Φεύγοντας από τους στάβλους σχεδόν τρέχοντας, όρμησα στο νυχτερινό κρύο σφίγγοντας επάνω μου το γούνινο μανδύα μου. Ένα απαλό αεράκι ανακάτεψε τα μαλλιά μου και έστειλε παγωμένα ρίγη σε όλο μου το σώμα. Σήκωσα το βλέμμα μου από το έδαφος και στράφηκα προς την πόρτα. Έξι φιγούρες την έφρασσαν μαζεμένες γύρω της. Μόλις άκουσαν τα βήματά μου γύρισαν απότομα προς το μέρος μου με τα σπαθιά στα χέρια τους. Ήταν όλοι άντρες, γύρω στα τριάντα πέντε με σαράντα και φορούσαν μακριούς μαύρους μανδύες που ταίριαζαν με τον εβένινο εσωτερικό ρουχισμό τους.
"Θα σας πρότεινα να μην προχωρήσετε άλλο, κυρία." είπε ο ένας και η βραχνή του φωνή έφτασε σπασμένη στα αυτιά μου και ανατριχιαστική.
Έβαλα διακριτικά το χέρι μου στο θηκάρι γύρω από τη μέση μου και κράτησα τη λαβή του στιλέτου μου. Παρατηρούσα την κάθε τους κίνηση, εντοπίζοντας αδύνατα σημεία και τρόπο εξόντωσης. Χαμογέλασα όσο καλύτερα μπορούσα και ανασήκωσα λίγο το κεφάλι μου. "Θα μπορούσα να μάθω το γιατί;" ρώτησα με την πιο γλυκιά μου φωνή.
Οι άντρες γέλασαν και κοίταξαν ο ένας τον άλλο. Εκείνος που μου μίλησε πριν, έκανε λίγα βήματα μπροστά ξεχωρίζοντας από τους υπόλοιπους. "Το πεδίο μάχης δεν είναι για γυναίκες. Και πόσο μάλλον ευαίσθητα λουλούδια, όπως εσείς."
Έτριξα τα δόντια μου και ετοιμάστηκα να τον ξεσκίσω. Δεν ήξερε που έμπλεκε. Το μόνο που κατάφερνε ήταν να με εκνευρίσει περισσότερο. Αποφάσισα να τον αφήσω τελευταίο για να υποφέρει περισσότερο. Δε θα τον άφηνα να με υποτιμήσει. Έσυρα το πόδι μου αθόρυβα στο έδαφος και έβγαλα το στιλέτο από τη θήκη του. Με ένα γρήγορο τίναγμα μπροστά θα τους καθάριζα έναν προς έναν.
Οι άντρες κοίταξαν πίσω μου και μόνο τότε άκουσα τα βήματα κάποιου άλλου. Ανάθεμα! Πως δεν τον είχα καταλάβει; Είχαν και άλλον μαζί; Ο άγνωστος κάλυψε τα μάτια μου με την παλάμη του και κόλλησε το σώμα του πάνω μου. Η γλυκιά μυρωδιά πορτοκαλιού και ανθών γιασεμιού χτύπησε τη μύτη μου και αμέσως ηρέμησα.
"Λατρεμένη μου γυναίκα. Τι κάνεις εδώ έξω; Δεν ήθελα να σε ταράξω. Μα μόνο να ξεκλέψω λίγες στιγμές μαζί σου. Νιώθω λίγο παρεμελημένος." γουργούρισε ο Λαχάρ με ένα παιχνιδιάρικο τόνο να χρωματίζει τη καθαρή και βαθιά φωνή του. Το άλλο του χέρι βρέθηκε γύρω από την κοιλιά μου και έφερε τα χείλη του κοντά στο λαιμό μου. "Ακολούθησέ με." ψιθύρισε στο αυτί μου. Τα χείλη μου μισάνοιξαν και άφησα μια ανάσα να σχηματίσει σύννεφο στο κρύο.

BẠN ĐANG ĐỌC
H Νεκροφιλημένη
Viễn tưởngΤα Βασίλεια των Αρχαίων δεν θα ήταν ποτέ ξανά τα ίδια. Στον κόσμο του Ελάριον επικρατεί ο πανικός και ο φόβος: Σκοτεινές δυνάμεις αποζητούν ξανά την καταστροφή των Βασιλείων και την κατοχύρωση του θρόνου τους μετά τους καταραμένους αιώνες. Η μοίρα...