Η Ντάρια αισθανόταν περίεργα εξαντλημένη εκείνη τη μέρα αλλά ταυτόχρονα γεμάτη ενέργεια. Οξύμωρο. Ήταν γλυκιά η κούραση. Είχε παραπάνω ώρες μάθημα με την δασκάλα της, την Αλίσα, μια πολύ υπομονετική και γλυκιά εκπαιδευτικό που παρόλο που την ζόριζε και ήταν τελειομανής, την αντάμειβε με αυθεντική χαρά και ευγνωμοσύνη όταν η Ντάρια τα πήγαινε καλά στην ορθογραφία της ή όταν διάβαζε ολόκληρη πρόταση χωρίς να κομπιάσει ούτε μια φορά.
Τα βράδια εξασκούνταν στη γραφή ή προσπαθούσε να διαβάσει ο,τι έβρισκε, μέχρι και μικρά βιβλία έως αργά.
Της έδινε μια παράξενη δύναμη. Κατάφερνε κάτι μόνη της, ένα επίτευγμα ολοδικό της. Έγραφε, διάβαζε. Ο κόσμος αποκτούσε νόημα, σαν να είχε ξαφνικά η ίδια υπερδυνάμεις. Μπορούσε να ξέρει σε τι χρησιμεύουν τα απορρυπαντικά στο μπάνιο και όχι να τα χρησιμοποιεί όλα εμπειρικά.
Να διαβάζει την ετικέτα του δοχείου με το κόκκινο πιπέρι ανάμεσα στα βαζάκια με τα μπαχαρικά και να μην μαντεύει τι είναι απλώς από τη μυρωδιά και το χρώμα του. Ήταν μαγεία. Οι λέξεις ήταν μαγεία.
Εκείνο το Σάββατο ήταν χαρούμενη και κουρασμένη αλλά θα έβγαιναν έξω. Περίπου δηλαδή. Ο Κωνσταντίνος με μερικούς από τους άντρες του είχαν να συζητήσουν για ορισμένες δουλειές που φυσικά δεν γνώριζε λεπτομέρειες και η Στέλλα με την Ντάρια θα βρίσκονταν μαζί τους στο μαγαζί μέχρι να τελειώσουν.
Μιας και ο Φεντόροφ έπρεπε να παρευρεθεί και η Στέλλα το βρήκε σαν ευκαιρία για να μην κλειδαμπρωθούν στο σπίτι και να έχουν και πρόφαση να βγουν σε μπαρ, δεν έχασε χρόνο.
Με την Στέλλα είχανε σχεδόν την ίδια ηλικία κι όμως ήταν τόσο διαφορετικές. Ήταν απροσδόκητα ευχάριστη παρουσία και της άρεσε πολύ να περνάει χρόνο μαζί της παρόλα αυτά.
Το μαγαζί στο οποίο βρέθηκαν το βραδάκι ήταν ένα χαλαρό μπαρ ή τουλάχιστον έτσι έμοιαζε. Είχε δύο μεγάλα τραπέζια του μπιλιάρδο στο εσωτερικό τα οποία ήταν ήδη κατειλημμένα από κάποιους άντρες.
Στον χώρο βρίσκονταν κυρίως άντρες και μάλλον δούλευαν για τον Κωνσταντίνο και τον Μαξ, τον αδερφό του που από ο,τι είχε καταλάβει η Ντάρια ήταν ο πρώτος στην ιεραρχία.
Υπήρχαν και μερικές γυναίκες, κάποιες σερβιτόρες, κάποιες συνοδευόμενες από άντρες και λιγότερες μόνες τους.
Ο Κωνσταντίνος τους έδειξε ένα τραπέζι που βρίσκονταν απέναντι από το μεγάλο, ξύλινο μπαρ.
YOU ARE READING
The Perfect Match
Romance«Ντάρια δεν γίνεται να με φιλάς.»η φωνή του βγήκε περισσότερο βραχνή από όσο υπολόγιζε και είχε σχεδόν ανατριχιάσει. Τι στον διάολο; «Γιατί;»τα μάτια της γυάλιζαν στα δικά του, φαινόταν ικανοποιημένη. «Γιατί είπαμε ότι δεν έχουμε τέτοια σχέση. Δε...