17º κεφάλαιο

11.6K 350 41
                                    

Μετά από πέντε χρόνια

Άνοιξα τα μάτια μου και η υπέροχες αχτίδες του ήλιου φώτιζαν όλο το δωμάτιο! Τι υπέροχη μέρα, σκεφτόμουν! Σηκώθηκα από το κρεβάτι μου και πήγα στην κουζίνα, έβγαλα το γάλα, λίγα μπισκοτάκια και έβαλα τον καφέ να βράσει.

Σε λίγα λεπτά χτύπησε το κουδούνι και έτρεξα να ανοίξω γρήγορα και αθόρυβα!

-Καλημέρα Δανάη μου, έλα πέρασε μέσα!

-Καλημέρα κολλητή! Πως είσαι?!

-Πολύ καλά! Εσύ?

-Μια χαρούλα! Έχει υπέροχη μέρα σήμερα έξω πρέπει να πάμε βόλτα οπωσδήποτε!

-Φυσικά δεν θα το χάσουμε με τίποτα έτσι κι αλλιώς σήμερα δεν δουλεύω είναι Σάββατο όποτε μπορούμε να πάμε βόλτα! είπα και μικρές πατουσήτσες ακούγονταν από  το δωμάτιο

-Μαμά!

-Καλημέρα πριγκίπισσα μου! Πως κοιμήθηκε το κορίτσι μου? ρωτάω καθώς την έχω πάρει στην αγκαλιά μου

-Πολύ καλά μαμά! Καλημέρα Δανάη! λέει παιχνιδιάρικα

-Θες να πάμε βόλτα με την Δανάη Ελπίδα μου?

-Ναιι! Πάω να ντυθώ μανούλα! λέει χοροπηδώντας προς το δωμάτιο

-Μεγαλώνει τόσο γρήγορα! λέει η Δανάη αναστενάζοντας

-Ναι! Και είναι πανέξυπνη...σαν τον..τέλος πάντων! αποφεύγω να συνεχίσω

-Ξέρεις ο Μάνος Εύα.. την διακόπτω

-Δεν θέλω να ξέρω! Αρκετά έκλαψα, και εγώ και το παιδί μου!

-Εύα είναι και δικό του παιδί, δεν μπορείς να το κρατάς κρυφό για πάντα!

-Μαμά είμαι έτοιμη!

-Ναι μωρό μου ένα λεπτό να ντυθεί και η μαμά! λέω και πάω στο δωμάτιο

Κλείνω την πόρτα και παίρνω το κινητό μου από το κομοδίνο! Ανοίγω την συλλογή και ένα δάκρυ κάνει την εμφάνισή του! Η Δανάη μου έστελνε φωτογραφίες του όταν τον έβλεπε τυχαία, κάθε φορά που άνοιγα το κινητό τον κοιτούσα και έκλαιγα, μου κάνει τόσο κακό!

Το άφησα στην άκρη έβαλα ένα τζιν και ένα τοπάκι, παρόλο που γέννησα την Ελπίδα, κανένα κιλό δεν έμεινε πάνω μου και έτσι συνέχισα κανονικά σαν μοντέλο αλλά το χαρτί και το μολύβι που σχεδίαζα στον Μάνο, μου λείπουν πάρα πολύ! Σχεδιάζω και εδώ μα όχι εσώρουχα, αλλά ρούχα μερικά από τα οποία μου αρέσουν πολύ, μα θα ήθελα μια φορά ακόμη να σχεδιάσω ξανά τα εσώρουχα που μου αρέσουν!

Βγήκα έξω και είδα την Ελπίδα να πίνει το γάλα της. Πήρα την τσάντα μου και μόλις τελείωσε φύγαμε για ένα φεστιβάλ που είχε λίγο πιο έξω από την πόλη μας! Στο δρόμο η Ελπίδα μιλούσε και έπαιζε με την Δανάη μα εγώ σκεφτόμουν τον πατέρα του παιδιού μου! Να με έχει ξεχάσει άραγε?!

