Για άλλη μια φορά είχα κοιμηθεί ανήσυχη και δει όλους τους χειρότερους εφιάλτες μου μαζεμενους. Σηκώθηκα αξημερωτα πάλι και κοίταζα το παράθυρο με ένα αχανές και ανέκφραστο βλέμμα.
Κατεβαίνοντας σιωπηλά προς την κουζίνα, έφτιαξα στον εαυτό μου έναν καφέ και πήγα να ποτίσω τα φυτά στον κήπο πίσω στα γρήγορα. Κανένα σημάδι, καμία ειδοποίηση από τη γερμανική πλευρά. Αναρωτιόμουν αν για ακόμη μια φορά που είπε ψέματα και με παρέσυρε στην ακολασία μαζί του, για ακόμη μια υπηρεσία πάθους του κορμιού μου. Σαν να μην του έφτανε η μία ερωμένη, ήθελε και δεύτερη. Ο σάτιρος.
Οι ώρες μέχρι τις πρώτες χρυσές λάμψεις του ήλιου, που ξεχυθηκαν στο σαλόνι όταν άνοιξα τις κουρτίνες ζωντανές και λαμπερές δίνοντας φως σχεδόν σε όλο μας το χώρο, πέρασαν πολύ αργά και δύσκολα. Βασανιστικες σκέψεις περνούσαν συνεχώς από το μυαλό μου, καταστρέφοντας πλήρως τη μεγάλη ιδέα και εορτή του Σαββάτου μας. Ημέρα ξεκούρασης, ημέρα ειρήνης. Η ημέρα που θα μπορούσαμε να ενωθούμε με το Θεό και να επικοινωνισουμε μαζί του μέσω της προσευχής στη συναγωγή, να απολαύσουμε όλα μας τα πλούσια αγαθά που θα απλωθούν στο τραπέζι μας σαν όνειρο.
Όταν ο γιος μου ξύπνησε, ντύθηκε και αφού έφαγε κάτι για πρωινό ετοιμαστήκαμε να πάμε στη συναγωγή με το αυτοκίνητο του κυρίου Γουίνστον. Μετά από πολύ καιρό ο γιος μου και εγώ μπήκαμε στη συναγωγή οι δύο μας, χωρίς τον Νέιθαν στο πλάι μας και ήταν η πρώτη φορά που ένιωθα ότι το ιερό αυτό κτήριο θα έπεφτε πάνω μου. Τόση ντροπή και τόση φθήνια είχα πολύ καιρό να νιώσω. Για άλλη μια φορά στο βωμό του έρωτά μου για τον Γερμανό άνδρα, είχα θυσιάσει την αξιοπρέπειά μου.
Γυρνώντας στο σπίτι, κρατώντας από το μικροσκοπικό χεράκι του τον μονάκριβο γιο μου, οι τύψεις μου είχαν μόλις επιβαρυνθεί με την ξαφνική άφιξη του Νέιθαν. Όταν τον αντικρίσα να απολαμβάνει το τσάι του στο σαλόνι παρέα με τον κύριο Γουίνστον, πάγωσα στη θέση μου. Δεν είχα το θάρρος να τον αντιμετωπίσω, ειδικά μετά τα χθεσινά. Είχα νιώσει τόσο ανακουφισμένη όταν είχε τηλεφωνήσει την προηγούμενη μέρα και ανέφερε ότι δεν θα μπορέσει να παρευρεθεί.
-Νέιθαν;, ρώτησα και πίεσα τον εαυτό μου να χαμογελάσει. Νόμιζα ότι δεν θα έρθεις.
Εκείνος σηκώθηκε και με πλησίασε. Μου έδωσε ένα απαλό φιλί στο μάγουλο, φέρνοντάς με σε ακόμη χειρότερη θέση. Ο κύριος Γουίνστον με κοίταξε εκείνη τη στιγμή, και αντιλήφθηκε αμέσως ότι κάτι συμβαίνει, κλείνοντας μου τα μάτια.
BẠN ĐANG ĐỌC
Ο Λιποτάκτης των SS.
Tiểu thuyết Lịch sử"Όλοι έχουμε μυστικά ξέρεις. Μερικές φορές είναι πιο σκοτεινά και από τους χειρότερους εφιάλτες μας". Δεν ήταν εύκολο για την Χάβα Λεβίδη να κάνει το όνειρο της πραγματικότητα και να γίνει μουσικός, με την Εβραϊκη της ταυτότητα επί την εξουσία του Μ...