Εφιάλτες

371 21 7
                                    

Ξύπνησα μέσα στη νύχτα από την αποκρουστική εικόνα δύο πτωμάτων μέσα στα αίματα και τον απόηχο φωνών που προέρχονταν από το βάθος, αναστατώνοντας τον ύπνο μου. Για λίγο τόλμησα να σκεφτώ ότι τα όσα είχα ζήσει μέχρι τότε αποτελούσαν έναν εφιάλτη, μόλις όμως άνοιξα τα μάτια μου, ένα οικείο άρωμα καπνού και δυόσμου που πλημμύριζε το δωμάτιο με επανέφερε στην πραγματικότητα. Έτριψα κουρασμένη τα βλέφαρά μου και πήρα μια βαθιά ανάσα. Προς έκπληξή μου, συνειδητοποίησα ότι, σε αντίθεση με την εικόνα των δύο νεκρών, οι φωνές δεν εξαφανίστηκαν.

Παραξενεμένη, σηκώθηκα προσεκτικά από το κρεβάτι και νυχοπατώντας άνοιξα την πόρτα που οδηγούσε στο σκοτεινό σαλόνι. Κάτι σάλευε στις σκιές αφήνοντας άναρθρες κραυγές. Έφερα την παλάμη μου στο στόμα, πνίγοντας ένα επιφώνημα φόβου και έκπληξης.

Το σώμα του Μάνου κυριολεκτικά σφάδαζε στην άκρη του καναπέ. Από τα χείλη του ξέφευγαν ουρλιαχτά τόσο αγριεμένα και πονεμένα, που, αν δεν τον έβλεπα εγώ η ίδια με τα μάτια μου, θα νόμιζα πως κάποιος τον βασάνιζε. Πλησιάζοντας λίγο περισσότερο, διέκρινα τα χέρια του, που άνοιγαν στο πλάι σαν του σταυρωμένου και τις γροθιές του, που έκλειναν με δύναμη σαν να έσφιγγαν κάτι μέσα τους. Μου έδινε την εντύπωση ότι υπέφερε.

Όταν από τα χείλη του ξέφυγε κάτι σαν κλαψούρισμα, μην αντέχοντας να τον βλέπω έτσι, αποφάσισα να επέμβω. Γονάτισα δίπλα του και άγγιξα τρυφερά τον ώμο του. «Μάνο, ξύπνα. Βλέπεις εφιάλτη. Μαν-»

Δεν πρόφτασα να ολοκληρώσω την πρότασή μου. Πριν προλάβω να συνειδητοποιήσω τι γινόταν, ολόκληρο το σώμα του έπεσε πάνω μου, ρίχνοντάς με ανάσκελα στο πάτωμα. Το κόκαλο του βραχίονά του βρέθηκε να πιέζει επικίνδυνα πολύ τον λαιμό μου.

Προσπάθησα να τον κλωτσήσω από πάνω μου, με ολόκληρο το σώμα μου να τρέμει από το φόβο και το σοκ. Δεν τα κατάφερα. Αδυνατώντας να πάρω ανάσα, αισθάνθηκα τα μάτια μου να υγραίνουν. Άφησα έναν τρομαγμένο λυγμό, που στάθηκε η αιτία, σαν από μηχανής θεός, να επανέλθει στην πραγματικότητα.

«Νεφέλη;», ψέλλισε, ανοιγοκλείνοντας τα βλέφαρά του. «Χριστέ μου!», ψιθύρισε σαν να μην καταλάβαινε τι συνέβαινε και βρισκόταν τόσο κοντά μου, που ένιωσα τη ζεστή του ανάσα να χαϊδεύει το πρόσωπό μου. Τινάχτηκε απότομα μακριά μου και έκλεισε το πρόσωπό του στα χέρια του.

Εγώ ανασήκωσα τον κορμό μου και άρχισα να βήχω, αναζητώντας τις χαμένες μου αναπνοές. Το σώμα μου συνέχιζε να τρέμει. Αγκάλιασα τον κορμό μου και έμεινα μακριά του.

Vous avez atteint le dernier des chapitres publiés.

⏰ Dernière mise à jour : Apr 14, 2021 ⏰

Ajoutez cette histoire à votre Bibliothèque pour être informé des nouveaux chapitres !

Οι χορδές της νύχταςOù les histoires vivent. Découvrez maintenant