Την επόμενη μέρα η Χριστίνα ήταν από νωρίς στο νοσοκομείο για να υπογράψει το εξιτήριο και να βοηθήσει τον Παύλο να ετοιμαστεί. Αφού όλα ήταν έτοιμα βγήκαν από το νοσοκομείο και μπήκαν στο αυτοκίνητο. Τίποτα στην διαδρομή δεν του φάνηκε γνώριμο και για αυτό περίμενε σιωπηλός.
«Θα σταματήσουμε κάπου να φας κάτι γιατί δεν έχω προλάβει να μαγειρέψω» του είπε.
«Δεν πεινάω» είπε κοιτάζοντας με αυτό το χαμένο βλέμμα έξω από το παράθυρο.
«Πρέπει να φας κάτι» είπε και μετά επικράτησε πάλι σιωπή.
Ο Παύλος σκέφτηκε ότι αφού αυτή η κοπέλα ήταν η γυναίκα του τότε θα μπορούσε να του απαντήσει σε πολλές ερωτήσεις σε ότι αφορά το παρελθόν του.
«Να σε ρωτήσω κάτι;» Είπε σχεδόν διστακτικά.
«Φυσικά» είπε χωρις να πάρει τα μάτια της από τον δρόμο.
«Ποσό καιρό είμαστε παντρεμένοι;»
«Έξι χρόνια» απάντησε κάπως αδιάφορα.
«Και γιατί δεν φοράς βέρα;» Την ρώτησε παρατηρώντας το χέρι της.
«Ούτε εσυ φοράς» είπε και εκείνος κοίταξε τώρα το δικό του χέρι.
«Είμαστε χωρισμένοι;»
«Επίσημα όχι... δεν έχουμε πάρει διαζύγιο αλλά είμαστε σε διάσταση να στο πω έτσι»
Δεν είχε πάρει καθόλου τα μάτια της από τον δρόμο και αυτή η αδιαφορία που έδειχνε όταν του απαντούσε άρχισε να τον θυμώνει αλλά δεν το έδειξε και συνέχισε τις ερωτήσεις του.
«Γιατί δεν έχουμε χωρίσει τότε;»
Δεν απάντησε αμέσως... Την είδε σκεπτική.. σαν να μην ήξερε τι να απαντήσει.
«Ήταν κατά κάποιο τρόπο δίκη σου απόφαση... Μένουμε σε ένα σπίτι που είναι αποκλειστικά δικό σου και αν χωρίζαμε εγώ θα έπρεπε να βρω σπίτι γιατί λόγω της δουλειάς μου δεν μπορούσα να μείνω στους γονείς μου γιατί είναι μακριά... και έτσι είναι σαν να μου κανεις χάρη που ζω μαζί σου ακόμα»
«Έτσι σου είπα;»
«Δεν μου το είπες αλλά έτσι είναι» είπε και συνέχισε να οδηγεί.
Σταμάτησαν να φάνε σε ένα ταβερνάκι κοντά στην θάλασσα.. Ο γιατρός της είχε πει ότι θα θυμηθεί πολύ πιο εύκολα αν βρίσκεται κοντά σε οικείο περιβάλλον και κοντά σε δικούς του ανθρώπους... Η θάλασσα ήταν σαν δεύτερο σπίτι του.. την λάτρευε...
«Γιατί στην θάλασσα;» Την ρώτησε.
«Γιατί την λατρευες...ένα κομμάτι της καρδιάς σου ανήκει στην θάλασσα Παύλο... όταν δεν ήσουν στα καλά σου πήγαινες στην θάλασσα... σε ηρεμούσε και μόνο που κοίταζες το χρωμα της»
Όπως με ηρεμεί και όταν κοιτάζω το χρωμα των ματιών σου.. Μάλλον για αυτό χάνομαι στα μάτια σου... επειδή μου θυμίζουν την θάλασσα.
Όμως δεν της είπε τίποτα από αυτά που σκεφτόταν και απάντησε μόνο ένα το ξέρω.
«Το θυμάσαι;»
«Όχι... απλά το φαντάζομαι.. για να βρέθηκα στην θάλασσα»
«Σωστά» είπε ξανά με αυτή την αδιαφορία η γυναίκα του.
Δεν την ρώτησε τίποτα άλλο και έφαγε το φαγητό του... Τελικά πεινούσε. Μια ώρα μετά έφυγαν και ξεκίνησαν σιωπηλοί για το σπίτι.
«Ποσό χρονων είμαι;» Θέλησε να μάθει.
«Τριάντα τέσσερα» του απάντησε κοιτάζοντας τον δρόμο.
«Και τι δουλειά κάνω;»
«Είσαι γιατρός... και μάλιστα πολύ πετυχημένος»
«Αλήθεια;»
«Ναι.. είσαι πολύ καλός στην δουλειά σου και αγαπάς πολύ αυτό που κανεις»
«Τι είδους γιατρός είμαι;»
«Χειρουργός... και κάποια περίοδο έκανες και κάποια μαθήματα έξτρα όσον αφορά την παιδοχειρουργική..»
«Γιατί;»
Πάλι δεν απάντησε αμέσως... Ένιωθε ότι απέφευγε να απαντήσει σε κάποιες ερωτήσεις.
