Due

229 11 58
                                        

Κι όλα φάνταζαν υπέροχα.

Μια ζωή πλεγμένη από στιγμές που έλαμπαν σαν φως μέσα σε δάσος σκοτεινό. Μια ζωή γεμάτη με πρόσωπα χαμογελαστά, με μάτια που έδειχναν μόνο την ομορφιά του κόσμου.

Και ναι, ήταν όντως υπέροχα. Ή έτσι έμοιαζε. Τίποτα δεν φαινόταν να χαλάει την αρμονία, τίποτα κακό δεν διατάραζε το τέλειο σκηνικό. Όλα κυλούσαν σαν χορός, μια μελωδία που κανείς δεν ήθελε να τελειώσει.

Μα στις γωνιές της σιωπής, ανάμεσα στα βλέμματα που απέφευγαν την αλήθεια, υπήρχε κάτι άρρητο, μια λεπτή ρωγμή στο τέλειο. Κι όμως, ελπίζαν. Ελπίζαν ότι η τελειότητα αυτή θα διαρκέσει για πάντα. Ότι το ψέμα, αν ήταν ψέμα, δεν θα έβρισκε ποτέ το φως.

___________________________________________________________________________________

Πέντε χρόνια πριν,

Στάθηκα μπροστά από δύο ίδιους τάφους, νιώθοντας το βάρος της απώλειας να σφίγγει την καρδιά μου. Η καστανή καλλονή που ήμουν, η γυναίκα που η ζωή την είχε σμιλέψει μέσα από δυσκολίες και χαρές, βρισκόταν ξαφνικά πνιγμένη από την απώλεια που ήταν αδύνατο να αντέξει. Στεκόμουν εκεί, με τα μάτια μου να κρύβονται πίσω από τα γυαλιά ηλίου, κρυμμένη από τον κόσμο, κρυμμένη από τους εαυτούς μου. Δεν ήθελα κανείς να δει το πρόσωπό μου εκείνη την ημέρα. Η πίκρα που ένιωθα ήταν υπερβολική και η θλίψη μου μια ανοιχτή πληγή που δεν ήθελα να μοιραστώ.

Η μαυροφορεμένη σιλουέτα μου, γεμάτη πόνο και θλίψη, άφηνε έναν αέρα θρηνητικό στον αέρα. Το μαύρο φόρεμα έδινε την αίσθηση πως το ίδιο το σκοτάδι είχε περιβάλει το σώμα μου. Κοίταξα για άλλη μια φορά τον τάφο μπροστά μου. Ήξερα ότι ήταν ο τάφος της μητέρας μου, αν και ήταν άδειος. Το σώμα της χάθηκε στην έκρηξη, το σώμα της δεν ήταν πια εκεί, αλλά το όνομα της χαραγμένο στο γκρίζο μάρμαρο ήταν, και με θλίψη προσδιόριζε την αλήθεια: Nastya Kolkata.

Η μαμά μου ήταν Ρωσίδα, γεννημένη στη Μόσχα, με ξανθά μαλλιά που έλαμπαν σαν χρυσαφένιες ακτίνες και πράσινα μάτια, όπως τα φύλλα την άνοιξη. Ήταν ψηλή και εντυπωσιακή, με επιδερμίδα λευκή σαν πορσελάνη, η απόλυτη εικόνα της ομορφιάς. Ήταν μια γυναίκα που μπορούσε να τραβήξει όλα τα βλέμματα και να σιωπήσουν γύρω της. Στο πέρασμά της, ο κόσμος έμοιαζε να αναστενάζει με σεβασμό, κι όμως εκείνη, με όλη της την ομορφιά, έδωσε την ψυχή της για να με μεγαλώσει. Και τώρα... δεν ήταν πια εδώ.

Πίστευα πως αν η ψυχή της ήταν ακόμα κάπου, ίσως να βρισκόταν εκεί, στον τάφο που άφησε πίσω της, στην σιωπή που είχε γεμίσει την καρδιά μου με ένα κενό που ποτέ δεν θα μπορούσα να γεμίσω. Με χτύπησε η συνειδητοποίηση ότι η ζωή προχωρά χωρίς τη μαμά μου, χωρίς εκείνη τη γυναίκα που είχε αφήσει πίσω της όλο τον κόσμο για να με κρατήσει κοντά της. Εκείνη τη στιγμή, ήξερα πως το μόνο που είχα ήταν το όνομά της. Και το όνομα ήταν και το τελευταίο κομμάτι της ύπαρξής της που μπορούσα να κρατήσω.

La Spina Dell'amore Where stories live. Discover now