|Κεφάλαιο 04|

1.2K 97 15
                                    

Εκείνος έβγαλε τη θήκη με τα τσιγάρα, πήρε ένα και το τοποθέτησε ανάμεσα στα χείλη του.

-Θέλεις ένα; ρώτησε.

-Όχι, είπα. Δεν καπνίζω.

Εκείνος έβγαλε τον αναπτήρα του και άναψε το τσιγάρο.

-Καλά κάνεις, είπε. Είσαι μικρή ακόμα και το κάπνισμα είναι κακιά συνήθεια.

Δεν είπα τίποτα. Του χαμογέλασα ελαφρά και κοίταξα άλλου.

-Ντρέπεσαι να με κοιτάξεις; ρώτησε και γέλασε.

-Λίγο, είπα.

-Γιατί; ρώτησε.

-Ξέρετε όλα γίνανε πολύ γρήγορα, είπα. Για αυτό θέλησα χρόνο να σας γνωρίσω. Μην νιώθω τόσο άβολα και νευρικά κάθε φορά που με πλησιάζετε.

Εκείνος ήρθε λίγο πιο κοντά μου. Σήκωσα ελαφρά το κεφάλι μου για να τον κοιτάω κατάματα.

-Νιώθεις νευρικά όταν σε πλησιάζω; ρώτησε.

Πριν προλάβω να απαντήσω, το κρύο χέρι του ακούμπησε το μάγουλο μου κι το χάιδεψε απαλά. Δεν ήξερα πως να αντιδράσω. Αν έπρεπε να κλείσω τα μάτια μου ή να συνεχίσω να τον κοιτάω.

-Κάθε φορά που με κοιτάς έτσι με αποσυντονίζεις, είπε και ρούφηξε ακόμα μια φορά το τσιγάρο του.

Κοκκίνισα και χαμήλωσα το κεφάλι. Εκείνος πέταξε το τσιγάρο και έβαλε το χέρι του στην τσέπη. Ύστερα έβγαλε ένα βελούδινο κουτάκι από κοσμηματοπωλείο. Το άνοιξε και ήταν ένα υπέροχο ασημένιο δαχτυλίδι με ένα μικρό διαμάντι.

-Ιατρέ, είπα ξαφνιασμένη.

-Ιωάννης για σένα, είπε και το έβγαλε από το κουτάκι.

-Δεν μπορώ να το δεχτώ, είπα. Είναι πανάκριβο.

-Μπορείς αγαπητή μου, είπε και το φόρεσε στο τέταρτο δάχτυλο του δεξιού χεριού. Είσαι πλέον η αρραβωνιαστικιά μου.

Χαμογέλασα και θαύμασα το κόσμημα πάνω στο χέρι μου.

-Έχεις πολύ όμορφα χέρια, είπε και μου το φίλησε.

Συνέχισε να ανεβαίνει κατά μήκος του χεριού μου μέχρι που έφτασε στο μπράτσο. Ήρθαμε τόσο κοντά που τα χέρια του ακουμπήσανε τη μέση μου πλέον και κοκκίνισα.

-Επιτρέπεται; ρώτησε.

-Τι πράγμα; τραύλισα.

Η απάντηση μου δεν μου δόθηκε με λόγια, αλλά με ένα τρυφερό φιλί στο μάγουλο το οποίο με έκανε να χαμογελάσω. Αυτό σημαίνει ότι βρήκα τον έρωτα σωστά;

Ο Λιποτάκτης των SS.Onde histórias criam vida. Descubra agora