|Κεφάλαιο 23|

1.3K 91 12
                                    

Δεν είχε ξημερώσει ακόμη όταν ο Γούολτερ πήρε στην αγκαλιά του τη Μυριαμ και μας σκουντηξε να σηκωθούμε. Άνοιξε το αυτοκίνητο, εγώ έκατσα στη θέση του συνοδηγού και η μητέρα μου πίσω.

-Κράτα την λίγο, ψιθύρισε. Να σβήσω τη φωτιά και να λύσω το άλογο.

Πήρα τη Μυριαμ στην αγκαλιά μου και εκείνος μου έκλεισε την πόρτα. Τον έβλεπα από το παράθυρο να απομακρυνεται.

-Χαβα τι γίνεται; ρώτησε η μητέρα μου. Τι κάνει αυτός;

-Τι εννοείς; ρώτησα.

-Γιατί είναι τόσο καλός μαζί μας; ρώτησε. Δεν πρέπει να μας απασχολεί αυτό; Είμαστε Εβραίοι και αυτοί το μόνο που θέλουν είναι να μας αφανησουν. Πως μπορούμε να του έχουμε εμπιστοσύνη;

-Μαμά ξέρει, είπα.

-Του το είπες; ρώτησε έντρομη. Είσαι με τα καλά σου; Έχεις καταλάβει τι έκανες; Άμα το πει στον ηλιθιο το σύζυγό σου έχεις καταστραφεί, το αντιλαμβάνεσαι;

-Δεν του το είπα εγώ, είπα. Το έμαθε μόνος του, δεν ξέρω πως. Για αυτό ήρθε εδώ και με σταμάτησε από το να φύγω.

-Δεν καταλαβαίνω, είπε.

-Μου είπε χθες ότι δεν θα άντεχε αν έφευγα, είπα και συνειδητοποίησα ότι τίποτα δεν ήταν όνειρο με εκείνον.

-Ξύπνα Χαβα, είπε. Σε έχει τυφλωσει ο έρωτας. Που ξέρεις ότι δεν θα μας πάει στο Διοικητή του, ή δεν έχει ξεπαστρέψει ήδη τον πατέρα σου και τα αδέρφια σου; Γιατί όπως τον βλέπω δεν δυσκολεύεται να πατήσει τη σκανδάλη.

-Μαμά με αγαπάει, είπα. Το νιώθω. Ξέρει τι είμαι και ήρθε να με σταματήσει.

-Δεν ήρθε να σε σταματήσει, είπε. Να σε ωθήσει στην καταστροφή ήρθε. Σε σπρωχνει στον γκρεμό και πλέον σπρωχνει και εμάς. Δεν καταλαβαίνεις ότι ο έρωτας αυτός σε οδηγεί στο θάνατο σου; Τον πατέρα σου δεν τον σκέφτεσαι; Τον συγχωρεμένο τον Αλέξανδρο που κάτι τέτοιοι τον φάγανε;

Η πόρτα του αυτοκίνητου άνοιξε και μπήκε μέσα ο Γούολτερ. Με κοίταξε και ύστερα κοίταξε τη μητέρα μου από τον καθρεπτη, πριν βάλει μπροστά τον κινητήρα.

-Που μας πας; ρώτησε η μητέρα μου.

-Σπίτι μου, απάντησε. Και μετά βλέπουμε.

-No nos llevará a casa, μου είπε. En Kommandur sin duda*.

-Μαμά, τη μαλωσα.

-Sagen Sie ihr, dass sie keine Angst vor mir haben soll*, είπε ο Γούολτερ και έπιασε το χέρι μου.

-Mamá, no le tengas miedo, είπα. Todo va a estar bien, lo juro*.

Ο Λιποτάκτης των SS.Onde histórias criam vida. Descubra agora