Πάρκαρα το αυτοκίνητο και κατεβήκαμε, η μικρή είχε ενθουσιαστεί πάρα πολύ, πήγαινε από παιχνίδι σε παιχνίδι και εγώ δεν της χάλασα χατήρι, είναι το διαμάντι μου, ότι μου απέμενε από εκείνον!

-Μανούλα σε παρακαλώ να πάω στο τρενάκι!

-Είσαι αρκετά ψηλή?

-Ναιιι ναιι!

Είναι αξιαγάπητη όταν κάνει έτσι! Πήγαμε στο τρενάκι και ο υπεύθυνος την έδεσε καλά για να μην πέσει ενώ η Δανάη πήγε να πάρει κάτι να φάμε και έτσι έμεινα να κοιτάω την μικρή μου και να την καμαρώνω όταν ένιωσα ένα άγγιγμα στον ώμο μου!

-Με συγχωρείτε, σας έπεσε το πορτοφόλι!

-Ευχ... δεν πρόλαβα να ολοκληρώσω

-ΕΎΑ?!

-ΜΑΝΟ! Πρέπει να φύγω! λέω βιαστικά

-ΌΧΙ! Δεν θα σε χάσω πάλι! λέει και με πιάνει σφιχτά από τον καρπό

-Μάνο άσε με σε παρακαλώ! λέω σιγανά για να μην αναστατώσω κανέναν μέσα σε τόσο κόσμο

-Μανούλα! Ήρθα! ακούγεται η γλυκιά φωνή της Ελπίδας και ο Μάνος έκπληκτος μου αφήνει το χέρι κοιτάζοντάς την επίμονα

-Γεια σου μικρούλα! Πως σε λένε!?

-Ελπίδα!

-Τι ωραίο όνομα! λέει και γυρνάει ξανά προς το μέρος μου

-Δώσε μου τον αριθμό σου Εύα!

-Έρχομαι σε λίγο, πήγαινε στην Δανάη μωρό μου! λέω ενώ κοιτάω την μικρή

-Ναι μανούλα! Γεια σας κύριε! λέει και γελάει γλυκά

-Ώστε έκανες οικογένεια?

-Ναι Μάνο και για αυτό πρέπει να φύγεις!

-Εγώ σε περίμενα Εύα, σε περίμενα και σε έψαχνα και εσύ πάλι με διώχνεις, δεν με νοιάζει δεν θα σε χάσω πάλι!

-Ορίστε πάρε τον αριθμό μου, μα μην με ενοχλήσεις, ούτε εμένα ούτε το παιδί μου! είπα και έφυγα προς το μέρος της Δανάης

Η καρδιά μου χτυπούσε σαν τρελή και τα μάτια μου με το ζόρι σταμάτησαν να τον κοιτάνε, ένιωθα πώς θα λιποθυμήσω όταν χάθηκε η παρουσία του!

-Εύα! Είσαι καλά!?

-Πρέπει να φύγουμε, έχω μια δουλειά!

Στο δρόμο κάνεις δεν μιλούσε, η μικρή μου είχε κουραστεί πάρα πολύ και η Δανάη είχε δει τον Μάνο και φαινόταν εξίσου ταραγμένη!

Τα χέρια μου έτρεμαν στο τιμόνι και οι αναπνοές μου έβγαιναν απροειδοποίητα. Χρόνια είχα να αισθανθώ έτσι!

Μπήκαμε στο σπίτι, χαιρέτησα την Δανάη και έβαλα την μικρή για ύπνο! Έκατσα στο μεγάλο παράθυρο και κοίταξα τον ουρανό. Δεν του έδωσα το αληθινό μου νούμερο, πάλι θα τον χάσω! Πάλι θα κλαίω μέρα νύχτα για εκείνον!

-Γιατί μου το κάνεις αυτό!? μονολόγησα

Μη μ' αφήνεις Tempat cerita menjadi hidup. Temukan sekarang