Κεφάλαιο 19

381 39 2
                                    

Καλ.

«Διάολε!»

«Τι λεξιλόγιο είναι αυτό, Καλέντουλα;» Ο Ντόριαν χάνει ένα ήχο με τη γλώσσα και με χτυπάει ξανά στον πισινό μου, που είναι ήδη αρκετά αγανακτισμένος.

Του γρυλίζω μια προσβολή και επαναλαμβάνει τη κίνηση μέχρι να σιωπήσω και να είμαι μια μάζα από μύες που τρέμουν και δάκρυα.

«Α...»

«Νομίζω ότι βαρέθηκα να ακούω τα παράπονά σου, κακομαθημένο», μου λέει.

Φτάσαμε στο σπίτι του πριν από λίγο, αφότου ήμασταν στο σπίτι των γονιών μου και με έσυρε στο δωμάτιο χωρίς μεγάλη καθυστέρηση. Μου άφησε το φόρεμα, γιατί είπε ότι του άρεσε να με βλέπει με αυτό, αλλά έδειξε τα πόδια του, είπε εδώ και πήρα τη θέση που μου είχε μάθει.

Μου βγάζει το εσώρουχο και το βάζει στο στόμα μου και μπορώ να νιώσω τη δική μου διέγερση μέσα σε αυτό, ενώ πάλι καταστρέφει τον κώλο μου με τα χέρια του. Ο φλογερός πόνος στέλνει ένα κύμα ευχαρίστησης σε όλο μου το σώμα και θα ήθελα πολύ να καταλάβω πώς το διάολο λειτουργεί μαζοχισμός, ώστε να μπορώ να το εξηγήσω.

Σταματάει, με κάνει να σηκωθώ και με αφήνει με την πλάτη μου προς το μέρος του, φιλώντας το μελανιασμένο δέρμα μου και ακουμπώντας το μέτωπό του στην πλάτη μου ενώ μετά βίας κρατάω τα πόδια μου ακίνητα.

Δεν μου δίνει πολύ χρόνο να σκεφτώ τα πράγματα, γιατί σηκώνεται, αφαιρεί την αυτοσχέδια φίμωση μου και τυλίγει τα χέρια του γύρω από το σώμα μου.

«Καθηγητά...» Δεν ξέρω καν γιατί στο διάολο το λέω αυτό. Είναι λες και να τον αποκαλέσω έτσι μπορεί να με κρατήσει λίγο λογική μέσα στο ορμονικό χάος που με βάζει κάθε φορά που βλέπουμε ο ένας τον άλλον.

«Σιωπηλή, Καλ», μου λέει χαμηλόφωνα. «Σκέφτομαι τι θα κάνω μαζί σου», αρπάζει το πιγούνι μου, γέρνει το πρόσωπό μου και καταφέρνει να με φιλήσει, αρπάζοντας τα ακόμα πλεγμένα μαλλιά μου.

Με βάζει να περπατήσω μερικά βήματα και μετά με αφήνει. Τα πόδια μου παραλίγο να λυγίσουν. Μας σταμάτησε και τους δύο μπροστά στον καθρέφτη στο πλάι του κρεβατιού. Μπορώ να κοιτάξω το είδωλό μας μαζί, τόσο αταίριαστο και παράξενο, για λίγα δευτερόλεπτα πριν βγάλει το φόρεμά μου και το πετάξει στο πάτωμα. Πιέζει λίγο το χέρι του στον ώμο μου και γονατίζω στο πάτωμα. Το κεφάλι μου είναι ακριβώς πάνω από το γόνατό του και θα έπρεπε να κινηθώ μόνο ελάχιστα για να μείνω επάνω του.

Αγκάθια (Lust #3)Where stories live. Discover now