Κεφάλαιο 8 - Λουτρό αίματος

992 169 52
                                    


Οι υπηρέτριες έτριβαν με μανία όλο μου το σώμα που ήταν βυθισμένο σε ένα τεράστιο στρογγυλό λουτρό, γεμάτο με μυρωδάτο, σχεδόν λευκό, νερό που έμοιαζε με γάλα. Ο χώρος ήταν εντελώς κλειστός, χωρίς κανένα παράθυρο, με ερυθρές ταπετσαρίες να απλώνονται στους τοίχους. Το μόνο φως στο δωμάτιο, ερχόταν από το μεγαλόπρεπο πολυέλαιο που στεκόταν πάνω από το κεντρικό τμήμα του λουτρού και έκανε το νερό να φαίνεται πιο θαμπό. Σήκωσα αργά το δεξί μου χέρι και κοιτούσα το νερό που ξέφευγε από τα δάχτυλά μου παχύρρευστο. Βούτηξα ξανά το χέρι μου μέσα και το σήκωσα πάλι. Το νερό κυλούσε στον καρπό μου και σιγά σιγά άλλαζε χρώμα, καθώς κατέβαινε προς τον αγκώνα μου. Γινόταν κόκκινο.....και πηχτό σαν το αίμα. Κοκάλωσα. Μια σταγόνα ξέφυγε από τα ματωμένα δάχτυλά μου και έπεσε σιγανά μέσα στο υπόλοιπο νερό. Το λουτρό βάφτηκε σε ελάχιστο χρόνο κόκκινο. Δεν μπορούσα να κουνηθώ από το σοκ. Ξάφνου, κάτι κουνήθηκε το κέντρο της λίμνη αίματος. Τα ελαφρά κυματάκια έγιναν πιο βίαια και οι βαθυκόκκινες πιτσιλιές στόλιζαν το γυμνό κορμί μου, ώσπου ένας όγκος άρχιζε να ξεχωρίζει μπροστά μου. Πρώτα παρατήρησα την πλάτη και τους λεπτούς ώμους που αναδύθηκαν από το αίμα. Ύστερα η μορφή έριξε το κεφάλι πίσω και λίγα μαλλιά, κολλημένα μεταξύ τους απλώθηκαν ως την μέση της. Ξεροκατάπια. Η μορφή γύρισε προς το μέρος μου.

Τα γνώριμα της μάτια στάθηκαν στα παράξενα δικά μου. 

"Μαμά....;" είπα με βραχνιασμένη φωνή, που δεν έμοιαζε καθόλου με την δικιά μου.

Εκείνη χαμογέλασε λυπημένα και σήκωσε ψηλά το χέρι της, φέρνοντάς το στην βάση του λαιμού της. Τότε παρατήρησα τη λεπίδα που κρατούσε και με την οποία αργά αργά χάραξε μια τρεμάμενη ευθεία στο λάρυγγά της. Πήγα να σηκωθώ, να την σταματήσω, αλλά κάτι με βαστούσε γερά κολλημένη κάτω. Κατέβασα το κεφάλι μου προς τα κάτω και είδα δυο χέρια, δυο μπλε σχεδόν διάφανα χέρια, να με κρατούν καθηλωμένη.

"Ήταν το πιο γλυκό αίμα που γεύτηκα ποτέ..." μου ψιθύρισε στο αυτί μου, εκείνη. "Εκείνη;..... ακόμη να με μάθεις Αλιάνα; Με λένε Κάλιντα, γλυκιά μου." συνέχισε.

Έστρεψα το κεφάλι προς την κατεύθυνσή της. "Τράβα στο διάολο." γρύλισα στη σιχαμένη φιγούρα, προσπαθώντας να πολεμήσω τα δάκρυα που συγκεντρώνονταν στα μάτια μου.

Σιγή απόλυτη απλώθηκε στο χώρο γύρω μου και το μόνο που την έσπασε ήταν το σώμα της μητέρας μου που έπεσε με φόρα στο νερό, πιτσιλώντας τα πάντα με αίμα. Η Κάλιντα πίσω μου γέλασε και προσπερνώντας με, άρχισε να κολυμπά αμέριμνη στο νερό. Όταν ήρθε στην ίδια ευθεία με εμένα χαμογέλασε σατανικά και χτύπησε τα δυο της δάχτυλα. Αμέσως, η μητέρα μου εμφανίστηκε μπροστά μου, βγαίνοντας με φόρα από το λουτρό αίματος. Τα άψυχα της μάτια, κάρφωσαν τα δικά μου και ξαφνικά ένιωσα να κρυώνω. Η μητέρα μου σήκωσε τα δυο της χέρια και έπιασε το πρόσωπό μου, ενώ τα δάχτυλά της αναρριχώνταν στα μάτια μου. Έπνιξε ένα λυγμό.

H ΝεκροφιλημένηOnde histórias criam vida. Descubra agora