Η Βασίλισσα Νάιδα κρατούσε γερά την άκρη της κερκίδας της και η όψη της είχε αλλάξει. Ο θυμός είχε παραμορφώσει τα πανέμορφα χαρακτηριστικά της και λεπτά, μυτερά δόντια έκαναν την εμφάνισή τους κάτω από τη γραμμή των χειλιών της. Ατάραχη, έφερα δυο δάχτυλα στο στόμα μου και σφύριξα δυνατά. Τη νεκρική σιγή έσπασε η κραυγή του Χάρου και το χτύπημα των φτερών του. Το καστανόμαυρο γεράκι είχε τρυπώσει στο Βασίλειο και πετούσε αγέρωχο από πάνω μου, κάνοντας κύκλους, αναγνωρίζοντας την καταστροφή και τα τέρατα, έτοιμος για επίθεση, αν η Νάιδα δεν κρατούσε την υπόσχεσή της. Οι πύλες άνοιξαν και αρκετές νεράιδες-φρουροί μας πλησίασαν. Ύψωσα το βραχίονα μου, λυγίζοντας τον αγκώνα μου και φέρνοντας τον καρπό μου μπροστά από το πρόσωπό μου. Ο Χάρου βούτηξε στο κενό και γαντζώθηκε στο περικάρπιό μου. Χτύπησε τα φτερά του, αφήνοντάς τα ανοιχτά για λίγους χτύπους, απειλητικά.
Οι κερκίδες όλες είχαν παγώσει. Οι νεράιδες δεν μπορούσαν να πιστέψουν τι είχε μόλις γίνει μπροστά στα μάτια τους και περίμεναν την απόφαση της Βασίλισσας. Ο Κάιν καθόταν ακριβώς από πίσω της, με το χέρι στη λαβή του σπαθιού του, ενώ οι ιππότες του έκλεισαν την πόρτα πίσω από τη Νάιδα. Δεν είχε άλλη επιλογή πλέον. Την είχαμε στριμώξει.
Η Βασίλισσα των Ασράι, ηρέμησε και άφησε τον εαυτό της να χαλαρώσει, επιστρέφοντας στην προηγούμενη γλυκιά μα κρύα μορφή της. Σήκωσε το ένα της χέρι ψηλά και μίλησε στους φρουρούς. Εκείνοι χωρίς δεύτερη κουβέντα, έκαναν λίγα βήματα πίσω. Ύστερα γύρισε προς το μέρος μου και με σηκωμένο το κεφάλι, ένδειξη ανωτερότητας και εγωισμού, μου έδωσε το λόγο.
"Ας σε ακούσουμε, λοιπόν."
♠♣♦
Μας οδήγησαν σε μια καταγάλανη αίθουσα. Το αχνό λευκό φως χτυπούσε ανελέητα τους γυάλινους τοίχους, κάνοντάς τους να μοιάζουν με τρεχούμενο νερό. Παράθυρα δεν είχε το δωμάτιο και δε μπορώ να πω ότι του χρειάζονταν. Ήταν ήδη φωτεινό και σχετικά άδειο. Μόνο μια λευκή, μαρμάρινη τράπεζα έστεκε στο μέσον της αίθουσας, γεμάτη με ένα σωρό τυλιγμένους παπύρους, λεπτά και αιχμηρά εγχειρίδια, παχιά βιβλία και μερικά γυάλινα ποτήρια σε διάφορα μεγέθη και περίτεχνα σχέδια, απλωμένα άτακτα επάνω της. Ακριβώς από πίσω από την τράπεζα, βρισκόταν ένα γυαλιστερό κάθισμα, φτιαγμένο από πάγο και συγκεκριμένα από κολλημένους μεταξύ τους σταλακτίτες. Εκεί καθόταν τώρα η Βασίλισσα Νάιδα και εγώ με τον Κάιν ακριβώς απέναντί της. Τόση ώρα με κοιτούσε με βλέμμα σοβαρό, γεμάτο έκπληξη και ψήγματα ανασφάλειας και ίσως περιέργειας. Δεν ήξερε γιατί ήμουν ακόμη ζωντανή. Τι ήταν εκείνο που με γλίτωσε από το δηλητήριο που υπέταξε τρεις άγριους πειρατές και άφησε απείραχτο ένα κοριτσάκι. Οι ιππότες πίσω μας έκατσαν προσοχή και έπιασαν τις δυο πλευρές των απέναντι τοίχων.
YOU ARE READING
H Νεκροφιλημένη
FantasyΤα Βασίλεια των Αρχαίων δεν θα ήταν ποτέ ξανά τα ίδια. Στον κόσμο του Ελάριον επικρατεί ο πανικός και ο φόβος: Σκοτεινές δυνάμεις αποζητούν ξανά την καταστροφή των Βασιλείων και την κατοχύρωση του θρόνου τους μετά τους καταραμένους αιώνες. Η μοίρα...