Επίλογος

167 20 10
                                    

Ο Άρης έλεγξε ξανά το χαρτί στο οποίο είχε γράψει τη διεύθυνση που του είχε υπαγορέψει ο Παύλος, και κοίταξε τριγύρω.

Ήταν μια όμορφη γειτονιά, μερικά χιλιόμετρα μακριά από τη δική του, με πολύ πράσινο και πανομοιότυπα σπίτια. Το περίεργο ήταν πως είχε την αίσθηση ότι δεν ήταν η πρώτη φορά που περνούσε από εδώ, παρόλο που η διεύθυνση δεν του θύμιζε τίποτα.

Ήλπιζε μόνο ο Παύλος να ήξερε τι έλεγε, και να μην περιπλανιόταν άδικα στους δρόμους τόση ώρα. Ο Άρης ήθελε να τον πάρει τηλέφωνο για να σιγουρευτεί, αλλά ήξερε πως ο φίλος του αυτή τη στιγμή ενδεχομένως βρισκόταν σε κάποια παραλία στο εξωτερικό, και το πιο πιθανό ήταν να μην απαντούσε καν στην κλήση του.

Αν και ήταν ένα συνηθισμένο απόγευμα της τελευταίας εβδομάδας του Αυγούστου, η ψύχρα του Σεπτεμβρίου παραμόνευε από νωρίς αυτόν τον χρόνο. Ο Άρης ούτε που κατάλαβε πότε πέρασε το υπόλοιπο καλοκαίρι από τότε που έφυγαν από τη σχολή. Ο ίδιος, η Κική και ο Παύλος συναντήθηκαν μόνο μια φορά σε αυτό το διάστημα, λίγες μέρες προτού φύγει για διακοπές ο τελευταίος.

Κοντοστάθηκε για μια στιγμή και κοίταξε ένα μεγάλο διώροφο σπίτι στις αποχρώσεις του μπεζ και του σκούρου καφέ στα δεξιά του. Ο αριθμός του σπιτιού αυτού ταίριαζε με τον αριθμό που αναγραφόταν στο χαρτί.

«Άρα αυτό είναι;» αναρωτήθηκε από μέσα του και περιεργάστηκε καλύτερα το οίκημα, που πλαισιωνόταν από έναν μεγάλο κήπο με κοντοκουρεμένο γκαζόν. Στα δεξιά της εισόδου υπήρχε ένα μικρό, κλειστό γκαράζ.

Το σπίτι τού φάνηκε αρκετά γνώριμο, αλλά δεν έδωσε περαιτέρω σημασία. Ίσως να είχε περάσει κάποια στιγμή από εκεί γύρω ενώ έκανε τρέξιμο.

Το αγόρι πήρε μια βαθιά ανάσα, έβαλε το χαρτάκι στην τσέπη του τζιν του και έτριψε τα χέρια του νευρικά. «Τι πας να κάνεις;» άκουσε να του λέει μια φωνή μέσα στο κεφάλι του, αλλά την αγνόησε. Ήδη είχε χάσει αρκετό χρόνο, και το είχε πάρει απόφαση να τον αναπληρώσει.

Δίχως να το σκεφτεί παραπάνω, ο Άρης ανέβηκε τα σκαλάκια που οδηγούσαν στην πόρτα και χτύπησε το κουδούνι με τα ιδρωμένα από το άγχος δάχτυλά του.

Κατάφερε να ξεχωρίσει κάποιους μπερδεμένους ήχους από το εσωτερικό του σπιτιού, κι έπειτα κάποιον να βηματίζει με γρήγορο ρυθμό.

Τότε η πόρτα άνοιξε και είδε μπροστά του την Κική.

Ο Άρης χαμογέλασε τόσο από ανακούφιση που είχε ανοίξει εκείνη την πόρτα, όσο και από τη χαρά που ένιωθε που την έβλεπε πάλι.

Υπόθεση Για Τρεις: Το καταραμένο δαχτυλίδιWaar verhalen tot leven komen. Ontdek het nu