Κεφάλαιο 7

918 56 3
                                    


  Είχε περάσει μια βδομάδα. Μια ολόκληρη εβδομάδα.

  Οι εξετάσεις άρχιζαν σε λίγο, και η Μιλένα δεν μπορούσε να σκεφτεί τίποτα άλλο, παρά το βράδυ της περασμένης Παρασκευής.

  Τον ηλίθιο! Αν δεν άντεχε την παρουσία μου τόσο πολύ, για ποιό λόγο προσφέρθηκε να με γυρίσει σπίτι; σκεφτόταν συνέχεια.

  Η Νάγια εννοείται, παρατήρησε οτι κάτι έκαιγε την φιλενάδα της.

"Κοπελιά, λέγε. Τι είναι;" την ρώτησε ξαφνικά, την 5η ώρα, που είχαν γυμναστική, και έτρεχαν γύρους στο σχολικό γήπεδο μαζί.

"Τίποτα. Απλά σκέφτομαι τις εξετάσεις, τους αγώνες..."

"Σε πιστέψαμε...."

"Αλήθεια!"

"Καλά, μπορείς να κρατήσεις το μικρό σου μυστικό για την ώρα, αλλά θα μάθω τι στο καλό σε απασχολεί, Μιλένα, και τότε, δεν την γλιτώνεις με την καμία!"

"Μιλώντας για μυστικά....Τι παίζει με σένα και τον Κίμωνα, Ναγιούλα;" ρώτησε την φιλενάδα της, με μια πονηρή έκφραση να διαγράφεται στο πρόσωπό της.

  Η Νάγια κοκκίνισε σαν παπαρούνα.

"Τιιι εννοείς;"

"Εννοώ, απο πότε είσαι καψουρεμένη με τον κολλητό του αδελφού σου; Και για ποιόν λόγο δεν το έχεις πει σε εμένα;"

"Να...αν το παραδεχόμουν στον οποιονδήποτε, θα αναγκαζόμουν να το παραδεχτώ στον εαυτό μου, Μιλένα....Και το θέμα είναι, οτι ΔΕΝ ΘΕΛΩ να είμαι καψουρεμένη με τον κολλητό του αδερφού μου, αλλά..."

  Εκείνη ακριβώς την στιγμή, ο προαναφερόμενος αδερφός αποφάσισε να κάνει την εμφάνισή του.

"Τι έκανα πάλι και μιλάτε για μένα, κορίτσια;" ρώτησε.

"Νικήτα, δεν είσαι ο ήλιος. Δεν περιστρέφονται όλα γύρω σου!" του πέταξε η Νάγια εκνευρισμένη και τον προσπέρασε.

"Αυτή τώρα τι μύγα την τσίμπησε;" ρώτησε την Μιλένα ο Νικήτας, σαστισμένος.

  Η Μιλένα αρκέστηκε στο να γελάσει, και να επιταχύνει για να φτάσει την κολλητή της.

----------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------

Την Τετάρτη, το σχολείο έκλεισε για εξετάσεις. Το πρώτο μάθημα για την Δευτέρα Λυκείου, είχε προγραμματιστεί για την ερχόμενηΤρίτη, και ήταν (τύμπανα παρακαλώωωω...) ΒΙΟΛΟΓΙΑΑΑΑΑ!

  Νικήτας, Κίμωνας, Νάγια και Μιλένα, αφού πήραν πρόγραμμα, κουτρουβαλιάστηκαν, ώστε να καταφέρουν να βρουν ένα τραπέζι στο Mikel της γειτονιάς, γνωρίζοντας εκ των προτέρων, οτι όλα τα λυκειόπαιδα θα βρίσκονταν εκεί ή στην παραλία μόλις έπαιρναν πρόγραμμα. Η παρέα γέλασε, και μίλησε, και λίγη ώρα μετά χωρίστηκαν, για να πάει ο καθένας σπίτι του, καθώς είχαν προπονήσεις.

Η Μιλένα πέρασε τρεις ημέρες κλεισμένη στο σπίτι, διαβάζοντας βιολογία και αρχαία (που ήταν το δεύτερο μάθημά στο πρόγραμμά της). Έβγαινε μόνο για να πάει προπόνηση, κυριολεκτικά.

Την Κυριακή το πρωί, σηκώθηκε γύρω στις έξι, με μια άγρια λαχτάρα να βγει απο το σπίτι. Αφού ντύθηκε γήγορα, πήρε τα κλειδιά της, σακουλίτσες απορριμάτων τα ακουστικά της και το κινητό της, και αφού έβαλε λουρί στον Μάρλεϋ, το λαμπραντόρ της, κατέβηκε τα σκαλιά σαν τον άνεμο, μαζί με το σκύλο, που κουνούσε την ουρά του σαν παρλιακός.

  Μετά την ολοκλήρωση της κλασσικής τους βόλτας, η Μιλένα αποφάσισε να πάνε στο παρκάκι, ένα χώρο δίπλα στην παιδική χαρά με γρασίδι, οπου έπαιζαν τα παιδάκια και οι σκύλοι.

Το "Don't You Need Somebody" άρχισε να παίζει μέσα απο τα ακουστικά της, και αφού έβγαλε το λουρί του Μάρλεϋ, τον άφησε να τρέξει στην περιφραγμένη έκταση.

  Και τότε μόνο κατάφερε να προσέξει μια φιγούρα που πάλευε με μια ποδοσφαιρική  μπάλα στην μέση του πάρκου.

Ποιός τρελός εκτός απο εμένα είναι εδώ τέτοια ώρα το πρωί; αναρωτήθηκε.

Και καθώς πλησίασε κοντά, η απάντηση ήταν για ακόμη μια φορά η ίδια.

Ο Ορέστης.



Ο ποδοσφαιριστής της καρδιάς τηςWhere stories live. Discover now