|Κεφάλαιο 69|

805 64 26
                                    

10 Απριλίου 1950, Νέα Υόρκη.
Σήμερα ήμουν στο Ντάινερ από το πρωί. Περίμενα πως και πως να περάσει η ώρα να πάω σπίτι να πακετάρω. Σήμερα ήταν η μέρα που επιτέλους θα μετακομιζα σε ένα πολύ καλύτερο μέρος από το διαμέρισμα που εμένα στο κέντρο της Νέας Υόρκης. Ο κύριος Γουινστον πρόσφατα είχε ένα πρόβλημα υγείας, επρόκειτο περί μιας απλής λοίμωξης παρόλα αυτά έπρεπε να προσέχει πολύ, μας πρότεινε να μετακομίσουμε με τον Ισαάκ στο σπίτι του μιας και για έναν μόνο ηλικιωμένο άνθρωπο ήταν πολύ μεγάλο. Στην αρχή αρνήθηκα, όμως δέχθηκα μόνο και μόνο επειδή χρειάζεται όσο το δυνατόν τη μέγιστη βοήθεια και ο μικρός έχει δεθεί τόσο μαζί του που τον βλέπει σαν τους δύο μαζί παππούδες που ποτέ δεν γνώρισε.

-Εύα έρχεσαι λίγο;, φώναξε ο υπεύθυνος από τη σάλα ενώ εγώ εδενα ακόμη τη ποδιά μου.

Έστρωσα τα μαλλιά μου και έτρεξα μέσα.

-Παραγγελία στο τραπέζι τέρμα αριστερά, είπε. Μην χαλαρώνεις, έχεις ακόμη δύο ώρες για να φύγεις.

-Ποτέ, είπα χαρωπά.

Πήρα το δίσκο και αφού τον στερεωσα πάνω στο δάχτυλο μου δίνοντας του δύναμη για να περιστραφεί, εκείνος μου χαμογέλασε και επέστρεψε μέσα.

-Καλημέρα σας, είπα. Τι θα μπορούσα να προσφέρω;

Ο κύριος κατέβασε τον κατάλογο κοιτώντας με χαμογελώντας. Ήταν ο Σμηναγος Γκολντμπλατ και μάλιστα με την ανάλογη αμφίεση. Μου χαμογέλασε γλυκά, ενώ εγώ εξακολουθούσα να τον κοιτάω με έκπληξη. Είχα να τον δω από το ταξίδι στην Ελλάδα. Με είχαν επηρεάσει τόσο όλα αυτά που είδα και άκουσα εκεί, που δεν ήμουν ομιλητικη στο γυρισμό. Ίσα που το ψυθύρισα ένα ευχαριστώ. Από τότε ούτε φωνή ούτε ακρόαση. Η εμφάνιση του μπροστά μου με έκανε να νιώσω τουλάχιστον αμήχανα.

-Για αρχή λίγο καφέ, είπε και γέλασε. Αργότερα ίσως κάποιο χορό. Ίσως κάποιο ραντεβού.

Εγώ γέλασα και ακούμπησα το δίσκο πάνω στο τραπέζι.

-Καλημέρα σας Σμηναγε, είπα.

-Καλημέρα, είπε και μου φίλησε το χέρι.

Κοίταξα αμήχανα γύρω μου και μάζεψα ντροπαλά το χέρι μου.

-Σας παρακαλώ, είπα. Εδώ δουλεύω.

-Αναίδεια μου τότε, είπε. Με συγχωρείτε. Ο καφές λοιπόν, ισχύει, αν έχετε την καλοσύνη.

-Γιατί τι άλλο;, ρώτησα και ένιωθα τα μάγουλα μου να κοκκινίζουν.

-Δουλεύετε δεσποινίς, είπε χαμογελώντας. Τα υπόλοιπα μετά.

Ο Λιποτάκτης των SS.Onde histórias criam vida. Descubra agora