Ο νεαρός Σον ΜαΐκΛσον μόλις είχε μετακομίσει στην Κολτ Βολτ Στριτ στο Λονδινο.
Οι γονείς του ήταν αστυνομικοί και ειχαν πάρει μετάθεση, όπως συνέβαινε κάθε 4 χρόνια.
Το είχε αποδεχτεί, όμως θα προτιμούσε να έμενε σε ένα μέρος σταθερά.
Του ήταν δύσκολο να αποχωριστεί τούς φίλους τού ξανά, ωστόσο το μοναδικό ταλέντο πού διέθετε στο να κάνει τούς πάντες να τον συμπαθούν κάλυπτε γρήγορα το κενό. Κανείς πού να του δόθηκε μια ευκαιρία να τον γνωρίσει καλύτερα δεν μπορούσε παρά να γίνει φίλος του.
Ηταν όμορφο και χαρισματικό αγόρι, είχε αδυνατο αλλα όχι ιδιαίτερα γυμνασμένο σώμα, πράσινα μάτια με βαθύ διαπεραστικό βλέμμα που νόμιζες ότι διαβάζει και τα ποιό καλά κρυμμένα μυστικά σου, μαύρα μαλλιά και ηταν ψηλός περίπου 1,88.
Είχε περάσει ένας μήνας περίπου από την μετακόμιση και σημερα θα πήγαινε πρώτη φόρα στο νέο σχολείο του.Η μητέρα του μία αρκετά γλυκειά γυναίκα 39 ετών, με υψος 1,70 ξανθά μαλλιά και στρογγυλό πρόσωπο. Πράσινα μάτια όπως και του γιού της, καθώς και ενα υπέροχο λαμπερό χαμογελο. Το σώμα της ηταν γυμνασμένο αλλά και το ανάστημά της αρκετά επιβλητικό. Τον φώναξε ώστε να κάνει γρήγορα για να μην αργήσουν.
Τον άφησε έξω απο την είσοδο,τον φίλησε τρυφερά στο μάγουλο και τού ευχήθηκε καλή αρχή. Ήξερε οτι για ένα παιδί στην ηλικία του αυτές οι αλλαγές Περιβάλλοντος είναι δύσκολες, αλλά είχε ενθουσιαστεί με τον τρόπο και την ωριμότητα που το αντιμετώπιζε ο γιος της. Καμάρωνε γι αυτόν αν και στην αρχή ανησυχούσε αρκετά.
Μόλις ο Σον εξαφανίστηκε στο εσωτερικό του σχολείου ξεκίνησε για το αστυνομικό τμήμα.
Περπατώντας έψαχνε για την αίθουσα τής βιολογίας και δεν πρόσεξε το κορίτσι που έπεσε πάνω του.
Πέρασαν μερικά δευτερόλεπτα ως πού να συνέλθει, όταν στάθηκε ξανά στα πόδια του βοήθησε και την κοπέλα. Την ρώτησε την αν είναι καλά.
Της έριξε μια καλύτερη ματιά. Ηταν ελάχιστα πιο κοντή απο κείνον και υπέθεσε στην ηλικία του, Ειχε όμορφα χαρακτηριστικά στο πρόσωπό, καφέ ανοιχτό χρώμα ματιών και το σώμα της ήταν, καλοσχεδιασμένο με καμπύλες. Ενώ της συστήθηκε ρώτησε πού ηταν η τάξη βιολογίας της Β λυκείου. Οπως ειχε μαντέψει η κοπέλα ηταν στην τάξη του οπότε την ακολούθησε . Το όνομα της ηταν Τια.
Μόλις έφτασαν στην αίθουσα τού μαθήματος ο καθηγητής του, που λεγόταν κ.Σπαικ του έδωσε τα βιβλία του και τον σύστησε στην τάξη. Έπειτα του ζήτησε να βρεί μία θέση για να καθίσει ώστε να αρχίσει το μάθημα. Ήταν ενας κοντοχοντρος άντρας όχι περισσότερο απο 50 ετών με αυστηρό βλέμμα που έκανε αντίθεση με τα χαρακτηριστικά του προσώπου του.
Οταν άρχισε το μάθημα το βλέμμα τού Σον περιπλανήθηκε στο μικρό πλήθος των συμμαθητών του.
Σταμάτησε στην σιλουέτα ενός αγοριού στην δεύτερη σειρά και δεν μπορούσε να κοιτάξει πουθενά αλλού. Είχε κάτι γνώριμο επάνω του αλλά ακαθόριστο.
Εκείνος σαν να ένιωσε οτι τον παρατηρεί γύρισε και του ανταπέδωσε το βλέμμα.
Ξαφνικά όλοι και όλα χάθηκαν γύρο του εκτός από κείνον.
Τα γκρι μάτια του αιχμαλώτισαν τα δικα του. Του φάνηκε τόσο γνώριμο αυτό το βλέμμα όμως ηταν σίγουρος οτι δεν είχε ξανά δει το αγόρι ποτε πρίν.
Ενιωσε την αναπνοή του γίνετε αργή και το στομάχι του να δένεται κόμπος, η καρδιά του κλώτσησε δυνατά ξανά και ξανά μέσα στο στήθος του σαν αγριο κοπάδι αλόγων.
Ποιός ηταν και γιατί του προκαλούσε τέτοια ταραχή. Ολλα αυτα σκευτοταν καθος γύριζε σπίτι του.
Η Τια τον ακολουθούσε καθώς ανακάλυψαν οτι μένουν αρκετά κοντά. Πέρασαν μαζί συζητώντας όλα τα διαλύματα, ειχαν αρκετα κοινά και σίγουρα θα γινόντουσαν πολύ καλοί φίλοι.
CZYTASZ
Θυσία
Dla nastolatkówΑντιμετωπίζοντας τον φόβο και τον εαυτό του,ο Σον δίνει την μεγαλύτερη μαχη της ζωής του για να προστατεύσει οτι αγαπα περισσότερο. Ακόμα και αν πρεπει να γινουν θυσίες ώστε να τα καταφέρει.