Το σώμα που ζητάς... (part 1)

590 25 4
                                    


Μια ιδέα της @adraxetim3ra - La Artista (Twitter - X) βασισμένη στο «Άγγιγμα Ψυχής»

Με τα χέρια της ακόμα γύρο του σήκωσε το κεφάλι της από το στήθος του και τον κοίταξε. Είχε τόσες μέρες να τον δει. Εκεί μέσα στο ημίφως παρατηρούσε τα χαρακτηριστικά του προσώπου του. Τόσο όμορφος! Τα μάτια είχαν καταπιεί όλη την αγάπη και την τρυφερότητα του κόσμου. Τα χείλη του ήταν το μεγάλο της βάσανο, ήθελε να τα έχει συνέχεια πάνω της, τόσο γεμάτα και καλοσχηματισμένα ανάμεσα στα κοντά του γένια. Δεν τον χόρταιναν τα μάτια της.

«Μαριέτα μου, έλα να πάμε στο σπίτι μου, θα πάθεις καμία πνευμονία με τέτοια βροχή. Έλα.»

Την ξύπνησε από τη στιγμή. Την πήρε από το χέρι και έτρεξαν μαζί προς το σπίτι του Ιωάννη.

Μπήκαν μέσα και εκείνος άνοιξε το φως. Έσταζαν ολόκληροι και οι δυο. Έβγαλαν τα παπούτσια τους δίπλα από την πόρτα για να στεγνώσουν. Τη βοήθησε να βγάλει το βρεγμένο παλτό από πάνω της για να ανακαλύψει πως από κάτω φορούσε μόνο ένα λεπτό, μακρύ, σατέν, ροζ νυχτικό. Ηταν βρεγμένο και κολλημένο πάνω στο κορμί της τόσο τέλεια! Δεν φορούσε στηθόδεσμο και φαινόταν πως κρύωνε. «Θεέ μου, γιατί μου την έφερες έτσι απόψε, εδώ μπροστά μου. Τι θέλεις να μου πεις με αυτό; Μήπως είναι σημάδι; Ένας σκέτος πειρασμός.»

Τον είδε να βασανίζεται. Κι εκείνη βασανιζόταν μέρες τώρα. Μπορεί να ακουγόταν εγωιστικό αλλά δεν άντεχε άλλο να βασανίζεται μόνη της. Ήθελε να ξέρει ότι τον νοιάζει, ότι τον ενδιαφέρει, ότι ούτε κι εκείνος μπορεί να είναι μακρυά της.

Και μετάνιωσε αμέσως αυτή της τη σκέψη. Δεν ήθελε να τον κάνει να υποφέρει και να βασανίζεται όπως κι εκείνη. Κάλυψε το στήθος της με τα χέρια της.

«Συγγνώμη...» Του είπε «...μήπως έχεις κάτι στεγνό να φορέσω;» Τον ρώτησε με ένα μικρό ντροπιάρικο χαμόγελο και μάτια ακόμα πιο μεγάλα και λαμπερά, αν μπορούσε να είναι δυνατόν αυτό. Πήρε μια βαθιά ανάσα για να συγκρατήσει τον εαυτό του, μην την αρπάξει στην αγκαλιά του εκείνο το λεπτό.

«Ναι, μπορείς να πας στο μπάνιο να βγάλεις τα βρεγμένα και θα σου φέρω κάτι να φορέσεις. Έχει και καθαρές πετσέτες να σκουπιστείς.» Της είπε με μια ανάσα και χάθηκε στον διάδρομο προς το δωμάτιο.

Ηταν αμήχανος και αυτό έκανε τη Μαριέτα να χαμογελάσει. Χώθηκε στο μπάνιο. Είχε διπλωμένες πετσέτες σε ένα ράφι και μια κρεμασμένη σε ένα γατζάκι. Έβγαλε το βρεγμένα νυχτικό και το εσώρουχο της. Απλωσε το χέρι της και πήρε τη πέντε τα που κρεμόταν. Την τύλιξε γύρο από τους ώμους της, έκλεισε τα μάτια και έχωσε τη μύτη της μέσα στο αφράτο χνούδι. Πήρε μια βαθιά ανάσα και τα ρουθούνια της γέμισαν από τη μυρωδιά του. Μέθυσε από το σανδαλόξυλο και τον βασιλικό. Ανάσανε βαθιά. Έστω κι έτσι τον είχε γύρο της, πάνω της, σαν να τον αγκάλιαζε.

Εγώ μιλώ με προσευχές, για σένα μάγισσα μου...Where stories live. Discover now