Κεφάλαιο 1

1.1K 119 87
                                    

Ο ήχος από το καμπανάκι μου τρυπάει τα αυτιά και σταματάω να παλεύω. Επιτέλους ο αγώνας τελείωσε.

Έρχεται ανάμεσα μας ο διαιτητής για να μας χωρίσει. Αγκαλιάζω την αντίπαλο και κοιτάμε το κοινό.

Το κοινό ζητωκραυγάζει.Περιμένουμε με ανυπομονησία τον νικητή.

Σηκώνει το χέρι μου ψηλά ο διαιτητής "Έρη Οικονόμου" λέει και καταλαβαίνουμε όλοι ότι νίκησα. Όλοι στην κερκίδα χαρούμενοι για την νίκη μου φωνάζουν.

Καλά ντε δεν πήρα και Ευρωπαϊκό. Τι κάνουν έτσι;

Πηγαίνω στον προπονητή μου ο οποίος δεν είναι τόσο χαρούμενος όσο οι υπόλοιποι. Ως συνήθως.

"Θα μπορούσες να είχες νικήσει με μεγαλύτερη διαφορά." Μου λέει ενώ πηγαίνω στα αποδυτήρια. Εγώ δεν του δίνω σημασία, βγαίνει έξω και αλλάζω. Ποτέ δεν είναι ευχαριστημένος.

Αν θέλει ας παλέψει αυτός. Ίου δεν είδε το σιχαμερό μαύρο εξώγκομα της μύτης σαν μάγισσας που είχε; Πως να συγκεντρωθώ;

Γιατί η ελιά στο κάτω βλέφαρο από το μάτι της; Ήθελα να την ρωτήσω πως με έβλεπε. Μου έσκαγε και δύο κεφάλια.

Σημείωση στον εαυτό μου: Αν την ξαναβρώ να την ρωτήσω.

[...]

"Ήσουν καταπληκτική, ειδικά..." άφησα τον Νίκο να φλυαρεί στο τηλέφωνο.

Βάζω πάγο στην πληγή πάνω στο μάγουλό μου "Ααα! Γαμώτο. " φωνάζω από τον πόνο.

"Αυτή στο πρόσωπο που σου έριξε ε;" ρωτάει ρητορικά.

"Εσύ τι λες;" του λέω με τόνο 'Duhh'.

"Γαμώτο βρέχει."

"Χειμώνας είναι. Τι ήθελες να κάνει;"
"Εκεί στην Θεσσαλονίκη πως είναι;"

"Έρη!" Ακούω την βροντερή φωνή του προπονητή μου. Δηλαδή του πατέρα μου. Τέλος πάντων.

Πετάγομαι από την θέση μου και μου πέφτει το κινητό από τα χέρια και προσγειώνεται μέσα στο καλαθάκι σκουπιδιών.

"Γκολ!" Φωνάζω και αρχίζω να χορεύω. "Άου, άου" λέω και πιάνω το μάγουλό μου.

Βλέπω τον προπονητή-πατέρα μου να με κοιτάζει απογοητευμένα. Του ρίχνω ένα αθώο χαμόγελο και πιάνω το κινητό μου.

"Θα σε πάρω σε λίγο" λέω στον Νίκο και παρατηρώ ότι μου το είχε κλείσει ήδη.

Ανασηκώνω τους ώμους και πετάω το κινητό στον αέρα από πίσω μου. Ακούω κάτι να σπάει.

Αγώνας ΑντοχήςTempat cerita menjadi hidup. Temukan sekarang