3. Η συνάντηση

232 34 5
                                    

Από την εκκωφαντική μουσική, δεν μπορούσε κανείς να ακούσει τη φωνή του. Μουσική στο τέρμα, κορμιά που λυκνίζονταν ακούραστα και ποτά που καταναλώνονταν χωρίς περιορισμό. Αυτό το ευχάριστο χάος επικρατούσε στο κλαμπ "Midnight".

Παρόλο που ανήκε στην δικαιοδοσία μας, πολλές συμμορίες έρχονταν εδώ να διασκεδάσουν και να ξεκλέψουν πληροφορίες. Ο ιδιοκτήτης ήταν ουδέτερος. Δεν ανήκε σε καμία συμμορία και καμία δεν τολμούσε να τον πλησιάσει.

Καθόμουν στον λευκό αναπαυτικό καναπέ πίνοντας το ποτό μου, περιτριγυρισμένος από τους άντρες μου, ο κάθε ένας από τους οποίους είχε μια γυναίκα αγκαλιά και «φτιαχνόταν». Κάτι τέτοιο δεν ήταν σπάνιο, άλλωστε το κλαμπ "Midnight" ήταν το μέρος χωρίς όρια.

-«Αφεντικό, να σου φέρω φρέσκο αίμα;» ρώτησε ο Λίαμ. Ήταν από τους πιο πιστούς μου άντρες και ο πιο γυναικάς. Τον κοίταξα με ένα αυστηρό βλέμμα. Δεν με ενδιέφερε να αγγίξω αυτές τις γυναίκες. Δεν είχα πάει καν για να διασκεδάσω.

Η παρουσία μου εδώ είχε άλλο σκοπό. Είχα πληροφορίες ότι κυκλοφορεί παράνομο «πράγμα» στην περιοχή μου. Αν κάτι τέτοιο ήταν αλήθεια, τότε δεν θα έχαναν την ευκαιρία να το φέρουν στο κλαμπ.

-«Λες να είναι εκείνοι οι άξεστοι Λατίνοι;» πετάχτηκε ο Γκάρι έχοντας στην αγκαλιά του μια ξανθιά καλλονή.

Αυτή θα ήταν η πιο λογική σκέψη, όμως κάτι μου έλεγε ότι υπήρχε κάτι βαθύτερο.

Τα μάτια μου σάρωναν το κλαμπ και φυσικά δεν ήταν όλοι οι άντρες μου ανέμελοι. Είχα τοποθετήσει και άλλους σε διάφορα σημεία του κλαμπ.

-«Γεια σου, όμορφε. Θέλεις να χορέψουμε;» μια γνώριμη φωνή και μια ακόμη πιο γνώριμη ημίγυμνη γυναικεία φιγούρα στάθηκε μπροστά μου.

Είχε μακριά ξανθά μαλλιά, το πρόσωπό της ήταν γεμάτο μακιγιάζ, κάτι που με αηδίαζε και τα ρούχα της έμοιαζαν με ρούχα κούκλας. Ίσα που την κάλυπταν.

-«Δεν έχω όρεξη.» απάντησα σοβαρά και πήγα να ανάψω τσιγάρο.

Εκείνη πλησίασε και κάθισε πάνω μου. Άρχισε να τρίβεται πάνω στο σώμα μου ενώ τα χέρια της άγγιζαν κάτι πολύτιμο, σαν να ήθελε να με ερεθίσει. Όμως δεν θα αντιδρούσα σε τέτοιους είδους γυναίκες. Για την ακρίβεια, δεν με συγκινούσαν οι γυναίκες.

-«Άσε με ήσυχο!» είπα και την έσπρωξα. Εκείνη έπεσε στο έδαφος. Οι άντρες μου κράτησαν με τη βία τα γέλια τους.

Η μάχη της ψυχής Ι: Η πληγήWhere stories live. Discover now