Απόδραση

10 4 1
                                    

Ο Σον ξύπνησε και είδε την Τια δίπλα τού να κοιμάται με αγκαλιά το μαξιλάρι.
Χαμογέλασε με το πόσο αθώα έδειχνε.
Θυμόταν την συζήτηση τούς απο το προηγούμενο βράδυ.

Σηκώθηκε αθόρυβα και πήγε στο μπάνιο για να κάνει την πρωινή του ρουτίνα. Μετά έκανε ένα ντουζ και έπειτα κατέβηκε στην κουζίνα για να ετοιμάσει πρωινό. Στο ψυγείο η μητέρα του του είχε σημειώσει τις δουλειές πού έπρεπε να κάνει. Έριξε μια γρήγορη ματιά και αφοσιώθηκε στο μαγείρεμα.
Έφτιαξε βαφλες με σοκολάτα και διάφορα φρουτα, καφέ και τσάι.
Η Τια ξύπνησε σπο την θεσπέσια μυρωδιά και πήγε κατευθείαν στο τραπέζι.
Έτρωγαν και συζητούσαν για το πού και τι θα σπούδαζαν τελικά.
Η ωρα πλησίαζε έντεκα και ξεκίνησε να μαζέψει το τραπέζι και να κάνει τις δουλειές που του είχε σημειώσει η μητέρα του, ενώ η Τια πήγε στο σούπερ μάρκετ για να μην χάνουν χρόνο.

Μαγειρεψαν μαζί σουφλέ λαχανικών και θαλασσινά με ρύζι.

Αργά το απόγευμα η Τια έφυγε για να ετοιμαστεί για το πάρτυ του Νταριον.
Την ίδια στιγμή ο Σον ένιωθε πώς πνιγόταν οτι ο χώρος έκανε την μοναξιά τού πιο αισθητή, οπότε ντύθηκε βιαστικά και έφυγε απο το σπίτι.

Προχωρούσε στους δρόμους χωρίς συγκεκριμένο προορισμό. Ένιωθε το σώμα του να πονάει αλλα ο πόνος μέσα του ήταν χειρότερος.

Τα βήματα του τον οδήγησαν έξω απο το σπίτι του Νταριον. Ο κήπος ηταν γεμάτος από χαρουμενους ανθρώπους που χορεύουν και συζητούν.
Το βλέμμα τού διασταυρώθηκε με του Νταριον. Έκανε βόλτες ανάμεσα στους καλεσμένους και μιλούσε χαμογελώντας. Φορούσε μαύρο τζιν με σκισιματα και λευκο πουκάμισο. Ειναι ο πιο όμορφος σκέφτηκε. Ένας άγγελός που έπεσε στην γη για να κάνει τον κοσμο καλύτερο και ποιο όμορφο. Οπως έκανε και την ζωή του πιο όμορφη.
Το χαμόγελο του που πάντα έκανε τον Σον ευτυχισμένο σήμερα του προκαλούσε και μία νοσταλγία.

Έμειναν να κοιτάζουν ο ένας τον άλλον για μερικές στιγμές, όταν ο Σον τον είδε πως έκανε βήματα πρως το μέρος του. Τράβηξε το βλέμμα του φόρεσε την κουκούλα του και απομακρύνθηκε με γρήγορα βήματα.

Έφτασε στον κεντρικό της νορθ σκουεαρ και μπήκε σε ένα βιβλιοπωλείο.
Αγόρασε ενα μαύρο σημειωματάριο και ένα στυλό με πολλά χρώματα.
Φεύγοντας απο εκεί πήγε στον σταθμό του τρένου, και έστειλε μήνυμα στην μητέρα του οτι θα πήγαινε στην θάλασσα και ότι θα διανυκτέρευση σε κάποιο ξενοδοχείο.
Πάντα Όταν ήταν συναισθηματικά φορτισμένος πήγαινε κοντά τής και η μητέρα του το ήξερε καλά αυτό. Τής αρκούσε να ξέρει ότι είναι καλά και που βρίσκεται. Πάντα του είχε εμπιστοσύνη.

ΘυσίαWaar verhalen tot leven komen. Ontdek het nu