Πισωπατούσα αργά αργά φοβισμένη...
"Μαμά;....Μαμά!! Σε παρακαλώ, άσε κάτω το μαχαίρι!" ακούστηκε μια φωνή. Μου πήρε λίγη ώρα μέχρι να καταλάβω ότι ήταν η δική μου ραγισμένη έκκληση.
Εκείνη απλά προχωρούσε με τη μύτη του στιλέτου στραμμένη προς τα εμένα, με δάκρυα να καθαρίζουν τα λερωμένα της μάγουλα. Το πρόσωπό της ήταν συσπασμένο με μια έκφραση παράνοιας. Δεν ήταν ο εαυτό της πλέον.
Η πλάτη μου ακούμπησε τον ετοιμόρροπο τοίχο του σπιτιού.
"Μαμά....." μουρμούρισα και ένας λυγμός ξέφυγε από τα χείλη μου.
Εκείνη την ώρα η πόρτα άνοιξε και μπήκε μέσα ο πατέρας μου κουβαλώντας ξύλα. Όταν αντίκρισε την σκηνή, του έπεσαν μονομιάς και έτρεξε προς το μέρος μας.
"Σολέν!!" φώναξε, και η μητέρα μου γύρισε προς το μέρος του.
"Α.....Χακάν! Γύρισες; Που είναι η Αλιάνα;" ρώτησε χαμηλόφωνα.
"Σολέν...η Αλιάνα είναι πίσω σου. Σε παρακαλώ δώσε μου το στιλέτο. Δεν θες να την πληγώσεις."
Η μητέρα μου έμεινε λίγο να το σκεφτεί και γύρισε προς το μέρος μου. Μόλις τα μάτια της συνάντησαν τα δικά μου, άρχισε να ουρλιάζει : "Ο Σατανάς!!!! Αυτό δεν είναι το παιδί μου! Αυτό είναι ο Σατανάς!!"
Τα γόνατά μου λύγισαν και γλίστρησα πάνω στον τοίχο μέχρι να φτάσω το υγρό πάτωμα. Όταν ξαφνικά άρχισε να γελά, ήθελα να βάλω τα κλάματα. Η μητέρα μου δεν με αναγνώριζε.
Ο πατέρας μου την παραμέρισε διστακτικά και ήρθε προς τα εμένα. Γονάτισε μπροστά μου και με κοίταξε :"Αλιάνα, η μητέρα σου δεν είναι καλά. Μάλλον θα την πείραξε ο ήλιος σήμερα στα χωράφια. Πήγαινε κοιμήσου και το πρωί όλα θα είναι όπως πρώτα."
Δεν ξέρω αν αυτά τα έλεγε για να καθησυχάσει εμένα ή τον εαυτό του. Πάντως τίποτα δεν έγινε όπως πρώτα.
Σαν με πήρε ο ύπνος, ένιωσα δυο χέρια να προσπαθούν να με στραγγαλίσουν. Άνοιξα διάπλατα τα μάτια, ενώ προσπαθούσα να πάρω ανάσα και να καταπιώ, μα μου ήταν αδύνατο. Τα κοντά μου πόδια κοπανούσαν το κρεβάτι και τα λεπτά και αδύναμα χέρια μου έπιασαν εκείνα που με έπνιγαν. Μέσα από τα δάκρυα που κυλούσαν από τα μάτια μου, κατάφερα να διακρίνω την σιλουέτα της μητέρας μου.
"Έπρεπε να σε είχα σκοτώσει τότε που γεννήθηκες......" γρύλισε, ενώ έσφιγγε ολοένα και περισσότερο τον μικρό λαιμό μου. Η ανάσα μου είχε κολλήσει και ένιωθα το κεφάλι μου έτοιμο να σπάσει. Τα μάτια μου γυρνούσαν προς τα πίσω και ένιωθα πως έσβηνα, όταν το κράτημα χαλάρωσε και η μητέρα μου βρέθηκε στο πάτωμα με τον πατέρα μου να την κρατά γερά στην αγκαλιά του.
![](https://img.wattpad.com/cover/62600089-288-k205140.jpg)
ВЫ ЧИТАЕТЕ
H Νεκροφιλημένη
ФэнтезиΤα Βασίλεια των Αρχαίων δεν θα ήταν ποτέ ξανά τα ίδια. Στον κόσμο του Ελάριον επικρατεί ο πανικός και ο φόβος: Σκοτεινές δυνάμεις αποζητούν ξανά την καταστροφή των Βασιλείων και την κατοχύρωση του θρόνου τους μετά τους καταραμένους αιώνες. Η μοίρα...