Κεφάλαιο 2

665 39 2
                                    

Μεριά Σίας  (Ασπασία)

Ήμασταν από το πρωί για πρόβα με την Νάταλι. Η ώρα είχε περάσει. Ήταν περίπου 9. Είχαμε ήδη 12 ώρες στο στούντιο. Έτσι λοιπόν αποφασίσαμε να φύγουμε. Αφού χαιρετήσαμε την δασκάλα μας, που είχε μάθημα με το εφηβικό τμήμα, και την γραμματέα Βγήκαμε από το κτήριο.

Ναταλία: Σία μου, θες να πάμε μια βόλτα απόψε?

Με ρώτησε με μια γλυκιά φωνή που δύσκολα μπορεί να αντισταθεί κάποιος.

Το σκέφτηκα λίγο. Ήμουν πολύ κουρασμένη.

Είχαμε πολλές μέρες που ήμασταν συνεχώς στο στούντιο.

Ήξερα ότι κι εκείνη ήταν κουρασμένη.

Όμως γιατί ξαφνικά ήθελε να βγούμε?

Σία: Εντάξει. Αλλά γιατί θέλεις να βγούμε;

Με κοίταξε λίγο.

Ναταλία : Πάμε και σου έχω μια έκπληξη.

Αυτό ήταν κάτι που δεν περίμενα να ακούσω. Η Νάταλι είναι άνθρωπος που δεν του αρέσουν οι εκπλήξεις.

Ούτε της αρέσει να βγαίνουμε. Προτιμά να καθόμαστε σπίτι μου και να βλέπουμε ταινίες.

Αυτή της η στάση με ανησύχησε.

Πήγαμε προς το σπίτι μου.

Αλλάξαμε ρούχα κι αρχίσαμε να φτιάχνουμε τα μαλλιά μας και να βαφομαστε.

Φόρεσα ένα δερμάτινο μαύρο  κολάν, μια κοντή κόκκινη μπλούζα. Τα συνδιασα με μαύρη δερμάτινη ζακέτα και ψηλοτάκουνα κόκκινα μποτάκια.

Έπιασα ένα σφιχτό ψηλό κότσο τα μαλλιά μου κι έκανα ένα σκούρο μακιγιάζ.

Η Νάταλι είχε βάλει ένα στενό φόρεμα μέχρι το γόνατο. Το συνδίασε με ένα χακί  φουλάρι, μαύρο παπούτσι και μαύρο σακάκι. Άφησε ίσια τα μακριά μαλλιά της κι έκανε απαλό μακιγιάζ.

Φύγαμε και πήγαμε προς το κέντρο.

Κατευθυνθήκαμε προς ένα μπαρ που συχνάζαμε την περίοδο που βγαιναμε πολύ.

Μπήκε πρώτα η Νάταλι μέσα.

Προχωράει προς το μπαρ του μαγαζιού.

Ακουμπά στον ώμο έναν άνδρα πολύ γνώριμη μορφή.

Εκείνος γυρίζει και την αγκαλιάζει.

Τον κοιτώ.

Θεέ μου! Ο Αλεξ!

Η κολλητός μας. Ο παιδικός μας φίλος.

Είχαμε τόσο καιρό να τον δούμε.

Έμενε για χρόνια εδώ.

Μετά τις προηγούμενες εκλογές όμως ο πατέρας του έγινε υπουργός οπότε μεταφέρθηκαν οικογενειακώς στην Αθήνα.

Αλεξ: Εσύ δεν θα με αγκαλιάσεις;

Με ρώτησε με παράπονο.

Τον αγκάλιασα.

Καθίσαμε κι εμείς στο μπαρ.

Αρχίσαμε να λέμε τα νέα μας.

Κάποια στιγμή σήκωσα το βλέμμα κι αντίκρισα στην απέναντι πλευρά του μπαρ να κάθεται ένας νεαρός. Στην ηλικία μου περίπου.
Ήταν όμορφο παιδί. Ψηλό με καστανά μαλλιά. Δεν μπόρεσα να διακρίνω περισσότερα χαρακτηριστικά.

Με Κοιτούσε κι εκείνος επίμονα.

Δεν έδωσα σημασία. Που και που έριχνα κλεφτές ματιές.

Νάταλι: Μην τον κοιτάζεις αυτόν.

Άκουσα την φωνή της Νάταλι και την κοίταξα παραξενεμένη. 

Ναταλία: Αυτόν εκεί απέναντι που σε κοιτάζει. Δεν είναι για εσένα.

Σία: Τον ξέρεις?

Την ρώτησα κι εκείνη τινάχτηκε σαν να αποκάλυψε ένα μυστικό.

Ναταλία : Όχι. Απλά ξέρω ότι γενικά αυτά τα παιδιά δεν είναι για εμάς.

Είπε. Παρατήρησα ότι μαζί με εκείνο το νεαρό, ήταν ένας άλλος. Ξανθός. Ήμουν σίγουρη ότι τον ήξερα.

Σία: Αυτός δίπλα του δεν ερχόταν στο πάρκο;

Ναταλία : Μπορεί. Μην κοιτάζεις άλλο προς το μέρος εκείνο.

Είπε.

Συμφώνησα.

Έτσι λοιπόν η βραδιά μας κύλισε ήρεμα.

Μα πιστεύω πως θα τον ξαναβρώ.

Ελπίζω την επόμενη φορά να μην είναι μπροστά η Νάταλι.

Το Καλό Αργεί Να Έρθει [Wattys2016]Where stories live. Discover now