29. Περήφανη Λύκαινα

165 28 1
                                    

Ήμουν εξοργισμένος με την κατάσταση της Κέιτι. Εκείνος ο αχρείος Μπλέικ είχε σημαδέψει την πλάτη της. Το απαλό βελουδένιο δέρμα της είχε ανοίγει σαν ρόγδι. Όταν το αντίκρισα για πρώτη φορά, ένιωσα την καρδιά μου να παγώνει και ταυτόχρονα το αίμα μου να κοχλάζει μέσα στις φλέβες μου. Το στομάχι μου είχε σφιχτεί και ένιωθα να με περιβάλλει άσβεστο μίσος.

Όμως εκείνη είχε μείνει δυνατή. Ακόμη και όταν φρόντιζα το τραύμα της, κάτι που πρέπει να πονούσε πραγματικά, έμενε σιωπηλή καταπιέζοντας τις κραυγές πόνου. Είχα ήδη καταλάβει ότι επρόκειτο για μια ισχυρή γυναίκα. Ίσως αυτό να με τράβηξε σε εκείνη, όμως ίσως αυτό να ήταν και το μοναδικό ψεγάδι πάνω της.

Παραήταν δυνατή. Δεν ζητούσε βοήθεια από κανέναν προσπαθώντας να λύσει μόνη της όλα τα προβλήματα, ακόμη και εκείνα που μπορούσαν να της κοστίσουν τη ζωή. Δεν εμπιστευόταν καν εμένα αλλά έδρασε μόνη της. Αυτό με εξόργιζε περισσότερο.

Παρόλα αυτά, τώρα ήταν κοντά μου, ασφαλής. Όταν την πήραν μπροστά στα μάτια μου, αναθεμάτισα τον εαυτό μου και την αδυναμία μου. Ένιωθα ότι ήθελα να καταστρέψω όλον τον κόσμο, αν δεν την έπαιρνα πίσω. Όλα αυτά τα συναισθήματα που δημιουργήθηκαν μέσα μου το τελευταίο εικοσιτετράωρο, μαρτυρούσαν μόνο ένα πράγμα.

Δεν επρόκειτο για μια περιστασιακή σχέση όπως συνήθως. Η καρδιά μου και η ψυχή μου χειραγωγούνταν από εκείνη και κάθε της πράξη και λέξη. Υπήρχαν ένα σωρό συναισθήματα στην άλλοτε απαθή και μουδιασμένη μου καρδιά, συναισθήματα τόσο έντονα που αν είχαν δύναμη, θα προκαλούσαν όλεθρο στο πέρασμά τους.

Δεν θα ένιωθα κάτι τέτοιο, μόνο αν καθοδηγούμουν από ωμή κτητικότητα. Ακόμη και αυτή, πήγαζε από ένα άλλο συναίσθημα. Ένα συναίσθημα που δεν μπορούσα ποτέ να φανταστώ ότι θα νιώσω. Ήταν έρωτας! Ήταν αγάπη!!! Ήταν φωτιά που με έκαιγε σύγκορμο.

-«Αφεντικό, έφερα τα πράγματα.» άκουσα τον Τζόνι να λέει καθώς εισερχόταν στο διαμέρισμά μου. Στα χέρια του κρατούσε ένα μικρό σακίδιο. Συνοφρυώθηκα. Όλα τα υπάρχοντά της χωρούσαν σε εκείνο το σακίδιο;

Από περιέργεια, το άνοιξα. Μέσα υπήρχαν μόνο τα ρούχα που της είχα δωρίσει και ένα δύο κομμάτια δικά της μαζί με άλλα προσωπικά αντικείμενα. Αναστέναξα μέσα μου. Τα ρούχα της ήταν τόσο λίγα και μόλις είχα σκίσει ένα ακόμη μπλουζάκι για να την φροντίσω. Έπρεπε να πάμε επειγόντως για ψώνια μετά την ανάρρωσή της.

Η μάχη της ψυχής Ι: Η πληγήWhere stories live. Discover now