«Απλά είχε γίνει κάτι στο νοσοκομείο.. ένα παιδί πέθανε την ώρα του χειρουργείου και έτσι εξειδικεύτηκες λίγο περισσότερο»
«Εγώ έκανα το λάθος;»
«Δεν ήταν λάθος... δεν ξέρω ακριβώς εσυ μου το είχες πει και δεν το έκανες εσυ»
Ένιωσε να ανακουφίζεται..
«Τώρα πάμε στο σπίτι;»
«Ναι» απάντησε ψυχρά και δεν την ρώτησε τίποτα άλλο..
Κοιτούσε έξω από το παράθυρο και προσπαθούσε να φανταστεί πως θα ήταν το σπίτι του.. Αρχικά φαντάστηκε μια μονοκατοικία στο κέντρο της πόλης αλλά μετά σκέφτηκε πολύ φασαρία.. δεν φανταζόταν ότι ήταν άνθρωπος που του άρεσε η φασαρία. Ένα σπίτι με κήπο ίσως; Έκανε πολλές εικόνες αλλά καμία δεν του ταίριαζε... Οδηγούσε σχεδόν μια ώρα για να φτάσουν και ακόμα ήταν στον δρόμο.
«Είναι πολύ μακριά;»
«Σε πέντε λεπτά φτάνουμε» απάντησε.
Έφτασαν... Η γυναίκα του κατέβηκε και άνοιξε την μεγάλη σιδερένια πόρτα και μετά ξανά μπήκε στο αυτοκίνητο για να το βάλει στο γκαράζ.. Εκεί υπήρχε άλλο ένα αυτοκίνητο... Λογικά θα ήταν το δικό του.. Αυτό που εκείνος θα οδηγούσε. Το σπίτι είχε μεγάλο κήπο και πολλά λουλούδια... Κυρίως όμως είχε κόκκινα τριαντάφυλλα.
«Μου αρέσουν πολύ τα κόκκινα τριαντάφυλλα... τα φυτεψες όταν παντρευτήκαμε» του είπε όταν τον είδε να κοιτάζει τα λουλούδια.
«Το έχω χρόνια το σπίτι αυτό;»
«Πάνω από έξι... όταν παντρευτήκαμε το είχες... ελα πάμε μέσα να σου δείξω και το υπόλοιπο» του είπε και εκείνος την ακολούθησε πρόθυμα.
Είχε μεγάλο σπίτι και ωραίο.. και ήταν και πεντακάθαρο... Πουθενά πεταμένα πράγματα όλα τακτοποιημένα... Φοβόταν ακόμα και να πατήσει στο πάτωμα για να μην το λερώσει...
«Έχουμε οικιακή βοηθό;» Ρώτησε
Ήθελε να μάθει ποιος κρατούσε σε τόσο καλή κατάσταση το σπίτι.
«Όχι... δεν έχουμε... εγώ είχα πάντα την ευθύνη του σπιτιού»
«Πως καταφέρνεις και κρατάς στην εντέλεια ένα τέτοιο σπίτι»
«Κοιτα ποσό να λερωθεί ένα σπίτι όταν δεν είναι κανεις μέσα... θέλω να πω όταν δουλεύεις πρωί φεύγεις πολύ νωρίς εγώ τα πρωινά επίσης δουλεύω άρα δεν είμαι εδώ... πολλές φορές δεν έρχεσαι καθόλου λόγο δουλειάς άρα είμαι μόνη μου όποτε μένει καθαρό» του εξήγησε. Έριξε ακόμα μια μάτια στον χώρο... Ένας σκύλος έτρεξε και έπεσε σχεδόν πάνω του. Η γυναίκα του γέλασε... ήταν μαζί τόση ώρα και πρώτη φορά την είχε δει να γελάει... Αυτό τπ χαμόγελο της... Αυτό χαμόγελο φώτιζε ακόμα πιο πολύ τα μπλε της μάτια... Τα μάτια της... Ποτε δεν μπορούσε να σταματήσει να τα κοιτάζει.. Κάθε φορά που τα κοιτούσε χανόταν...
«Ερμή... κάτσε» του είπε και ο σκύλος υπάκουσε.
«Δικός σου είναι;» Την ρώτησε και τον χάιδεψε.
«Όχι.. δικός σου τον αγόρασες πριν από πέντε χρόνια αφού είχαμε παντρευτεί... ελειπες ώρες από το σπίτι και τον έφερες για να μου κάνει παρέα όταν δεν θα είσαι εδώ γιατί τότε δεν δούλευα» του απάντησε..
Συνέχισε να χαϊδεύει τον σκύλο μέχρι που τον σταμάτησε και του ζήτησε να την ακολουθήσει... Του έδειξε τα δωμάτια... Ήταν δυο... Φυσικά δεν ήταν χαζός... κατάλαβε ότι εκείνος και η γυναίκα του δεν ήταν απλά σε διάσταση... ήταν δυο ξένοι που απλά έμεναν στο ίδιο σπίτι.
YOU ARE READING
The Heart Always Remembers
RomanceΤι γίνεται όταν σε μια στιγμή χάνεται όλο το παρελθόν σου; Τι γίνεται όταν δεν ξέρεις ποιος είσαι και τίποτα δεν σου θυμίζει κάτι οικείο; Μια γυναίκα τον βρίσκει αναίσθητο στην παραλία καθώς έκανε την βόλτα της.. Ξύπνησε χωρις να θυμάται. «Παύλο;...