#01

547 22 4
                                    

Μια φωνή με ξύπνησε και άνοιξα τα μάτια μου.

Σήκωσα το κεφάλι μου και χτύπησα στην οροφή του αυτοκινήτου, καταλάθος.

Ξέχασα ότι ήμασταν στην διαδρομή προς το νέο μου σπίτι.

«Ξύπνα μικρή, φτάσαμε» είπε ο ξάδερφος μου, ο Damon, και πάρκαρε το αυτοκίνητο έξω από ένα τεράστιο σπίτι σε πολύ μουντά και σκούρα χρώματα.

Ας ξεκινήσω όμως από την αρχή.

Πριν δύο εβδομάδες, υπήρξε μια πυρκαγιά. Ναι, στο σπίτι μας.

Εγώ ήμουν στο σχολείο, ευτυχώς, εκείνη την ώρα.

Οι γονείς μου όμως ήταν στο σπίτι.

Όταν η πυροσβεστική έφτασε στο σημείο, οι γονείς μου είχαν χάσει ήδη τις αισθήσεις τους λόγω του καπνού.

Τους έβγαλαν νεκρούς από το κτίριο.

Ακόμα δεν ξέρουμε τι οφείλεται για την φωτιά.

Οι έρευνες έδειξαν, ότι δεν υπήρχε κάποια βλάβη στο ηλεκτρικό σύστημα ή σε κάποια συσκευή.

Έτσι, εγώ κατέληξα μόνη μου. Είμαι ανήλικη ακόμα, οπότε κάποιος έπρεπε να πάρει την επιμέλεια.

Οι πιο κοντινοί μου, ενήλικες, συγγενείς είναι οι ξάδερφοί μου, Stefan και Damon.

Οπότε, αναγκαστικά θα μείνω σπίτι τους, τουλάχιστον μέχρι να ενηλικιωθώ.

Δεν έχω ξαναέρθει πάντως. Ούτε καν στην κομόπολη που μένουν.

Ελπίζω να βρω φίλους στο σχολείο και γενικά να τα πάω καλά με τους ανθρώπους.

Δεν θέλω να έχω κόντρες, ακόμα δεν ήρθα.

«Τι σκέφτεσαι πάλι, κατσαρίδα;» ρώτησε ο Damon γελώντας και του έριξα ένα δολοφονικό βλέμμα.

Το ίδιο παρατσούκλι από όταν ήμουν τριών.

«Μην με λες έτσι!» είπα θυμωμένη και χαμογέλασε ηλίθια.

«Οκ, κοκκινοσκουφίτσα, δεν θα το ξαναπώ» είπε.

Εε ρε κόλλημα αυτός ο άνθρωπος με τα παρατσούκλια.

Νιώθω ότι έχει ξεχάσει πως με λένε.

«Δεν θυμάσαι το όνομα μου, και με λες έτσι;» ρώτησα περίεργη.

Ανυπομονώ να ακούσω τι θα πει.

Το σκέφτηκε λίγο και το στόμα μου άνοιξε σχηματίζοντας ένα "ο".

«Όντως τώρα δεν το θυμάσαι;» ρώτησα θιγμένη αλλά και ξαφνιασμένη.

Αυτός πάντα καυχιέται για την καλή του όραση, την καλή του ακοή και πόσο μάλλον την καλή του μνήμη.

ravishing darkness. Where stories live. Discover now