|Κεφάλαιο 01|

1.8K 109 13
                                    

-Μάλιστα, είπα και ένιωσα αρκετά άβολα. Περιμένετε λίγο.

-Μισό λεπτό, είπε και με έπιασε από τον αγκώνα απαλά. Μήπως ήρθα σε ακατάλληλη στιγμή; Γιατί δεν είχα ειδοποιήσει.

-Η μητέρα αναπαύεται πάνω στην κρεβατοκάμαρα, είπα. Ο πατέρας είναι μέσα στο σαλόνι και απολαμβάνει το τσάι του.

-Εντάξει τότε, είπε και κρέμασε το καπέλο του και ύστερα το παλτό του.

Πήγα μέσα βιαστικά και μηχανικά, χωρίς κανένα ίχνος αντίδρασης στο πρόσωπο μου.

-Τι συμβαίνει κορίτσι μου; ρώτησε. Γιατί άργησες; Ποιος ήταν;

-Ήρθε ο Ιωάννης Κωνσταντινίδης ο ιατρός, είπα. Ζητάει να σου μιλήσει.

-Να περάσει, είπε γεμάτος χαρά.

Πήγα να φύγω να τον φέρω μέσα αλλά με σταμάτησε.

-Λες να ήρθε για αυτό που νομίζω; ρώτησε και μου έκλεισε το μάτι.

Χαμογέλασα ντροπαλά και τον κοίταξα. Πήρα ύστερα μια βαθιά ανάσα.

Θεσσαλονίκη, Φεβρουάριος 1940.
Σήμερα γιορτάζαμε τα γενέθλια του θείου Αλέξανδρου και είχαμε παραθέσει δεξίωση στο σπίτι. Εννοείται ήταν καλεσμένοι και οι γονείς μου, οι οποίοι με θαύμαζαν σιωπηλά.

Είχαμε καλέσει πολλούς φίλους του θείου, μέσα στους οποίους και μεγάλα ονόματα κι προσωπικότητες. Ο δήμαρχος Θεσσαλονίκης, στρατιωτικοί, πολιτικοί, ιατροί. Όλοι τον ήξεραν και τον εκτιμούσαν τον θείο, για τη καλή δουλειά που έκανε στο ιδιωτικό σχολείο Αρρένων που διέθεται. Πολλοί νέοι επιστήμονες που ήταν παρόντες, είχαν αποφοιτήσει από κει.

Πλησίασα τη μητέρα μου και της χαμογέλασα.

-Είσαι πολύ όμορφη Χάβα μου, είπε. Και αυτό το φόρεμα, είναι υπέροχο πάνω σου. Κάτι ήξερα όταν στο έφτιαχνα.

-Μαμά, τη μάλωσα και γέλασα. Εύα είπαμε εδώ.

-Ναι, είπε. Συγνώμη. Δεν μπορώ να μιλήσω και ισπανικά εδώ.

-Δεν πειράζει μητέρα, είπα. Θα έρθω εγώ αύριο ή μεθαύριο και θα μιλάμε όσο θες.

Γύρισα και κοίταξα τον πατέρα μου που μιλούσε με τον θείο Αλέξανδρο. Παραδίπλα ήταν τα αδέρφια μου, στα οποία είχα πολύ μεγάλη αδυναμία. Ο Ιωακείμ ο μεγαλύτερος ετών είκοσι πέντε δούλευε μαζί με τον πατέρα στο κοσμηματοπωλείο, μετά ήμουν εγώ, ύστερα ο Ισάακ δεκαέξι ετών ο οποίος πήγαινε ακόμα σχολείο και μάλιστα στο σχολείο του θείου Αλέξανδρου και η Μύριαμ η πιο μικρή από όλους ήταν μόλις έντεκα χρονών.

Ο Λιποτάκτης των SS.Dove le storie prendono vita. Scoprilo ora