúbrelo ahora